Τη σύσταση διεθνούς ομάδας επαφής για την εκκίνηση ειρηνευτικής διαδικασίας στην Ουκρανία προτείνει o βετεράνος γερμανός διπλωμάτης, πρώην επικεφαλής της Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια, Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ.
Την πρόταση Ισινγκερ υποδέχτηκαν με επιφυλάξεις τα κόμματα του γερμανικού κυβερνητικού συνασπισμού.
Σε άρθρο του στην εφημερίδα Tagesspiegel ο Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ υποστήριξε πως απαιτεί απάντηση το ερώτημα έως πότε θα συνεχιστεί η παράδοση όπλων και η οικονομική στήριξη στην Ουκρανία.
«Πρέπει να προσφέρουμε προοπτική στον αυξανόμενο καταιγισμό επικριτικών ερωτήσεων τόσο από τις ΗΠΑ, όσο και από εμάς, εδώ, στη Γερμανία», σημειώνει.
Διευκρινίζει ωστόσο ότι δεν μπορεί κανείς να απαιτήσει από την Ουκρανία να είναι πρόθυμη για διαπραγματεύσεις «εδώ και τώρα».
«Αυτό θα ισοδυναμούσε με το να ζητούσαμε από το Κίεβο να παραχωρήσει την Κριμαία και το Ντονμπάς στη Ρωσία. Και αυτό θα σήμαινε μερική συνθηκολόγηση με τον επιτιθέμενο, με όλες τις καταστροφικές συνέπειες που συχνά περιγράφονται για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην Ευρώπη. Και φυσικά είναι η Ουκρανία και μόνο αυτή που θα πρέπει να αποφασίσει εάν, πότε και τι θέλει να διαπραγματευτεί», εκτιμά ο κ. Ίσινγκερ, ενώ επισημαίνει ότι δεν πρέπει η Δύση να παραμείνει σε κατάσταση πολιτικο-σρατηγικού σοκ.
Η διαπραγματευτική ομάδα και τα σενάρια διαπραγμάτευσης
Ο Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ προτείνει να συσταθεί πολιτικο-στρατηγική ομάδα επαφής και να ενταχθεί άμεσα στην στρατιωτική ομάδα επαφής στο Ραμστάιν. Η ομάδα θα πρέπει να λάβει την εντολή να επεξεργαστεί όλα τα πιθανά σενάρια μελλοντικής διαπραγμάτευσης, να προετοιμάσει σχέδια κειμένων και να τα συγκρίνει με τα ουκρανικά.
«Με άλλα λόγια: πρέπει να ξεκινήσουμε μια διαδικασία για την επεξεργασία ειρηνευτικής λύσης για την Ουκρανία. Και μάλιστα τώρα. Επιπλέον, μια τέτοια ομάδα επαφής θα μπορούσε σε εύθετο χρόνο να αποτελέσει τον πυρήνα ή τουλάχιστον μέρος μιας ομάδας διαμεσολάβησης – εάν και σε όποιο βαθμό πραγματοποιηθούν ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις», αναφέρει στην πρότασή του ο κ. Ίσινγκερ και παραπέμπει στο ειρηνευτικό σχέδιο που υπέβαλε ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ το 1999, στην περίπτωση του Κοσόβου και στη Συμφωνία του Ντέιτον του 1995, για τον τερματισμό του πολέμου στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη.
Στην ομάδα επαφής θα πρέπει να συμμετέχουν, σύμφωνα με τον πρώην επικεφαλής της Διάσκεψης του Μονάχου, οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία ως στενός πυρήνας. Γύρω από αυτούς θα πρέπει να συγκεντρωθεί ομάδα αποτελούμενη από τον Καναδά, την Ισπανία, την Πολωνία, την Ιταλία, τις χώρες της Βαλτικής, τα Ηνωμένα Έθνη, την ΕΕ, τον ΟΑΣΕ και το ΝΑΤΟ. Σε εξωτερικό κύκλο θα πρέπει να προσκληθούν χώρες όπως Η Βραζιλία, η Ινδία, ακόμη και η Κίνα. Ανώτεροι αξιωματούχοι ή διπλωμάτες θα συμμετέχουν σε συνεδριάσεις και κατ’ ιδίαν συνομιλίες, ενώ οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από τους υπουργούς Εξωτερικών. Ο πολιτικός στόχος θα ήταν μέσω της ευρείας διεθνούς συμμετοχής να επιτευχθεί ένα μια ελάχιστη μονιμότητα, μετά το ρωσικό βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας, εξηγεί ο διπλωμάτης.
