Το ότι η Τουρκία αποτελεί ένα «καίριο στρατηγικό σύμμαχο» της Δύσης είναι μία πεποίθηση πάνω στην οποία στηρίζονται άνθρωποι όπως ο Τζο Μπάιντεν και ο Γενς Στόλτενμπεργκ, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ. Τι θα γινόταν όμως αν αυτό δεν ισχύει πλέον; Τι κι αν ο ηγέτης της Τουρκίας, εκμεταλλευόμενος αυτή την ιδέα, προδώσει τα δυτικά συμφέροντα; Δεν θα έπρεπε αυτός ο ηγέτης να αντιμετωπίζεται ως ευθύνη, ως απειλή – ακόμη και να εξοστρακιστεί ως εχθρός;
Μπορεί η Τουρκία να ασκεί σημαντική επιρροή στο σταυροδρόμι Ευρώπης, Ασίας και Μέσης Ανατολής, ωστόσο οι ολοένα και πιο επιθετικές, αυταρχικές και σχισματικές πολιτικές που ακολουθούνται στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της εδώ και δύο δεκαετίες από τον «σουλτάνο» πρόεδρό της, έχουν πλήξει την αξιοπιστία και τη χρησιμότητα της, σύμφωνα με τον Guardian.
Καθώς οι πιο σημαντικές τουρκικές εκλογές της εικοσαετίας κινούνται προς μια πυρετώδη κορύφωση τον Μάιο, και καθώς οι δυτικές δημοκρατίες καλούνται να πάρουν κρίσιμες επιλογές για την Ουκρανία, έναντι της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν αλλά και για το Ιράν, τη Συρία και το Ισραήλ-Παλαιστίνη, δημιουργείται το βασικό ερώτημα: μήπως είναι καιρός για τη Δύση να παραδεχτεί ότι ο διπρόσωπος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι φίλος της;
Το μπλοκάρισμα του Ερντογάν στην προσπάθεια της Σουηδίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ είναι το πιο πρόσφατο, κραυγαλέο παράδειγμα εχθρικής συμπεριφοράς. Ισχυρίζεται ότι η Στοκχόλμη φιλοξενεί «τρομοκράτες» από την μαχητική κουρδική ομάδα PKK (Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν).
Ο Ερντογάν απαιτεί επίσης την έκδοση πολιτικών προσφύγων από τη Σουηδία, ιδίως δημοσιογράφων που θεωρεί ότι υποστήριξαν το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Ο εκφοβισμός δημοσιογράφων αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας μετά το πραξικόπημα να καταπνιγεί ο δημόσιος διάλογος, να χειραγωγηθεί το σύνταγμα και οι δικαστές, να εκκαθαριστεί ο στρατός και η δημόσια διοίκηση – και να ενισχυθεί η de facto μονοπρόσωπη κυριαρχία.
Ο Σάιμον Τίσνταλ του Guardian σημειώνει πως η Τουρκία εσκεμμένα εμποδίζει τη νόμιμη επιθυμία της Σουηδίας (και της Φινλανδίας) να ενισχύσει την άμυνά της μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθώς υπονομεύει τις προσπάθειες του ΝΑΤΟ να δείξει ενότητα και αποφασιστικότητα. Δεν είναι σε καμία περίπτωση η πρώτη φορά που ο Ερντογάν ευνοεί τη Μόσχα έναντι των εταίρων του ΝΑΤΟ.
Πιο συγκεκριμένα, ο Ερντογάν παρακάμπτει τις κυρώσεις που σχετίζονται με την Ουκρανία: το εμπόριο της Τουρκίας με τη Ρωσία αυξήθηκε κατά σχεδόν 200% τους έξι μήνες μετά την εισβολή, συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων εισαγωγών ενέργειας.Στο μεταξύ, η τοποθέτησή του ως μεσολαβητής της Ουκρανίας βοηθά τον Πούτιν να διατηρήσει την προσποίηση ότι ενδιαφέρεται για την ειρήνη.
