Εννέα μήνες μετά την πρωτόδικη απόφαση που τον καταδίκασε στην ποινή των ισοβίων, επιπλέον 11,5 χρόνια κάθειρξη και χρηματική ποινή 21.000 ευρώ, ο καταδικασμένος για τη στυγερή δολοφονία της συζύγου του, Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, οδηγείται και πάλι ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Με νέα νομική εκπροσώπηση – διέκοψε τη συνεργασία με τον μέχρι πρότεινος δικηγόρο του Αλέξανδρο Παπαϊωαννίδη – Θα δικαστεί σε δεύτερο βαθμό, από το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας για τη δολοφονία της νεαρής Καρολάιν, τον Μάιο του 2021.
Το στοίχημα του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου για την εκδίκαση της υπόθεσής του σε δεύτερο βαθμό είναι να επιτύχει ότι τέλεσε τη συζυγοκτονία «εν βρασμώ ψυχικής ορμής» ή να εξασφαλίσει κάποιο ελαφρυντικό ή ακόμη καλύτερα για αυτόν και τα δύο μαζί. Και αυτό για να σπάσει την ποινή της ισοβίου κάθειρξης που τον βαραίνει από την πρώτο δικαστήριο.
Αυτό επιδίωξε άλλωστε και σε πρώτο βαθμό, όμως οι δικαστές του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών δεν πείστηκαν από τους ισχυρισμούς του, ότι δηλαδή όλα έγιναν υπό το καθεστώς εντονότατης συναισθηματικής φόρτισης και άρα βρισκόταν εν βρασμώ. Δεν έπεισε επίσης ότι δικαιούται την αναγνώριση ελαφρυντικού.
Το έγκλημα στα Γλυκά νερά και ο σύζυγος – δράστης
Το «έγκλημα στα Γλυκά Νερά» είχε προκαλέσει σοκ σε χιλιάδες πολίτες εντός και εκτός της χώρας όχι μόνο γιατί το θύμα ήταν Βρετανίδα υπήκοος ή και εξαιτίας της ιδιαίτερης σκληρότητας που μαρτυρούσαν τα πρώτα στοιχεία, αλλά κυρίως γιατί αποδείχθηκε πως αυτό που ο ίδιος ο δράστης εμφάνιζε ως μία άγρια ληστεία μετά φόνου αποδείχθηκε 37 ημέρες μετά, μια αποτρόπαιη δολοφονία, μία συζυγοκτονία.
Επί έναν μήνα ο 34χρονος ισχυριζόταν ότι ο θάνατος της Καρολάιν που ξεψύχησε πλάι στην 11 μηνών κόρη της καθώς και ο θάνατος της σκυλίτσας Ρόξυ, που βρέθηκε κρεμασμένη στην κουπαστή της εσωτερικής σκάλας του σπιτιού, ήταν αποτέλεσμα ληστείας. Ο 34χρονος περιέγραφε κλαίγοντας στους αστυνομικούς, τις φρικιαστικές στιγμές που έζησε όταν μπήκαν στο σπίτι οι τρεις ληστές οι οποίοι πήραν χρήματα και έφυγαν αφήνοντας πίσω τους νεκρή την 20χρονη σύζυγο του Καρολάιν Κράουτς και το σκυλάκι που είχε υιοθετήσει η γυναίκα.
Οαγωνιώδης ασφυκτικός θάνατος, η σκηνοθεσία της ληστείας μετά φόνου και το ρεσιτάλ υποκρισίας
Επί 37 ημέρες ο πιλότος δήλωνε συγκλονισμένος από τη δολοφονία της γυναίκας του και έδινε περιγραφές των δραστών ενώ εξέφραζε την εμπιστοσύνη του στις Αστυνομικές Αρχές πως θα καταφέρουν να βρουν τους αδίστακτους ληστές για να πληρώσουν για το άγριο έγκλημα.
Τα ευρήματα της Αστυνομίας, το βιομετρικό ρολόι του θύματος, το κινητό τηλέφωνο του δράστη που αποκάλυψε τις κινήσεις του μέσα στο σπίτι και άλλα δεδομένα, τελικά αποκάλυψαν μία πραγματικότητα που πολλοί είχαν αρχίσει να υποψιάζονται: Ο Αναγνωστόπουλος στις 4.30 το πρωί της επίμαχης μέρας σκότωσε την 20χρονη σύζυγό του την ώρα που κοιμόταν και με την οποία είχαν καυγαδίσει τρεις ώρες πριν. Ο δράστης φέρεται να πήγε επί τούτου. Επί έξι ολόκληρα λεπτά με ένα μαξιλάρι «απόφραξε βίαια τις αεροφόρους οδούς του θύματος που κοιμόταν» προκαλώντας στην 20χρονη «έναν αγωνιώδη ασφυκτικό θάνατο».
Η νεαρή γυναίκα βρέθηκε με ένα ύφασμα τυλιγμένο στο λαιμό της, δεμένη πισθάγκωνα με το μωρό της να κοιμάται ακουμπισμένο στην πλάτη της.
Αυτά τα «έξι λεπτά» όπου το θύμα πάσχιζε να αναπνεύσει, χτυπιόταν και τραντάζονταν για να κερδίσει μία ανάσα, ήταν στοιχείο καίριας σημασίας για τους δικαστές του ΜΟΔ οι οποίοι αρνήθηκαν την εκδοχή που υποστηρίζει ο 34χρονος περί εν θερμώ αντιδράσεων του σε έναν έντονο καυγά που είχε με την Καρολάιν. «Ήταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση» έκρινε το Δικαστήριο «είχε τον χρόνο να υπαναχωρήσει πλην όμως δεν λειτούργησαν οι ανασταλτικοί μηχανισμοί» αποφάνθηκε για αυτά τα μοιραία έξι λεπτά υπογραμμίζοντας ότι νωρίτερα, το διάστημα από τον διαπληκτισμό έως το έγκλημα αποκλείει εντελώς την «αιφνίδια υπερδιέγερση του συναισθήματος» του δράστη.