Ο Χάρβεϊ Γουάινστιν, άλλοτε πανίσχυρος παραγωγός του Χόλιγουντ, καταδικάστηκε σήμερα σε φυλάκιση 16 ετών για τον βιασμό μιας ηθοποιού το 2013 στο Λος Άντζελες.

Ως εκ τούτου, ο 70χρονος πρώην «βασιλιάς» του κινηματογράφου – παραγωγός βραβευμένων επιτυχιών όπως το «Pulp Fiction» – είναι πιθανό να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή, καθώς εκτίει ήδη ποινή κάθειρξης 23 ετών μετά την καταδίκη του το 2020 στη Νέα Υόρκη για βιασμό και σεξουαλικές επιθέσεις.

Πριν από την ανακοίνωση της ποινής, ο Γουάινστιν είχε γνωστοποιήσει πως σκοπεύει να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης του δικαστηρίου του Λος Άντζελες.

Έπειτα από εβδομάδες επίπονων ακροαματικών διαδικασιών, που συχνά διακόπτονταν από τους λυγμούς των μηνυτριών, ο εισαγγελέας περιέγραψε τον Γουάινστιν ως ένα πανίσχυρο τέρας, ένα «αρπακτικό» του οποίου η επιρροή στο Χόλιγουντ – οι ταινίες που παρήγαγε είχαν περισσότερες από 330 υποψηφιότητες για Όσκαρ και είχαν τιμηθεί με 81 αγαλματίδια – εμπόδιζε για καιρό τα θύματά του να μιλήσουν, φοβούμενα συνέπειες στην καριέρα τους.

Οι συνήγοροι υπεράσπισης αμφισβήτησαν τις καταθέσεις των τεσσάρων μηνυτριών, υπογραμμίζοντας την απουσία ιατροδικαστικών αποδεικτικών στοιχείων.

Οι ένορκοι ήταν διχασμένοι. Έκριναν ένοχο τον Γουάινστιν για όλες τις κατηγορίες που αφορούσαν μία από τις ενάγουσες, τον αθώωσαν για εκείνες μιας δεύτερης γυναίκας και δεν απεφάνθησαν για τις καταγγελίες των υπολοίπων δύο.

Οι δημοσιογραφικές έρευνες, που είχαν αποκαλύψει τις πρώτες κατηγορίες το 2017, είχαν προκαλέσει το παγκόσμιο κίνημα #MeΤοο ενάντια στη σεξουαλική κακοποίηση και παρενόχληση.

Συνολικά σχεδόν 90 γυναίκες, μεταξύ των οποίων η Αντζελίνα Τζολί, η Γκουίνεθ Πάλτροου και η Ροζάνα Αρκέτ, έχουν κατηγορήσει τον Χάρβεϊ Γουάινστιν για παρενόχληση, σεξουαλικές επιθέσεις ή βιασμούς. Όμως η προθεσμία παραγραφής είχε περάσει σε πολλές από αυτές τις υποθέσεις, μερικές από τις οποίες χρονολογούνται από το 1977.

Κατηγορίες εναντίον του πρώην παραγωγού έχουν απαγγελθεί και στο Ηνωμένο Βασίλειο για σεξουαλικές επιθέσεις που χρονολογούνται από το 1996.