Ο Τζανής Πολυκανδριώτης, η ιστορία του οποίου είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο, όταν σε ηλικία 10 ετών έμεινε 24 ώρες εγκλωβισμένος στα ερείπια του σπιτιού του, μίλησε στην εφημαρίδα «ΤΑ ΝΕΑ» εξηγώντας το πως ένιωσε βλέποντας τα όσα έλαβαν χώρα στη γειτονική Τουρκία.
Ο φονικός σεισμός του ’99 στην Πάρνηθα, είχε αφήσει πίσω του 143 νεκρούς, ένας εκ των οποίων ήταν και ο 64χρονος πατέρας του Τζανή, Παναγιώτης Πολυκανδριώτης, ο οποίος έκανε το σώμα του ασπίδα προκειμένου να προστατεύσει από τα ντουβάρια που κατέρρεαν τα τρία του παιδιά.
Τα πλάνα με τους απεγκλωβισμούς μετά τα 7,8 ρίχτερ με τα οποία χτύπησε ο Εγκέλαδος Τουρκία και Συρία την 6η Φεβρουαρίου ξύπνησαν στον 33χρονο Τζανή (ιδιωτικό υπάλληλο σήμερα) μνήμες από τις εφιαλτικές στιγμές που πέρασε ο ίδιος κάτω από τα χαλάσματα του σπιτιού του – της πολυκατοικίας επί της οδού Τατοΐου 131 στη Μεταμόρφωση -, εκεί όπου μέσα σε 15 δευτερόλεπτα έχασε τον πατέρα του, το σπίτι του και το δεξί του πέλμα, το οποίο εκ των υστέρων χρειάστηκε ακρωτηριασμό.
Τώρα που ο ίδιος είναι πλέον μπαμπάς της 7χρονης Λυδίας – Μαρίας, ο Τζανής μιλάει στα «ΝΕΑ» για το μεσημέρι εκείνο που του άλλαξε τη ζωή, ανακαλώντας καρέ καρέ την τραγωδία που εκτυλίχθηκε μπροστά στα παιδικά του μάτια, ενώ, με τη ματιά του ενηλίκου, μοιράζεται τις πρώτες σκέψεις του για τη συμφορά που βρήκε τον γειτονικό λαό της Τουρκίας.
«Βρήκε τους ανθρώπους στον ύπνο»
«Μόλις το είδα, είπα αμέσως «ωχ, βρήκε τους ανθρώπους κυριολεκτικά στον ύπνο». Ειδικά η εικόνα του πατέρα που κρατούσε το χέρι της νεκρής του κόρης ήταν για μένα μαχαίρι στην καρδιά. Βλέπαμε με τη μάνα μου τις εικόνες στην τηλεόραση και της λέω «αν εγώ ήμουν 24 ώρες και μου φάνηκε αιώνας, πόσο δύσκολο θα ‘ναι για αυτούς τους ανθρώπους». Μου ήρθε στο μυαλό και η απροσεξία όσων χτίζουν σπίτια, επειδή κι εμείς είχαμε το ίδιο πρόβλημα τότε. Είχε αγοράσει ο πατέρας μου τον δεύτερο όροφο και τον αέρα και φώναξε μηχανικό, ο οποίος του είπε «εδώ σηκώνει ουρανοξύστη». Και τελικά έπεσε και μας πλάκωσε. Αν μας είχε πει «κάτι δεν πάει καλά εδώ», ίσως να ζούσε ο πατέρας μου και το ζευγάρι που σκοτώθηκε στον πρώτο», αναφέρει ο Τζανής και για λίγο επιστρέφει κάτω από τα ερείπια του σπιτιού του, σε εκείνα τα δραματικά δευτερόλεπτα που η ζωή του κρεμόταν από μια κλωστή.
«Μας έσωσε ο πατέρας μας»
«Γίνεται ο σεισμός, τρέχω στο δωμάτιο του πατέρα μου και πέφτει το καλοριφέρ στις πατούσες μου. Από την πρώτη στιγμή, ο πατέρας μου δεν μας μιλούσε. Είχε φύγει από τη ζωή. Η πλάκα είχε πέσει στο σώμα του και κάτω από το κενό που δημιουργήθηκε, το τρίγωνο της ζωής που λένε, ήμουν εγώ και οι αδερφές μου. Λίγα εκατοστά να ήμουν πιο αριστερά ή δεξιά, τώρα δεν θα ζούσα. Θυμάμαι ότι παρακαλούσα να είναι ένας εφιάλτης, έλεγα στην αδερφή μου «ρίξε μου μπουνιά να ξυπνήσω». Φωνάζαμε να μας ακούσουν για να καταλάβουν πού είμαστε. Η μαμά μου ήταν στη δουλειά. Η τρύπα ανοίχτηκε μετά από 13 ώρες, γιατί φοβόντουσαν μη γίνει κατολίσθηση και σκοτωθούμε. Βοήθησα τις αδερφές μου να βγουν και μετά προσπάθησαν να βγάλουν εμένα, αλλά το καλοριφέρ μού είχε πλακώσει τα πόδια και δεν ήταν εύκολο. Ημουν με ένα σορτσάκι, μες στα αίματα, χωρίς μπλούζα, τραυματισμένος, με τη ζωή μου να κρέμεται από μια κλωστή. Δεν φοβόμουν, θυμάμαι είχα αγριέψει γιατί αισθανόμουν έντονα το ένστικτο της επιβίωσης. Πρόσφατα, είδα πρώτη φορά σε βίντεο τη μάνα μου πώς ήταν απ’ έξω, που άκουγε τον κόσμο να λέει «αποκλείεται να βγει ζωντανός από εκεί μέσα»».
Οσο για την τρέχουσα φημολογία για έναν ισχυρό σεισμό πέριξ του λεκανοπεδίου Αττικής, όπως αναφέρει ο ίδιος, το μόνο που τον καθησυχάζει είναι ο νόμος των πιθανοτήτων. «Αν και μένω σε μονοκατοικία, μετά τον σεισμό στην Τουρκία το σκέφτομαι λίγο. Λέω «λες να γίνει κάτι τέτοιο κι εδώ;». Αλλά μετά λέω «δεν νομίζω να είμαι πάλι κάπου και να πέσει το κτίριο». Θα είναι πολύ μαύρη η τύχη μου αν μου ξανασυμβεί κάτι τέτοιο».