Ζωή και θάνατος. Φως και σκοτάδι. Χαρά και πένθος. Δήμητρα και Περσεφόνη. Χειμώνας και Άνοιξη. Σημαντικής συμβολικής αξίας δίπολα που δείχνουν έναν ατελεύτητο κύκλο στον οποίο χωρούν όλα, εντάσσονται όλα, δεν εξαιρείται τίποτα.
Όπως το σημερινό Ψυχοσάββατο, ξεχωριστό από όλα τα υπόλοιπα του χρόνου, που τελείται μέσα στη χρονική περίοδο της Αποκριάς, της γιορτής και του ξεφαντώματος.
«Αξιοσημείωτο είναι πως, μολονότι μπορεί να φαίνεται αντιφατικό, η χαρά του Καρναβαλιού και η θλίψη για τα Μνημόσυνα των Ψυχοσάββατων του Τριωδίου, διέπουν συμπληρωματικά τις εθιμικές εκδηλώσεις που υπογραμμίζουν συμβολικά τον αέναο κύκλο του θανάτου και της αναγέννησης στο πέρασμα των εποχών», υπογραμμίζει η Δόκτωρ Ζωή Ν. Μάργαρη, ερευνήτρια του Κέντρου Έρευνας της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών. Το διπολικό σχήμα «θάνατος-ανάσταση/αναγέννηση» που χαρακτηρίζει τα αποκριάτικα έθιμα, τα οποία, μέσα από μια σειρά παραδοσιακών μεταμφιέσεων και μιμοδραματικών παραστάσεων, προηγούνται της Άνοιξης και της Ανάστασης, στην ουσία για να τις προαναγγείλουν.
Γιατί, αφού όλα τα Σάββατα είναι των ψυχών, διακρίνουμε τέσσερα Ψυχοσάββατα μέσα στο χρόνο;
Κατά την ορθόδοξο Χριστιανική Εκκλησία όλα τα Σάββατα είναι των ψυχών και η Σαββατιάτικη Θεία Λειτουργία αφιερωμένη στους κεκοιμημένους.
Τούτο εδώ όμως το Σάββατο, το προ της Κυριακής της Αποκριάς, αντιμετωπίζεται από την εκκλησία και τους πιστούς ως ιδιαίτερο, ξεχωριστό. Μεταξύ των Σαββάτων επίσης διακρίνονται και τα δύο επόμενα όπως και το Ψυχοσάββατο πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής, γνωστό και ως «Χρυσά Κόλλυβα».
Και ξεχωρίζουν από όλα τα άλλα καθώς αυτά τα μνημόσυνα αφορούν όλους τους κεκοιμημένους ακόμη και αυτούς που δεν είχαν κανέναν ώστε μετά το θάνατό τους να φροντίσει να τους μνημονεύσει.
Η Προέλευση των μνημοσύνων χάνεται στο βάθος της Αρχαιότητας
Τα μνημόσυνα είναι πανάρχαιο έθιμο. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως με δεήσεις, θυσίες και προσφορές ήταν δυνατόν να πετύχουν τη συγγνώμη των Θεών για τα αμαρτήματα των νεκρών (Ιλιάδα Ι 497). Υπήρχαν μάλιστα και ιερείς αγύρτες που επισκέπτονταν τις οικίες των πλουσίων, ισχυριζόμενοι πως είχαν από τους θεούς την εξουσία να συγχωρούν τις αμαρτίες «ζώντων και νεκρών» με κατάλληλες γι΄ αυτές ιεροτελεστίες και θυσίες (Πλάτων, Πολιτεία Β’ 364).
Οι αρχαίοι Έλληνες τελούσαν μνημόσυνο την 3η, την 9η και την 30ή από τις ημέρας θανάτου, καλούμενο το τελευταίο «τριακάς» όπου γινόταν και νεκρόδειπνο, καθώς και κατ ’έτος κατά την επέτειο των γενεθλίων του αποθανόντος. Στο Άργος το πρώτο μνημόσυνο γινόταν υπέρ του νεκρού προς τιμή όμως του Απόλλωνα, το δε της 30ης προς τιμή του Ερμή. Γενικά σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο τελούνταν μνημόσυνα καλούμενα «Νεκύσια» με προσφορές οίνου, ελαίου, αρωμάτων και με θυσία κόκορα ή κότας, χρώματος όμως κατά κανόνα μαύρου.
Κατά συνέπεια τα μνημόσυνα των Χριστιανών φαίνεται ότι αποτελούν ιστορική συνέχεια του αρχαίου ελληνικού εθίμου, τόσο κατά πεποίθηση, όσο και κατά περιόδους τέλεσης.
Τα ψυχοσάββατα , η λατρεία στο Διόνυσο και οι δικές μας αποκριές.
Η αρχή του Τριωδίου αναγγελλόταν με πυροβολισμούς και με ταμπούρλα και γινόταν ιδιαίτερα αισθητή την Τσικνοπέμπτη. Όπως αναφέρει λαογράφος Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης.
