Εκατόν σαράντα χρόνια συμπληρώνονται, σήμερα, από τις 14 Μαρτίου 1883, την ημέρα που πέθανε ο Καρλ Μαρξ, Γερμανός φιλόσοφος, δημοσιογράφος και συγγραφέας που αποτέλεσε τον θεμελιωτή της κομμουνιστικής ιδεολογίας επηρεάζοντας την εξέλιξη της ανθρωπότητας, όσο λίγοι στην ιστορία της.
Μέσα από το βιβλίο του Φράνσις Γουίν, Κarl Marx A Life, που παρουσίασε «ΤΟ ΒΗΜΑ» σε συνεργασία με τους «ΝΕW YORK TIMES» και τη συγγραφέα Σύλβια Νάσαρ στις 7 Φεβρουαρίου 2000, προκύπτουν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα στοιχεία για τη ζωή και το έργο του.
Καταβολές
«Όπως πολλοί θεωρητικοί της επανάστασης, ο Μαρξ είχε αστικές καταβολές. Οι πρόγονοί ήταν γερμανοί και ολλανδοί ραβίνοι. Ο πατέρας του ήταν οπαδός του κοινωνικού και θρησκευτικού φιλελευθερισμού ο οποίος ασπάστηκε τον προτεσταντισμό για να προωθήσει τη νομική καριέρα του.
Κατσάδα για εσώρουχα και μπίρα
»Γεννημένος το 1818, ο Μαρξ αδημονούσε να ξεφύγει από την αποπνικτική ατμόσφαιρα της γενέτειράς του, της πόλης Τρίερ στη Ρηνανία.
»Η μητέρα του επέπληττε τον Μαρξ – χωρίς αποτέλεσμα ωστόσο – για να αλλάζει τα εσώρουχά του μία φορά τουλάχιστον την εβδομάδα. Αντίθετα ο πατέρας του αντιμετώπιζε τον λαμπρό, γεμάτο αυτοπεποίθηση γιο του ως διανοούμενο, ισάξιό του.
»Σε ηλικία 19 ετών ο Μαρξ ήταν ένας σπάταλος φοιτητής που αγαπούσε την μπίρα και τους καβγάδες.
»Ο πατέρας, που πέθαινε τότε από φυματίωση, παραδέχτηκε ότι “μπορώ μόνο να προτείνω, να σε συμβουλεύω. Με έχεις ξεπεράσει”.
Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε τον Μαρξ από τον να χάσει την κηδεία του πατέρα του, έναν χρόνο αργότερα.
Μαλλιά και γένια
«Ο Μαρξ άφησε μουστάκι και φαβορίτες λίγο μετά την εγγραφή του στο πανεπιστήμιο. Αχτένιστος καθώς ήταν, “το υπέροχο μαρξιστικό του φτέρωμα” συνωμότησε για να αποκτήσει ο Μαρξ χαρακτηριστική μορφή».
Μάλιστα κατά τον Γουίν, «Η εικόνα του Καρλ Μαρξ θα έχανε πολλή από την απήχησή της ως προτύπου χωρίς αυτό το σγουρό φωτοστέφανο».
Δημοσιογραφία
«Καθώς οι αρχές της Πρωσίας εμπόδισαν τις ακαδημαϊκές του φιλοδοξίες, ο νεόκοπος δόκτωρ της Φιλοσοφίας στράφηκε στη δημοσιογραφία.
»Η επόμενη στάση του ήταν το Παρίσι όπου διηύθυνε ένα σοσιαλιστικό φυλλάδιο έχοντας απορρίψει ταχύτατα και διαδοχικά τον χριστιανισμό, τον ιδεαλισμό του Εγέλου και την κοινοβουλευτική δημοκρατία».
Ο γάμος και η κομβική γνωριμία
Ο Μαρξ παντρεύτηκε την «αθεράπευτα ρομαντική Τζένη φον Βεστφάλεν. (…) Το ζεύγος ξόδεψε το μεγαλύτερο κομμάτι της προίκας της Τζένης – ένα κουτί με χρήματα – σε διάφορους φτωχούς που έτυχε να συναντήσει. Τα χρήματα εξανεμίστηκαν σε μία εβδομάδα».
«Ενώ βρισκόταν ακόμη στο Παρίσι ο Μαρξ συνάντησε έναν ψηλό, ξανθό, εντυπωσιακά όμορφο νέο, γιο ενός βιομήχανου της κλωστοϋφαντουργίας, ο οποίος επρόκειτο να γίνει ο φύλακας άγγελός του. Το όνομα του ήταν Ένγκελς».
