Λένε ότι ένας πολιτισμός αρχίζει να εκπίπτει από τη στιγμή που η ζωή αποβαίνει η μοναδική του ψύχωση. Κάτι που ασφαλώς δεν αφορά την Ακαδημία Αθηνών: τα μέλη της είναι ex officio «αθάνατα». Παρ’ όλα αυτά η ψύχωση παραμένει και αφορά προφανώς την «αθανασία» τους.
Η μόνη επαφή που είχα με την Ακαδημία Αθηνών ήταν οι επισκέψεις με τον πατέρα μου στο διακεκριμένο μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας και Έφορο των γραφείων της Ακαδημίας Αθηνών, Γεώργιο Νικολάου Βέλτσο. Δεν ξεχνώ την εντύπωση που μου έκανε το υπό κατάρρευση κτίριο, τότε, στη δεκαετία του ’50, κι ούτε κάτι που μου είπε κοιτώντας με: «Κάποτε θα γίνεις κι εσύ Ακαδημαϊκός».
Έκτοτε η σχέση μου με το Ίδρυμα έχει έναν διασκεδαστικό χαρακτήρα καθώς με παραπέμπει σε ένα καυστικό ποίημα του Εugenio Montale από το «Ημερολόγιο του ΄71»: «Φαίνεται πως καθένας απ’ τους ζώντες μιμείται ένα πρότυπο εν αγνοία του, εγχείρημα που δεν συνιστάται. Μα το χειρότερο έλαχε σε όποιον θεωρεί το δικό του πρότυπο να ορθώνεται μπροστά του ως άγαλμα. Μη μιμηθείτε το μάρμαρο, άνθρωποι. Αν δεν μπορείτε να μείνεται ακίνητοι πλάστε τον εαυτό σας σαν το πίτουρο, την κόμη του αέρα, την λίμα των τζιτζικιών, την αδιανόητη βροντή εν αιθρία.
Πλάστε τον εαυτό σας, λέγω, σαν το τίποτε…» Εκτός από τα αγάλματα του Πλάτωνος και του Σωκράτη στο προαύλιο της Ακαδημίας Αθηνών, εντός της Ακαδημίας τα αγάλματα πολλαπλασιάζονται και πολεμούν το ένα το άλλο. Χωρίς, εντούτοις, οι ζώντες που τα εκπροσωπούν, να συνειδητοποιούν ότι είναι από γύψο σαν τα αγαλματάκια στις προθήκες των τουριστικών καταστημάτων γύρω από την Ακρόπολη. Όταν τύχει και αντιληφθούν την ευθραυστότητά τους, τα «αγάλματα» τρέχουν στα δικαστήρια. Να μια περίπτωση που απασχολεί τα μέγιστα την Ακαδημία – αφήνοντας αδιάφορη όπως είναι φυσικό, την κοινή γνώμη, εκτός από τρία ad hoc άρθρα στον ημερήσιο τύπο – είναι η περίπτωση του Ιδρύματος Ιατρικών και Βιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών που, ενώ ανήκει οργανικά στην Α’ Τάξη Θετικών Επιστημών της Ακαδημίας με μέλη κατά προτεραιότητα ιατρούς και βιολόγους, παρά ταύτα, η Ακαδημία “δεν εξέλεξε κανένα ιατρό ή βιολόγο” κατά τη συνεδρίαση της 13ης Νοεμβρίου του 2019. Αποτέλεσμα; Το ζήτημα να παραπεμφθεί στη Νομική Επιτροπή της Ακαδημίας, η οποία διαπίστωσε ότι η απόφαση ήταν «καταφανώς αντίθετη προς το γράμμα και το πνεύμα της νομοθετικής διάταξης». Το εξωφρενικό όμως είναι ότι, ενώ το ΣτΕ επικύρωσε την διαπίστωση αυτή, απορρίπτοντας προσφυγή ακαδημαϊκών που επέμεναν, και παρ΄ ότι – άκουσον, άκουσον- ακολούθησε και δεύτερη, παράνομη διαδικασία εκλογής με απορριπτική εξίσου απόφαση του ΣτΕ, ο Άδωνις Γεωργιάδης επικύρωσε την εκλογή παρακάμπτοντας την απόφαση του ΣτΕ, κι αναγκάζοντας τον ακαδημαϊκό γιατρό Χαράλαμπο Ρούσσο να διερωτηθεί σε πρόσφατη συνέντευξή του: «Τι κάνουμε στην Ακαδημία Αθηνών; Διδάσκουμε την παρανομία στην ελληνική κοινωνία; Υπακούμε στο Νόμο και στο ΣτΕ ή γράφουμε στα παλιά μας τα παπούτσια τη Δικαιοσύνη;»
Τί είπε ο Υπουργός με τους ακαδημαϊκούς που τους συνάντησε στο γραφείο του ή μάλλον τί του είπαν και αποδέχτηκε να τροποποιήσει το νόμο; Αυτό δεν το γνωρίζω. Ξέρω όμως
ότι ακαδημαϊκοί σε γραφείο Υπουργού σημαίνει lobbing. Θέλει ο Ρούσσος να τα πάρει όλα; Μα δεν τα είχε και πριν γίνει ακαδημαϊκός; Όμως υπάρχει ένα βαθύτερο ζήτημα αρχής στο οποίο επιμένει: «Η Ακαδημία δεν μπορεί να δίνει το παράδειγμα της παρανομίας και της αδιαφορίας προς τις δικαστικές αποφάσεις.» Είμαι περίεργος, αν και η τρίτη προσφυγή του Χαράλαμπου Ρούσσου στο ΣτΕ -που του την συνιστώ-, θα απορριφθεί υπό την «κάλυψη» πάντα του νόμου του Υπουργού Ανάπτυξης. Και καλά οι παρανομίες των κοινών θνητών, αλλά και των αθάνατων «αγαλμάτων»; Εξ ου και βλέπω τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη απ’ έξω, να τα μαζεύουν και να το βάζουν στα πόδια προς την Ομόνοια με το traffico…