Τα σχέδια του Ερντογάν να εξαπολύσει άλλη ένοπλη εισβολή στη βόρεια Συρία έρχονται σε αντιπαράθεση με τις προσπάθειες των ΗΠΑ να στηρίξουν τη δημοκρατική αντιπολίτευση κατά του Μπασάρ αλ Άσαντ και να καταστείλουν την ισλαμιστική τρομοκρατία. Στην πραγματικότητα, οι αποσταθεροποιητικές εισβολές και οι καταλήψεις στα σύνορα της Συρίας και του Ιράκ είναι μια ακόμη επέκταση του εμμονικού πολέμου του Ερντογάν κατά των Κούρδων.
Σε έναν κανονικό δημοκρατικό αγώνα, η ανεπάρκειά του θα του κόστιζε την προεδρία.
Εάν η σχέση του Ερντογάν με τον Πούτιν, η διπλή αντιμετώπιση για την Ουκρανία, η νεο-οθωμανική υπερβολή και η συνεχής επιθετικότητα προς την Ελλάδα-μέλος του ΝΑΤΟ δεν είναι επαρκής απόδειξη κακής πίστης, τότε σκεφτείτε τον άλλο πόλεμο του – στη δημοκρατία της χώρας του. Εκτός από τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Ερντογάν έχει προκαλέσει τεράστιο χάος στην οικονομία της Τουρκίας. Ο πληθωρισμός είναι στο 58%, το βιοτικό επίπεδο πέφτει κατακόρυφα. Πάνω από το 70% των ατόμων ηλικίας 18 έως 25 ετών λένε ότι θα προτιμούσαν να ζήσουν αλλού.
Ωστόσο, τις τελευταίες εβδομάδες, αύξησε τον εθνικό κατώτατο μισθό κατά 55%, μείωσε την ηλικία συνταξιοδότησης, αύξησε τους μισθούς του δημόσιου τομέα και επέκτεινε τα προγράμματα δανείων και διαγραφής χρέους. Μία κραυγαλέα, κρατικά χρηματοδοτούμενη προσπάθεια εξαγοράς ψήφων.
Tι πρέπει να κάνει η Δύση για τον Ερντογάν
Όλα αυτά οδηγούν τον Τίσνταλ πίσω στο αρχικό ερώτημα: τι πρέπει να κάνουν οι δυτικές δημοκρατίες για τον Ερντογάν, αν υποθέσουμε ότι θα κερδίσει ξανά; Περισσότερες κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου προσωπικά, είναι μια πιθανότητα. Αμερικανοί γερουσιαστές προτείνουν ότι η Άγκυρα μπορεί να στερηθεί τα μαχητικά αεροσκάφη F-16 που υποσχέθηκε ο Μπάιντεν, εάν συνεχίσει να σαμποτάρει το ΝΑΤΟ. Οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη στην ΕΕ θα μπορούσαν να παγώσουν επίσημα, επ’ αόριστον. Ωστόσο, για να τραβήξουν όντως την προσοχή του Ερντογάν, τυχόν τιμωρητικά μέτρα θα πρέπει να προχωρήσουν περαιτέρω.
Οι επιφυλακτικοί Μπάιντεν και Στόλτενμπεργκ, θα πρέπει να υπενθυμίσουν στον Ερντογάν ότι το ΝΑΤΟ είναι μια κοινότητα αξιών και κανόνων, να καλωσορίσουν τη Σουηδία και τη Φινλανδία στη συμμαχία μέσω ψηφοφορίας και των 30 μελών και, εάν χρειαστεί, να αναστείλουν την ένταξη της Τουρκίας.
Η Τουρκία βρίσκεται σε μια δύσκολη γειτονιά. Θα μπορούσε να είναι ένας πολύτιμος σύμμαχος. Αλλά δεν είναι απαραίτητη: Αν χρειαστεί, οι δυτικές δημοκρατίες μπορούν να ζήσουν με ασφάλεια χωρίς αυτήν, καταλήγει ο Τίστνταλ.