Όπως, χαρακτηριστικά, αναφέρει ο Γουίν η πρώτη συζήτηση μεταξύ Μαρξ και Ένγκελς κράτησε μιάμιση ολόκληρη εβδομάδα. Ήταν «οι δέκα ημέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο».
«Ο Ένγκελς, συγγραφέας μια διατριβής για τους εργάτες των μύλων στην περιοχή του Λάνκασιρ, εισήγαγε τον Μαρξ, του οποίου “η πρακτική γνώση για τον καπιταλισμό ήταν μηδενική”, στην επιστήμη των οικονομικών.
Κομμουνιστικό Μανιφέστο
Από τα τέλη του 1847 ως τις αρχές του 1848, ο Μαρξ και ο Ένγκελς, ύστερα από πρόσκληση της «Κομμουνιστικής Λίγκας» έγραψαν το περίφημο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» με σκοπό να αποτελέσει το πρόγραμμά της.
«Μετά την κατάρρευση των ευρωπαϊκών επαναστάσεων του 1848, ο Μαρξ και η οικογένειά του που μεγάλωνε αναζήτησαν καταφύγιο στο Λονδίνο.
»Σε αντίθεση με τον Ένγκελς, ο οποίος γνώριζε την κατάσταση της βρετανικής εργατικής τάξης από προσωπική εμπειρία, ο Μαρξ περιόρισε τις έρευνές του στο Αναγνωστήριο του Βρετανικού Μουσείου.
Φτώχεια
»Ζώντας σε συνθήκες φτώχειας ανάλογες με αυτές που περιγράφει ο Ντίκενς στα βιβλία του, με τους δικαστικούς κλητήρες, έξω από το σπίτι του, ο Μαρξ έγραφε στον Ένγκελς επιστολές που ήταν “μια ατελείωτη απαρίθμηση συμφορών και δυστυχιών”.
»Κατάφερνε να ζει με την ελεημοσύνη του φίλου του, ο οποίος, έχοντας αναλάβει το κομμάτι της οικογενειακής επιχείρησης που έδρευε στο Μάντσεστερ, του έστελνε σταθερά ένα μικρό ποσό χρημάτων το οποίο υπεξαιρούσε από το οικογενειακό χρηματοκιβώτιο».
Σύμφωνα με τον Γουίν πάντως «ενώ η Τζένη έτρεχε μανιωδώς προσπαθώντας να εξοικονομήσει χρήματα για να πληρώσει για το φέρετρο ενός από τα παιδιά τους, ο σύζυγός της πλήρωνε μια άξεστη, λάγνα και άχρηστη γραμματέα μόνο και μόνο επειδή θεωρούσε ότι ήταν ανάρμοστο για έναν άνθρωπο της δικής του κοινωνικής θέσης να μην έχει γραμματέα».
(…)
Το παιδί της οικονόμου
Ο Φράνσις Γουίν, όπως μας αναλύει η Σίλβια Νασαρ, δεν διστάζει να κατηγορήσει τον Μαρξ για υποκρισία.
»Ο Μαρξ ήταν ένας τρυφερός πατέρας και σύζυγος, γενναιόδωρος μέχρι υπερβολής όταν είχε την απροσδόκητη εύνοια της τύχης, απαλλαγμένος από τον φθόνο και την εμπάθεια που επεδείκνυε στον πολιτικό στίβο. Δεν ήταν όμως απαλλαγμένος από την υποκρισία βικτωριανής εποχής.
»Όταν οι οικονόμος του γέννησε το παιδί τους – τρεις μήνες αφότου η Τζένη γέννησε το τέταρτο παιδί τους –, η πρωταρχική του έγνοια ήταν η φήμη του.
»Σχεδιάζοντας “μια από τις πρώτες και πιο επιτυχημένες επιχειρήσεις συγκάλυψης που οργανώθηκαν ποτέ για να υπηρετήσουν τα κομμουνιστικά ιδέωδη”, o Μαρξ κατάφερε να πείσει τον Ένγκελς να αναλάβει την ευθύνη και να πείσει τη γυναίκα να δώσει το πέντε εβδομάδων παιδί της για υιοθεσία.
