Πενήντα ακριβώς χρόνια συμπληρώνονται σήμερα, από τον θάνατο της εμβληματικής ηθοποιού Κατίνας Παξίνου, στις 22 Φεβρουαρίου 1973.

Οι ερμηνείες της στη θεατρική σκηνή και στα κινηματογραφικά πλατό ξεπέρασαν τα ελληνικά σύνορα και την κατέστησαν ηθοποιό παγκοσμίου φήμης με όλη τη σημασία της φράσης.

Η Κατίνα Παξινού ανήκει σε αυτούς που με τον τρόπο δουλειάς τους και την προσωπικότητά τους διαμόρφωσαν το ελληνικό θέατρο και τον ελληνικό πολιτισμό.

Την επομένη του θανάτου της «ΤΟ ΒΗΜΑ» γράφει:

«Ο θάνατος της Κατίνας Παξινού στερεί την ελληνική σκηνή, εκτός από ένα μεγάλο ταλέντο, και από μία μοναδική έντονη προσωπικότητα, γεμάτη ζωή και πνεύμα (…)

«Δεν θα μπορούσε να μην αναφερθή και η συμπάθεια που έδειχνε στους νέους ηθοποιούς, το πραγματικό ταλέντο και την έφεσή τους για το θέατρο. Γρήγορα ανακάλυπτε και όταν μπορούσε βοηθούσε με όλη της την δύναμη και την πείρα που διέθετε».

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 24.2.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Τα λόγια των σπουδαίων

Τα λόγια σπουδαίων ανθρώπων της Τέχνης και του Πνεύματος για τον θάνατο της Παξινού, αποτυπώνουν και το μέγεθος του ταλέντου και της προσωπικότητάς της.

Κάρολος Κουν
«Δεν υπάρχει τίποτε εκτός από σιωπή, για να εκφράση κανείς την λύπη του για την τόσο μεγάλη απώλεια του θεάτρου μας»

Kατίνα Παξινού, Αλέξης Μινωτής

Μάριος Πλωρίτης
«Δεν πενθούμε μόνο μια σπουδαία ηθοποιό και  μια μαγνητική προσωπικότητα. Πενθούμε και μια κορυφαία εκπρόσωπο της Μεγάλης του Θεάτρου Σχολής – της Σχολής που έδινε στην σκηνική ερμηνεία και πάθος και βάθος και μέγεθος και μεγαλείο, της Σχολής που είχε κάνει την σκηνή όχι μόνο μέσο ζωής αλλά και όρο και όριο ζωής. Ήταν βέβαιο πως η Κατίνα Παξίνου απ’ την ώρα που δεν θα μπορούσε πια να παίξη, δεν θα μπορούσε πια και να ζη».

Άγγελος Τερζάκης
Αισθάνομαι συντριμένος, μου έκανε την τιμή να πρωταγωνιστήση σε έργα μου και αυτό είναι μια εύνοια που δεν θα την ξεχάσω. Πέρα όμως και πάνω από αυτό θρηνώ την μεγάλη καλλιτέχνιδα που φεύγοντας αφήνει ένα κενό βαθύ και στη σκηνή και στην καρδιά μας».

Μαρία Κάλλας, Κατίνα Παξινού

Βιογραφία

Η ζωή και το έργο της

  • Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1900
  • Σπούδασε φωνητική στο Ωδείο της Γενεύης και στις Δραματικές Σχολές του Βερολίνου και της Βιέννης
  • 1929: Εμφανίσθηκε στο «Θέατρο Μαρίκας Κοτοπούλη» στο έργο «Γυμνή Γυναίκα».
  • 1930 – 1931: Συγκροτεί θίασο με τον Αιμίλιο Βεάκη και τον Αλέξη Μινωτή. Ανεβάζουν τα έργα “ Πόθοι κάτω από τις Λεύκες»
  • 1931 – 1940: Πρωταγωνιστεί σε παραστάσεις του ελληνικού Βασιλικού θεάτρου με τις οποίες εμφανίζεται και στο εξωτερικό (Λονδίνο, Βερολίνο, Φρανκφούρτη)
  • 1941: Πρωταγωνιστεί σε παράσταση που δόθηκε στο Duchess Theater του Λονδίνου. Υποδύεται την κυρία Άλβινγκ στους «Βρυκολάκες». Η ερμηνεία της αυτή θα χαρακτηριστεί ως μία από τις κορυφαίες της καριέρας της.
  • 1942: Εμφανίζεται στο Broadway, ως «Έντα Γκάμπλερ» στο Θέατρο «Λανγκέιγκρ”.
  • 1944. Βραβεύεται με το Όσκαρ Δεύτερου Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία «Για ποιον χτυπά η καμπάνα» (For Whom the Bell Tolls)
  • 1947. Πρωταγωνιστεί σε δεκάδες παραστάσεις αρχαίου, κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου του Βασιλικού Θεάτρου.
  • 1951. Πρωταγωνιστεί σε παραστάσεις που δόθηκαν στο Αnda Playhouse της Νέας Υόρκης. Ερμηνεύει την Μπερνάρντα Αλμπα.
  • 1955 και μετά. Με τον Αλέξη Μινωτή, που είναι και ζευγάρι στη ζωή, αποτελούν «τα βασικά στελέχη που στήριξαν και έδωσαν κύρος στα πρώτα χρόνια του Φεστιβάλ Επιδαύρου και του Φεστιβάλη Αθηνών»
  • 1960. Συμπρωταγωνιστεί με τον Αλέν Ντελόν στην ταινία του Λουκίνο Βισκόντι, «Ο Ρόκο και τ’ αδέρφια του».
  • 1967. Αποχωρεί με τον Αλέξη Μινωτή από το Εθνικό Θέατρο και λίγο αργότερα δημιουργούν δικό τους θίασο.
  • 1971 – 1972. Το τελευταίο έργο που ερμήνευσε για το αθηναϊκό κοινό – ήταν ο πρωταγωνιστικός ρόλος της «Μάνας Κουράγιο» του Μπρεχτ.

