Στη διάρκεια του μεσοπολέμου οι εργοδότες συνήθιζαν να δίνουν στους υπαλλήλους τους δώρα σε χρήμα ή σε είδος και το 1925 οι συνδικαλιστές έκαναν λόγο για πρώτη φορά για τη χορήγηση 13ου μισθού.
Μετά από το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου, με δυο αναγκαστικούς νόμους, του 1944 και 1946, μια που δεν υπήρχε τότε Βουλή, καθιερώθηκαν για πρώτη φορά έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις, έτσι είχαν ονομαστεί τότε τα δώρα, οι οποίες συνυπολογίστηκαν στο μισθό. Στη συνέχεια το 1951 και με τους νόμους 1977 και 1901 το Κοινοβούλιό μας επικύρωσε αυτήν τη ρύθμιση και έτσι, με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, καθορίστηκε το ύψος των εκτάκτων οικονομικών ενισχύσεων σε χρήμα ή σε είδος, κατά τις γιορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα.
Το καθεστώς αυτό ίσχυσε μέχρι το 1980, οπότε με το νόμο 1082 ρυθμίστηκε οριστικά και για πάντοτε το ύψος και ο χρόνος καταβολής των δώρων εορτών (Χριστουγέννων, Πάσχα) και το δώρο αδείας.
Στις 6 Αυγούστου 2009, εν μέσω ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) πρότεινε στην κυβέρνηση Καραμανλή την κατάργηση των δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων, όπως και του επιδόματος της καλοκαιρινής άδειας. Στις 3 Μαρτίου 2010, η κυβέρνηση Παπανδρέου ανακοίνωσε νέο πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, στο οποίο περιλαμβανόταν και η περικοπή κατά 30% των επιδομάτων Πάσχα, Χριστουγέννων και αδείας στο Δημόσιο.
Μετά από την είσοδο της χώρας μας στον αστερισμό των μνημονίων, ο πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, ανακοίνωσε στις 2 Μαΐου 2010 την αντικατάσταση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με επίδομα 500 ευρώ, σε όλους, που οι αποδοχές τους έφταναν μέχρι 3.000 ευρώ και την πλήρη κατάργηση των δύο μισθών, για μεγαλύτερες αποδοχές. Για τους συνταξιούχους το επίδομα ήταν 800 ευρώ για συντάξεις έως 2.500 ευρώ.
Στις 7 Νοεμβρίου 2012, με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016, που ψήφισε η υπό τον Αντώνη Σαμαρά κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ κατάργησε ολοσχερώς τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και Αδείας για τους δημόσιους υπαλλήλους και για όλους τους συνταξιούχους. Συνέχισαν όμως να παίρνουν τα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και επίδομα αδείας μόνο οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα, που αμείβονται με μισθό ή με ημερομίσθιο.
Υποσχέσεις για επαναφορά της 13ης σύνταξης εντός του 2015 για τους χαμηλοσυνταξιούχους έως 700 ευρώ περιλαμβάνονταν στις προγραμματικές εξαγγελίες του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στις 8 Φεβρουαρίου 2015 και βέβαια η υπόσχεση αυτή δεν έχει υλοποιηθεί με τη σχετική ψήφιση σχεδίου νόμου.
Σημειώνουμε πως έκτακτα βοηθήματα δόθηκαν και δίδονται στους συνταξιούχους για τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και κατά τις παραμονές των εκλογών και από τις δύο κυβερνήσεις (Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ).
Σήμερα, που η οικονομία της χώρας μας, παρόλα τα παγκόσμια προβλήματα που την επηρεάζουν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Κομισιόν για το 2022 παρουσίασε οικονομική ανάπτυξη 5,5 και η πρόβλεψη για το 2023, είναι 1,2 και με βάση τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών γι’ αυτό το έτος θα φτάσει το 1,6 και βρίσκεται, σύμφωνα με τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, ένα μόλις σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, πιστεύω ακράδαντα ότι έφτασε πλέον ο καιρός ν’ αρχίσουμε να συζητάμε για την επαναφορά των δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και του επιδόματος αδείας στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους.
Αν αναλογιστούμε ότι λόγω των επώδυνων για όλους μας μνημονίων, κατά τη δεκαετία 2010-2020, βγήκαν στη σύνταξη πολλές χιλιάδες δημοσί8ων υπαλλήλων αλλά και εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι δεν πρόλαβαν σχεδόν να πάρουν 13η και 14η σύνταξη, ενώ πλήρωναν κατά το μεγάλο χρονικό διάστημα της εργασίας τους σχετικές κρατήσεις για τα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και του επιδόματος αδείας, οι οποίες, βέβαια, κρατήσεις «φιλοξενήθηκαν» στον απύθμενο κορβανά του Δημοσίου!