Το Κεφάλαιο
«Το μείζον έργο του, To Κεφάλαιο, εκδόθηκε μετά από καθυστέρηση 15 ετών (…) Όταν ο βαρύς τόμος δεν κατάφερε να προκαλέσει την εκρηκτική αντίδραση που ο συγγραφέας του ανέμενε, ο Μαρξ παρομοίασε τον εαυτό του με τον ήρωα του έργου του Μπαλζάκ Το άγνωστο αριστούργημα: έναν καλλιτέχνη, ο οποίος περνά χρόνια της ζωής του τελειοποιώντας μια προσωπογραφία ώσπου στο τέλος αυτή μετατρέπεται σε άμορφη μάζα από χρώμα και σποραδικές γραμμές. “Tίποτε. Τίποτε. Μετά από δέκα χρόνια δουλειάς” αναφωνεί ο καλλιτέχνης».
Παρ’ όλα αυτά σταδιακά «ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τις πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις των επόμενων δεκαετιών.
Όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο Φράνσις Γουίν «Κανένας άλλος μετά τον Ιησού Χριστό δεν ενέπνευσε περισσότερη παγκόσμια αφοσίωση στους οπαδούς του από τον Καρλ Μαρξ (…) Ο ορισμός που δίνει ο Καρλ Μαρξ στη φτώχεια, όπως και εκείνος της διδασκαλίας του Ιησού, ήταν τόσο πνευματικός όσο και οικονομικός. Τι θα έχει κερδίσει ένας άνθρωπος που έχει κατακτήσει όλο τον κόσμο αλλά έχει χάσει την ψυχή του;»
Η κληρονομιά του Μαρξ
Τα χρόνια πέρασαν, και οι άνθρωποι της εποχής μας έχουν την πολυτέλεια να γνωρίζουν την πορεία της Σοβιετικής Ένωσης και του Δυτικού Καπιταλισμού. Πώς λοιπόν αποτιμάται το έργο και η κληρονομιά του Μαρξ;
Ο δημοσιογράφος του Νew Yorker, Tζον Κάσιντι, γράφει στο «ΒΗΜΑ» της 1ης Μαρτίου 1998:
«Η κληρονομιά του Μαρξ έχει με πολλούς τρόπους συσκοτισθεί από την αποτυχία του κομμουνισμού, ο οποίος δεν ήταν πρώτιστο ενδιαφέρον του.
»Στην πραγματικότητα ο Μαρξ λίγα πράγματα είχε να πει για το πώς θα έπρεπε να λειτουργεί η σοσιαλιστική κοινωνία, και τα όσα εν τέλει έγραψε σχετικά με την κατάργηση του κράτους και παρόμοια, δεν προσέφεραν και μεγάλη βοήθεια – πράγμα που ο Λένιν και οι σύντροφοί του το ανακάλυψαν ευθύς μόλις κατέλαβαν την εξουσία.
»Ο Μαρξ ήταν μελετητής του καπιταλισμού και έτσι πρέπει να κρίνεται. Πολλές από τις αντιθέσεις που είδε στον βικτωριανό καπιταλισμό και που διάφορες μεταρρυθμιστικές κυβερνήσεις καταπιάστηκαν στη συνέχεια μαζί τους, έχουν αρχίσει να επανεμφανίζονται με νέες μεταμφιέσεις, σαν μεταλλασσόμενοι ιοί.
»Όταν δεν έκανε τον αναγνώστη του να σαστίζει, ο Μαρξ έγραφε καθηλωτικές φράσεις για την παγκοσμιοποίηση, την ανισότητα, την πολιτική διαφθορά, τη μονοπωλιοποίηση, την τεχνική πρόοδο, την παρακμή της υψηλής κουλτούρας και την αποχαυνωτική φύση της σύγχρονης ζωής – θέματα που οι οικονομολόγοι τα αντιμετωπίζουν τώρα εκ νέου, μερικές φορές χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι βαδίζουν πάνω στα ίχνη του Μαρξ».
Το τέλος
Σύμφωνα με τον Γουίν, ο θάνατος της γυναίκας του, Τζένης, και της κόρης του Λώρας κατέβαλαν πολύ τον Μαρξ.
«Η υγεία του κλονίστηκε καθώς έπινε και κάπνιζε συστηματικά επί χρόνια.
»Το τελευταίο ταξίδι του ήταν στην Αλγερία το 1882. Εκεί έκοψε τις φαβορίτες και το μουστάκι του, αφού φωτογραφήθηκε για τελευταία φορά σε όλη του τη δασύτριχη μεγαλοπρέπεια.
»Πέθανε έναν χρόνο αργότερα, όχι στις επάλξεις αλλά καθισμένος στο γραφείο του στο Λονδίνο περιτριγυρισμένος από ακατάστατες στοίβες χαρτιών γεμάτες στάχτες και μια δαγεροτυπία του πατέρα του στην τσέπη του γιλέκου του».