«Την Τσικνοπέμπτη, σφάζονται σε πολλά μέρη τα χοιρινά, κυρίως στη νότια Ελλάδα και σε ορισμένα νησιά. Το Σάββατο όμως της ίδιας εβδομάδας, καθώς και τα δύο επόμενα Σάββατα, της Τυρινής και εκείνο της πρώτης εβδομάδας της Σαρακοστής, των Αγίων Θεοδώρων, είναι αφιερωμένα στη μνήμη των πεθαμένων.
Στα Ψυχοσάββατα αυτά φαίνεται ότι συνεχίζεται αρχαία συνήθεια, αν λάβουμε υπόψη ότι στα Ανθεστήρια, που τελούνταν στην αρχαία Αθήνα την ίδια περίπου εποχή που σήμερα είναι οι Αποκριές, η τρίτη ημέρα, οι Χύτροι, ήταν ημέρα των ψυχών, με προσφορές ένα μίγμα διαφόρων καρπών που ονόμαζαν «πανσπερμία ή πανκαρπία» και σπονδές από νερό πάνω στους τάφους».
Πολλοί σχετίζουν τα Ψυχοσάββατα με τα Ελευσίνια. Μπορεί να μη συνέπιπταν χρονικά όμως η μύηση στις τελετουργίες αποσκοπούσε στη συμφιλίωση με το θάνατο και την προσδοκία της μεταθανάτιας ζωής και γι’ αυτό το λόγο είχε μεγάλη απήχηση την εποχή εκείνη.
Στα Ψυχοσάββατα οι ψυχές κάθονται επάνω στα δέντρα και τα βλαστάρια του αμπελιού, γι’ αυτό δεν κόβουν ως τότε βλαστάρια, μήπως πέσουν οι ψυχές που είναι καθισμένες επάνω σε αυτά και κλάψουν.
Σύμφωνα με τον λαογράφο μελετητή Γεώργιο Δημητροκάλλη, «τούτο το κάθισμα των ψυχών πάνω στα δέντρα έχει ρίζες προχριστιανικές, κι έχουμε παραστάσεις αρχαίες, κι ακόμα και χριστιανικές, κι ας μην το ‘χει στις διδαχές του ο χριστιανισμός.
Αυτό γιατί αυτές οι δοξασίες είναι πανάρχαιες και οικουμενικές, αποκαλούν μάλιστα των φύλλων του δάσους το θρόισμα, ψυχοθρόισμα, μουρμούρισμα των ψυχών».
Τα κόλλυβα, ένα πολύ παλιό έθιμο με ρίζες στην προ Χριστού εποχή.
Η λέξη κόλλυβα έχει αρχαία ελληνική προέλευση. Με τις λέξεις κόλλυβο και κόλλυβα στην αρχή εννοούσαν κάθε είδος μικρού γλυκού από σιτάρι σε σχήμα πίτας ή τα «τρωγάλιζα» και τα «τραγήματα», δηλαδή ξηρούς καρπούς (καρύδια, αμύγδαλα, σταφίδες, φουντούκια, σύκα κ.α.) καθώς και τον «εψητόν σίτον» κατά τον Βυζαντινό λεξικογράφο Σουίδα…
Σημαίνει επίσης κάθε νόμισμα μικρής αξίας, δηλαδή το πολύ λεπτό σε πάχος και αξία νόμισμα.
Ο Αριστοφάνης (424 π.Χ) τα νομίσματα τα ονομάζει «Κόλλυβους».
Αναφέρεται ότι στα πρώτα χριστιανικά χρόνια υπήρχε το έθιμο να μοιράζουν στα μνημόσυνα, κολλύβους, μικρά δηλαδή νομίσματα, σαν ελεημοσύνη: «ελεημοσύνες υπέρ αυτών που έφυγαν προς τον Κύριο στα μνημόσυνα αυτών». Έτσι κατέληξε να ονομάζουμε και το «σιτάρι», κόλλυβα.
Το έθιμο των κολλύβων είναι πάρα πολύ παλαιό. Οι ρίζες του βρίσκονται στα προ Χριστού ακόμη χρόνια.
Το σιτάρι, η κύρια τροφή του ανθρώπινου γένους, ήταν καρπός ιερός για τους αρχαίους προγόνους μας.
Στα πολύ γνωστά μας Ελευσίνια Μυστήρια γινόταν σιωπηρή επίδειξη ενός σταχυού. Σε πολλούς ακόμη τάφους οι αρχαίοι προγονοί μας έθαβαν μέσα σε μεγάλα πιθάρια σιτάρι, διότι πίστευαν ακράδαντα στη μεταθανάτια ζωή.
