Αν κάτι αφήνει πίσω της η 95η απονομή των βραβείων της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, είναι μια εικόνα πλήρους …σύγχυσης. Στην κυριολεξία. Η σύγχυση εξάλλου είναι κατά μία έννοια και το θέμα της ταινίας «Τα πάντα όλα» (Everything, everywhere all at once) η οποία είναι η μεγάλη θριαμβεύτρια των φετινών Οσκαρ έχοντας κερδίσει σε επτά κατηγορίες (ήταν υποψήφια σε 11). Καμμία άλλη ταινία από την εποχή του «Slumdog Millionaire» δεν είχε καταφέρει να κερδίσει σε τόσες πολλές κατηγορίες των Οσκαρ.
Σύγχυση όμως ,δεν θα βρούμε μόνο στο (ακατάληπτο) θέμα της ταινίας των Ντάνιελ Κουάν και Ντάνιελ Σάινερτ που σήκωσαν τρία βραβεία παρακαλώ: το ταινίας (ως παραγωγοί), το σκηνοθεσίας αλλά και το σεναρίου γραμμένου κατευθείαν για την οθόνη. Σύγχυση θα βρούμε και στην αισθητική της, στο στυλ της, στις ερμηνείες της, στο σενάριό της, στα πάντα και στα όλα της.
Και επιμένω ότι αυτή ακριβώς η σύγχυση η οποία κατά κάποιο τρόπο απεικονίζει την σύγχυση στην οποία στις μέρες μας, βρίσκεται όλος ο πλανήτης μπορεί να έπαιξε ρόλο στο εκτόπισμα που αυτή η ταινία είχε (κυρίως) στις Ηνωμένες Πολιτείες. Διότι στις περισσότερες χώρες εκτός Αμερικής, ελάχιστοι την είδαν και πολλοί που την είδαν ή έφυγαν στην μέση, ή με πονοκέφαλο (ξέρω τουλάχιστον δύο ανθρώπους που δεν μπόρεσαν να την δουν ολόκληρη. Στην Ελλάδα προβλήθηκε περιορισμένα, καλοκαίρι και σύντομα εξαφανίστηκε).
Δεν λέω ότι μια ταινία ιδιαίτερη και «πειραγμένη» (αν όχι απολύτως βραχυκυκλωμένη) όπως το «Τα πάντα όλα» δεν μπορεί να διακριθεί. Ασφαλώς και μπορεί. Όμως είναι σχεδόν αδιανόητο που κάποιες άλλες ταινίες, ταινίες οι οποίες έκαναν πραγματική αίσθηση, που αγαπήθηκαν, που συγκίνησαν και που εκτιμήθηκαν, να φύγουν εντελώς άπραγες από τα σημαντικότερα κινηματογραφικά βραβεία του πλανήτη.
Σε λίγα χρόνια από σήμερα τολμώ να προβλέψω ότι κανείς δεν θα μιλά για την ταινία «Τα πάντα όλα». Θα μιλάει όμως για το συναίσθημα που ένιωσε βλέποντας τα «Πνεύματα του Ινισέριν» του Μάρτιν Μακ Ντόνα (που αν μη τι άλλο δικαιούνταν το Οσκαρ σεναρίου που πήγε στα «Πάντα όλα»), θα θυμάται την καταπληκτική ερμηνεία της Κέιτ Μπλάνσετ στην «Τar» (μια αδύναμη κατά τα άλλα ταινία) και θα ξέρει ότι η καριέρα του Οστιν Μπάτλερ (που θα κάνει καριέρα) ξεκίνησε από τον «Elvis». Ο Μπάτλερ έχασε το βραβείο ίσως δίκαια από τον Μπρένταν Φρέιζερ για την «Φάλαινα», όμως ο «Elvis» θα μπορούσε να είχε διακριθεί π.χ. για το μοντάζ του (όπου επίσης κέρδισε το «Για πάντα όλα»),
Πως απολύτως τίποτα για όλες αυτές τις ταινίες; Και όμως. Ορισμένες φορές η αδικία είναι το αποτέλεσμα της υπερβολής.
Σε μια εποχή που ο κινηματογράφος της αίθουσας αντιμετωπίζει πολύ σοβαρό πρόβλημα, ήταν καλό που ταινίες όπως το «Top Gun Maveric» και το «Avatar: The way of water» συγκέντρωσαν αρκετές υποψηφιότητες και έφυγαν με ένα βραβείο η κάθε μία (ήχου και οπτικών εφέ αντιστοίχως). Γιατί αυτές ήταν οι ταινίες που κατάφεραν να φέρουν τα πλήθη στις αίθουσες, καθότι τόσο ο Τομ Κρουζ (ο εγκέφαλος του «Top Gun Maverick») όσο και ο Τζέιμς Κάμερον (ο εγκέφαλος του «Avatar: The way of water») επέμειναν στο να διανεμηθούν πρώτα στον φυσικό χώρο του κινηματογράφου που είναι η αίθουσα και κατόπιν σε streaming και σε πλατφόρμες.
Την ίδια ώρα, αξίζει να σταθούμε σε ένα φαινόμενο που αποδεικνύει την σύγχυση στην οποία βρίσκεται και το σινεμά σε ότι αφορά την αίθουσα και το σπίτι. Την ίδια ώρα που η επιτυχία των «Top gun» και «Avatar» οφείλεται στην πορεία τους τις αίθουσες, μια άλλη ταινία, μια ταινία παραγωγής NETFLIX, το γερμανικό «Ουδέν νεότερο για το δυτικό μέτωπο» του Εντουαρντ Μπέργκερ έφυγε με τέσσερα Οσκαρ. Ο κανονισμός των Οσκαρ λέει ότι για να διεκδικήσει μια ταινία Οσκαρ απαιτείται να έχει προβληθεί για τουλάχιστον επτά συνεχόμενες ημέρες σε εμπορικό κινηματογράφο του Λος Αντζελες ή της Νέας Υόρκης με τρεις προβολές ανά ημέρα.
Επομένως για να μπει το «Ουδέν νεότερο για το δυτικό μέτωπο» στην κούρσα των Οσκαρ, διανεμήθηκε περιορισμένα και για τυπικούς λόγους στην Αμερική τον περασμένο Οκτώβριο, την ώρα που εκατομμύρια θεατών το έβλεπαν στις πλατφόρμες.
Το κατά πόσο ο κινηματογράφος της αίθουσας μπορεί να βοηθηθεί από αυτή την διαδικασία το αφήνω να το κρίνετε εσείς.