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας και ο Κώστας Πολίτης μαζί με πλήθος συναδέλφων και κόσμου συνοδεύουν την Κατίνα Παξινού στην τελευταία της κατοικία

Συλληπητήρια

Όπως αναφέρει «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 27ης Φεβρουαρίου: «Οι πολιτικοί κρατούμενοι των φυλακών Κορυδαλλού (σ.σ. το πολίτευμα έχει καταλύθει από τη Χούντα της 21ης Απριλίου 1967) απέστειλαν το εξής τηλεγράφημα: “Πολιτικοί κρατούμενοι φυλακών Κορυδαλλού συμμετέχουν βαρύ πανελλήνιο πένθος για τον χαμό μεγάλης φίλης των Κατίνα Παξινού».

Μεγάλη, επίσης, εντύπωση προκαλούν τα ονόματα των καλλιτεχνών του εξωτερικού που εξέφρασαν τη λύπη τους για τον θάνατο της Κατίνας Παξινού:

«Ένα τηλεγράφημα του Εθνικού Θεάτρου του Λονδίνου υπογράφουν ο λόρδος Λώρενς Ολίβιε, ο Κέννεθ Ραίη και ο Κέννεθ Τάϋναν. Άλλοι ηθοποιοί και σκηνοθέτες που έστειλαν συλλυπητήρια τηλεγραφήματα είναι: ο Βιττόριο Γκάσμαν, ο Λουτσίνο Βισκόντι, ο Βιττόριο ντε Σίκα, η Ίνγκριντ Μπέργκμαν, ο Ζύλ Ντασέν, η Νταίημ Τζούντιθ Άντερσον (…), ο μαέστρος Νικόλα Ρεσίνιο, η σκηνοθέτις Μαργαρίτα Βάλμαν (…) η μεγάλη Ιταλίδα ηθοποιός Σάρρα Φεράτι»

Το αντίο του Τερζάκη

Στον επικήδειο που εκφώνησε ο Άγγελος Τερζάκης, απευθυνόμενος προς την εκλειπούσα μεταξύ άλλων ανέφερε:

«Δεν είναι πως υπηρέτησες το θέατρο. Υπηρέτησες εκείνο το θέατρο που δεν χρειάζεται παρά μόνο το λόγο και μιαν αυλαία.

»Το λέμε, κάποιοι αμετανόητοι, το Μεγάλο Θέατρο. Σ’ εκείνο χώραγε το ανάστημά σου, μόνον εκεί μπορούσες να δικαιωθείς. Και ήσουν μια από τις λιγοστές μέσα στον κόσμο μορφές τις άξιες να το δικαιώνουν. Πρόβαλες την Ελλάδα στο παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό πια λέγεται Τέχνη που γράφει Ιστορία.

»Τώρα που μας φεύγεις, δεν θρηνώ γιατί πληρώνεις τον αδυσώπητο φόρο της ανθρώπινης μοίρας. Θρηνώ το Θέατρο (…) Βλέπω στον αέρα δραματικά πρόσωπα γεννημένα από ποιητές μεγάλους, που δίχως εσένα θα περιφέρονται στο εξής σαν ψυχές ανεμοδιωγμένες, ψάχνοντας να βρουν κορμί για να ενσαρκωθούν».

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 25.2.1973, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Η τελευταία κριτική

Αναφορικά με τους πολλούς και σπουδαίους ρόλους που ερμήνευσε η Κατίνα Παξινού, ο κριτικός θέατρου Κώστας Γεωργουσόπουλος γράφει στο «ΒΗΜΑ» της 25ης Φεβρουαρίου 1973:

«Χάρισε το πρόσωπό της σε εκατοντάδες ποιητικές μορφές και δεν έχασε την ιθαγένειά της. Όταν στο μέλλον θα θέλουμε να παραπέμπουμε σε ένα αυθεντικό ελληνικό τρόπο υποκριτικής, εκείνη θα θυμόμαστε και το Βεάκη. Είχε την αμεσότητα της ζωντανής παρουσίας, της οικείας και ταυτόχρονα της μοναδικής. Αυτό την έκανε τραγωδό.