Οι Αθηναίοι, κατά τους χρόνους του Ισοκράτη τοποθετούσαν σιτάρι, στους τάφους των νεκρών τους. Τους δε νεκρούς τους ονόμαζαν «Δημήτριους», προς τιμήν της θεάς Δήμητρας που τους έμαθε να καλλιεργούν το σιτάρι…
Σήμερα τα κόλυβα συνδέονται με τη χριστιανική ταφή. Ωστόσο η προσφορά καρπών στους νεκρούς και μετέπειτα στους οικείους, ως κέρασμα στη μνήμη του νεκρού είναι πολύ παλιά.
Πρόκειται για μια ενέργεια συνυφασμένη με τον πόνο της απώλειας, ανεξαρτήτως εποχής, πολιτισμού, φυλής, ιστορίας και θρησκεύματος.
Γίνεται, λοιπόν, εύκολα αντιληπτό ότι όταν μοιράζουμε και όταν τρώμε τα κόλλυβα δεν κάνουμε κάτι τυχαίο, υπάρχει σε αυτήν την κίνηση ενας συμβολισμός.
«Το σπυρί του σιταριού εάν πέφτοντας στη γη δεν πεθάνει, μένει μοναχό του (και δεν πολλαπλασιάζεται) εάν όμως πεθάνει, πολύ καρπό φέρνει».
Ο Απόστολος Παύλος στην προς Κορινθίους Α’ επιστολή, κεφάλαιο 16 γράφει: «Εκείνο πού εσύ σπέρνεις δεν ζωογονείται, εάν πρώτα δεν πεθάνει» και τούτο, γιατί θάβεται στη γη το νεκρό σώμα και σαπίζει, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το σπυρί του σιταριού.
Παρομοιάζει δηλαδή το σώμα του Ανθρώπου με το σπόρο του σιταριού. Όπως ο σπόρος αυτός, αφού θαφτεί στη γη, πεθαίνει (αποσυντίθεται), για να φυτρώσει στη συνέχεια και να αποκτήσει κορμό, φύλλα και καρπό, γενόμενος πιο όμορφος απ’ ό,τι ήταν πριν, έτσι και ο άνθρωπος αφού πεθάνει, θάβεται και όταν έλθει η ώρα, θα αναστηθεί έχοντας νέο σώμα και πιο όμορφο (γιατί θα είναι άφθαρτο και απαλλαγμένο από τις γήινες ανάγκες της τροφής, της πόσης, των σαρκικών επιθυμιών κλπ).
Το σιτάρι, σύμφωνα με τους πατέρες, συμβολίζει το θάνατο, την ταφή και την ανάσταση των σωμάτων. Μόνο όμως το σιτάρι και όχι οι άλλοι καρποί (κριθάρι, βρώμη κλπ).
Ο νεκρός σαν το σιτάρι, θα διαλυθεί «εις τα εξ ων συνετέθη» και θα αναστηθεί πάλι με τη δύναμη του Θεού, κατά την κοινή Ανάσταση, με άφθαρτο πλέον σώμα…
Ποια υλικά περιέχουν τα κόλλυβα και τι συμβολίζουν ;
Το σιτάρι είναι το βασικό στοιχείο για να φτιάξει κανείς κόλλυβα όμως τα υπόλοιπα υλικά ποικίλουν από τόπο σε τόπο.
Λένε πως τα υλικά πρέπει να είναι 9 όσες και οι τάξεις των Αγγέλων και το καθένα έχει ξεχωριστό συμβολισμό.
• Το στάρι: Είναι το σύμβολο της γης και συμβολίζει και την ψυχή του νεκρού.
• Το ρόδι: Με αυτό ο Άδης κράτησε την Περσεφόνη στον κάτω κόσμο, βέβαια οι χριστιανοί με το ρόδι συμβολίζουν την λαμπρότητα του παραδείσου.
• Τα ασπρισμένα αμύγδαλα ή τα καρύδια: συμβολίζουν τα γυμνά οστά για να μας θυμίζουν την μοίρα που θα έχουμε όλοι. (Ναι λίγο μακάβριο το ξέρω.)
• Τα μπαχαρικά: Είναι τα αρώματα αυτού του κόσμου.
• Ο μαϊντανός (σε κάποιες παραλλαγές ο δυόσμος): Είναι η ευχή για ανάπαυση “εν τόπω χλοερώ“.
• Οι ξηροί καρποί: Είναι η ζωή που αναπαράγεται.
• Το τρίμμα από τα στραγάλια ή η φρυγανιά ή το αλεύρι: Συμβολίζει το ελαφρύ χώμα. (Μακριά από εδώ!)
• Η σταφίδα: Από τα αρχαία χρόνια συμβολίζει τον Διόνυσο και τη γλύκα της ζωής έως τον Χριστό που είναι η άμπελος. Και τέλος…
• Η ζάχαρη που συμβολίζει τον γλυκό παράδεισο ενώ η λευκότητά της, συμβολίζει το χρώμα του θριάμβου και το «άληκτο φώς».