Αναζητείται ποιος ήταν αυτός που τοποθέτησε τον σταθμάρχη του ΟΣΕ στο μοιραίο πόστο. Ήταν ρουσφέτι ο διορισμός του ή όχι; Γνώριζαν τον σταθμάρχη οι πολιτικοί της εκλογικής περιφέρειας της Λάρισας; Πώς από αχθοφόρος (κουβαλούσε βαλίτσες στα τρένα), βρέθηκε στο υπουργείο Παιδείας (ποιος αλήθεια τον τοποθέtησε εκεί) για να μοιράζει βιβλία στους μαθητές από την Περιφέρεια Λάρισας και εν συνεχεία με το θέμα της κινητικότητας βρέθηκε σταθμάρχης; Μήπως για καλύτερες συντάξιμες αποδοχές; Όπως φημολογείται. Ερωτήματα ωστόσο που χρήζουν άμεσης απαντήσεως και που έως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές ουδεμία συγκεκριμένη απάντηση δόθηκε, όπως γράφει ο ΒΗΜΑτοδότης.
Με δυο λόγια, όπως έμαθα, ο συγκεκριμένος σταθμάρχης (που ανέλαβε ωστόσο την ευθύνη που του αναλογεί- όπως παραδέχθηκε) προσελήφθη το 1989, μετατάγη το 2011 με το «νόμο Ρέππα» σε άλλο φορέα του Δημοσίου (υπουργείο Παιδείας) – Το 2022 ζήτησε να επιστρέψει στον ΟΣΕ. Ήταν ο ένας εκ των δύο που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του οργανισμού για 18 σταθμάρχες . Πέρασε υποχρεωτική εκπαίδευση, πέτυχε στις εξετάσεις στις 23/01 και έπιασε δουλειά στη Λάρισα. Και κάτι ακόμα καμία κυβέρνηση δεν είχε προσλάβει σταθμάρχη τα τελευταία 15 χρόνια. Οι τελευταίες προσλήψεις έγιναν επί κυβερνήσεως ΝΔ.
Σταθμάρχες από φυλακές, νοσοκομεία και δικαστήρια
Η θέση του σταθμάρχη ασφαλώς και είναι μία τέτοια θέση ευθύνης, ειδικά από τη στιγμή που στη βάρδια μένει μόνος του, όπως έγινε την αποφράδα νύχτα του δυστυχήματος στα Τέμπη. Έχει τις γνώσεις και την εκπαίδευση να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες που εμφανίζονται; Έχει τη νηφαλιότητα να πάρει αποφάσεις που θα σώσουν ζωές; Υπάρχει η κατάλληλη πειθαρχία ώστε να φέρει σε πέρας ένα σημαντικό έργο, την ομαλή κυκλοφορία των τρένων, με τα οποία χιλιάδες επιβάτες ταξιδεύουν αμέριμνοι καθημερινά; Και αφού έγινε λόγος για κινητικότητα στο δημόσιο για τον συγκεκριμένο σταθμάρχη, εάν ψάξει κανείς στην Διαύγεια, εύκολα ανακαλύπτει ότι μια πλειάδα σταθμαρχών, είχαν βρει προηγουμένως δουλειά (δηλαδή προτού γίνουν σταθμάρχες) σε… φυλακές, σε νοσοκομεία, σε δικαστήρια ή ακόμα στον ίδιο τον ΟΣΕ, αλλά ως αχθοφόροι.