Φαινόμενα αισχροκέρδειας που αναμένεται να τιμωρηθούν παρατηρήθηκαν αυτές τις μέρες, καθώς κάποιοι επιτήδειοι εκμεταλλεύτηκαν την κακοκαιρία Μπάρμπαρα και το γεγονός πως περίμενε πρόστιμο τους οδηγούς που δεν διέθεταν αντιολισθητικές αλυσίδες.
Για αυτά τα φαινόμενα στην αγορά των αλυσίδων αλλά και στα είδη τροφίμων μίλησαν στην ΕΡΤ ο γενικός γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, και ο πρόεδρος της Ένωσης Εργαζομένων Καταναλωτών Απόστολος Ραυτόπουλος.
«Προφανώς θα τιμωρηθούν»
Ο κ. Αναγνωστόπουλος ξεκαθάρισε πως όσοι πούλησαν στους καταναλωτές τις αντιολισθητικές αλυσίδες πολύ ακριβά σε σχέση με όσο τις αγόρασαν ή τις πουλούσαν στο παρελθόν, δηλαδή για όσους έχουν ξεπεράσει το περιθώριο κέρδους τους […] προφανώς θα τιμωρηθούν».
Ο ίδιος σημείωσε ότι, οι αρμόδιες υπηρεσίες μπορούν να το ελέγξουν αναζητώντας τα ηλεκτρονικά ίχνη αυτών των πωλήσεων. Ανέφερε μάλιστα πως είναι ευρέως γνωστό πως σε περιόδους μεγάλης ζήτησης οι επιχειρηματίες κερδοσκοπούν.
«Ακόμα και χωρίς καταγγελίες το γνωρίζουμε ότι υπάρχουν τέτοια φαινόμενα και γι’ αυτό το λόγο ελέγχονται», τόνισε.
Το ενδεχόμενο ενός πλαφόν
Απαντώντας σε ερώτηση για το ενδεχόμενο να μπει πλαφόν στην τιμή ανέφερε: «Η έννοια του ‘πλαφόν’ στην τιμή είναι κάτι το οποίο είναι πολύ επικίνδυνο σε μία ελεύθερη οικονομία. Αν, για παράδειγμα, βάζαμε πλαφόν στις αλυσίδες, επειδή υπήρχε πάρα πολύ μεγάλη ζήτηση, το πιο πιθανό ήταν ότι πολλές από αυτές τις αλυσίδες θα κατέληγαν στη μαύρη αγορά για να πωληθούν στις τιμές που θα ήθελε πραγματικά ο επιχειρηματίας. Θα προφασιζόταν ότι δεν έχει άλλες αλυσίδες με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εξυπηρετήσει το κοινό».
«Οι αποδείξεις θα σταλθούν στο υπουργείο»
Από την πλευρά του ο κ. Ραυτόπουλος δήλωσε ότι «αυτό το οποίο διαπιστώνουμε είναι ότι ‘ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται’. Κάθε φορά που έχουμε κάποια έκτακτη ανάγκη, το προϊόν αυτό πωλείται πάντα με καπέλο». Και όπως είπε στην Αθήνα υπάρχουν καταγγελίες για αλυσίδες, τις οποίες τις αγόραζαν 40 με 45 ευρώ και σήμερα τις αγόρασαν 70 ευρώ. Μας έχουν στείλει και αποδείξεις, τις οποίες και εμείς, με τη σειρά μας, θα στείλουμε στο υπουργείο προκειμένου να τις ελέγξει ξανά».