Αυτές οι ομάδες θα πρέπει να απαντήσουν σε όλα τα πιθανά ερωτήματα, σχετικά με το εάν μια κατάπαυση του πυρός θα πρέπει να εγκριθεί από τον ΟΗΕ, αν θα πρέπει να υπάρχει ζώνη ασφαλείας, αν απαιτούνται ζώνες απαγόρευσης πτήσεων κλπ. Θα πρέπει, σύμφωνα με τον κ. Ίσινγκερ, μέσα σε λίγε εβδομάδες, να επεξεργαστούν όλα τα θέματα και τις πιθανές απαντήσεις.
Μια από τις κεντρικές πτυχές μια πιθανής μακροπρόθεσμης ειρηνευτικής λύσης είναι η κατάσταση στις αμφισβητούμενες από τους Ρώσους περιοχές. «Εάν η Ουκρανία δεν καταφέρει να απελευθερώσει στρατιωτικά την Κριμαία, ποια είναι τα πιθανά σενάρια; Πρέπει οι κάτοικοι να κάνουν δημοψήφισμα; Πρέπει να μείνει προς το παρόν στην άκρη το θέμα της Κριμαίας;», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ, ενώ σε ό,τι αφορά τις εγγυήσεις ασφάλειας για την Ουκρανία, τονίζει ότι θα πρέπει να γίνει όσο το δυνατόν πιο αξιόπιστος σχεδιασμός τους από τις ΗΠΑ και άλλους εταίρους του ΝΑΤΟ.
Η μεταπολεμική τάξη θα πρέπει να περιλαμβάνει την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, τη διεθνή δικαιοδοσία, τη δίωξη των εγκλημάτων πολέμου και ασφαλώς τη νέα ευρωπαϊκή τάξη ασφάλειας. Επιπλέον, θα πρέπει να συζητηθούν μεταξύ άλλων ο μελλοντικός ρόλος του ΟΑΣΕ και η έννοια της ουδετερότητας μετά και την απόφαση Σουηδίας και Φινλανδίας να την εγκαταλείψουν. «Τέτοιες ιδέες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ενός είδους «Διαδικασίας του Ελσίνκι», σημειώνει ο κ. Ίσινγκερ. «Ένα είναι βέβαιο: χρειαζόμαστε μια πρωτοβουλία προκειμένου να επεξεργαστούμε όλες τις πιθανές επιλογές μιας ειρηνευτικής διαδικασίας. Ας αντιμετωπίσουμε όλα αυτά τα θέματα και ας είμαστε προετοιμασμένοι!», καταλήγει ο γερμανός διπλωμάτης.
«Είναι το λάθος μήνυμα τη λάθος στιγμή», σχολίασε η φιλελεύθερη (FDP) επικεφαλής της Επιτροπής ‘Αμυνας της Bundestag Μαρί -‘Αγκνες Στρακ-Τσίμερμαν, αναφερόμενη στην πρόταση του κ. Ίσινγκερ και υπογράμμισε ότι «η έκκληση για ειρηνευτικές συνομιλίες τώρα – έστω και μόνο ως προετοιμασία – δεν εξυπηρετεί καθόλου ούτε την Ουκρανία ούτε τον ελεύθερο κόσμο». Ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Ρολφ Μούτσενιχ χαρακτήρισε από την πλευρά του «καλό» το γεγονός ότι ο κ. Ίσινγκερ, «άλλη μια σημαντική φωνή», αυτή τη στιγμή μιλάει για τη σημασία και τις δυνατότητες της διπλωματίας. «Το εάν τα συγκεκριμένα βήματα θα μπορούσαν να είναι ρεαλιστικά και φιλόδοξα, είναι ένα άλλο ερώτημα», πρόσθεσε ο κ. Μούτσενιχ. Από την πλευρά των Πρασίνων, ο επικεφαλής της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Bundestag ‘Αντον Χοφράιτερ εκτίμησε ως σημαντική την προετοιμασία για τη στιγμή που θα καταστούν εφικτές οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. «Ο Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ έχει δίκιο ότι ασφαλώς τα όπλα από μόνα τους δεν αρκούν προκειμένου να δημιουργήσουν ειρήνη στην Ουκρανία. Αυτό που λείπει όμως είναι μια στενότερη συνοχή των χωρών της κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης», επισήμανε.
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ – ΜΠΕ