Πέραν τούτου οφείλουμε να προσέξουμε πως η χορήγηση αυτών των δύο επιπλέον μισθών στους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα δημιουργεί μια μισθοδοτική ανισονομία σε βάρος των δημοσίων υπαλλήλων!
Συγκεκριμένα ο πρωτοδιοριζόμενος της ΔΕ κατηγορίας δημόσιος υπάλληλος παίρνει μηνιαίως, μεικτά, #858# ΕΥΡΩ, δηλαδή σε ετήσια βάση 858χ12=10.296 ΕΥΡΩ, ενώ στον αντίστοιχο υπάλληλο του ιδιωτικού τομέα ο κατώτατος μισθός, με την αναμενόμενη νέα αύξηση, θα προσεγγίσει τα #800# ΕΥΡΩ και πάλι (μεικτά), οπότε έχουμε 800Χ14μήνες=11.200 ΕΥΡΩ. δηλαδή προκύπτει μια σημαντική διαφορά 11.200-10.296=904 ΕΥΡΩ, τουτέστιν ένας μισθός και κάτι «ψιλά» επιπλέον μπαίνει στην τσέπη του ιδιωτικού υπαλλήλου, σε σχέση με το ετήσιο εισόδημα του δημοσίου υπαλλήλου!
Επιπροσθέτως αυτή η μισθοδοτική αδικία σε βάρος των δημοσίων υπαλλήλων, σε σχέση με τους αντίστοιχους ιδιωτικούς υπαλλήλους, έχει και μια σοβαρή κοινωνική διάσταση, όταν αναλογιστούμε πως αυτοί, οι δύο επιπλέον μισθοί, χορηγούνται κατά τις μεγάλες γιορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα αλλά και κατά το καλοκαίρι, την εποχή των διακοπών, και συνακόλουθα οι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα δεν μπορούν να πάρουν κάποια , έστω μικρά δώρα, για τους οικείους τους, όπως το επιβάλλει και η παράδοσή μας!
Με βάση τα προσημειωθέντα εμείς προτείνουμε να δοθεί σε όλους τους συνταξιούχους και σε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους από το Πάσχα του 2024, οπότε και θα υπάρξουν αδιάσειστα δεδομένα για τα κοιτάσματα νοτίως της Κρήτης και τοιουτοτρόπως θα έχει άλλες προοπτικές η οικονομία της χώρας μας, το ποσό των 400+200+200=800 ΕΥΡΩ, σαν δώρο Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδόματος αδείας. μέχρι μηνιαίου μισθού και μηνιαίας σύνταξης 2.500 ΕΥΡΩ και στη συνέχεια, με βάση την πορεία της οικονομίας, να φτάσουμε σε βάθος τετραετίας στη χορήγηση του 13ου και 14ου μισθού και αντιστοίχως της σύνταξης. Άλλωστε αυτά τα ποσά, που με την κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους και με την αντίστοιχη κατάργηση της σύνταξης και που δόθηκαν από το Μάιο του 2010, επί κυβερνήσεως Γεωργίου Παπανδρέου μέχρι και το 2012, θα επανέλθουν, άκουσον, άκουσον, μετά από τόσα χρόνια!!
Και βέβαια αυτά τα ποσά , όταν θα χορηγηθούν, είναι σίγουρο πως θα συμβάλλουν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και θα τονώσουν έτι περαιτέρω την οικονομία μας, με την παραδοσιακή βούληση των εργαζομένων και των συνταξιούχων , αναφορικά με την αγορά δώρων για τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Και είναι αυτονόητο πως ένα σημαντικό μέρος απ’ αυτά τα ποσά θα επιστρέψει στο δημόσιο κορβανά, πρωτίστως και αμέσως από το ΦΠΑ αλλά και από την άμεση φορολογία με τα αυξημένα έσοδα των επαγγελματιών, με την προϋπόθεση, βέβαια, να εξακολουθήσει να υφίσταται το ποσοστό επί του εισοδήματος των ηλεκτρονικών αγορών μας, αλλιώς θα έχουμε «πέναλτι» και να διευρυνθεί αυτή η υποχρέωση μέχρι και τους ογδοντάρηδες φορολογούμενους.
Κοντολογίς, η επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στους δημοσίους υπαλλήλους και αντίστοιχα της σύνταξης σε όλους τους συνταξιούχους, με πλαφόν το ποσό των 2.500 ΕΥΡΩ μηνιαίου μισθού ή σύνταξης, πιστεύουμε ακράδαντα πως είναι εφικτή σε βάθος τετραετίας και επιβάλλεται για λόγους ηθικής τάξεως και δικαιοσύνης.
Ο Παναγιώτης Κοκκόρης υπήρξε Οικονομικός Επιθεωρητής του Υπουργείου Οικονομικών και Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Εργασίας Και Κοινωνικών Υποθέσεων