Τυπικά, η ρητορική των ΗΠΑ παραμένει αταλάντευτη ως προς τον πόλεμο στην Ουκρανία. Στόχος παραμένει η ήττα της Ρωσίας, ώστε η κυβέρνησή της να πάρει το μήνυμα ότι δεν θα της επιτραπεί να αμφισβητήσει την εδαφική ακεραιότητα και άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ΗΠΑ έχουν χορηγήσει μεγάλες ποσότητες οπλισμού και πίεσαν τους συμμάχους τους, πρώτα και κύρια τη Γερμανία, να συνεισφέρουν με βαρέα άρματα μάχης, που θεωρούνται ότι θα διαμορφώσουν νέο συσχετισμό στα πεδία των μαχών.
Βεβαίως την ίδια στιγμή η πραγματική κατάσταση δείχνει αρκετά διαφορετική. Η Ρωσία δείχνει να έχει σταθεροποίηση τη γραμμή του μετώπου τώρα που οι δυνάμεις της μερικής επιστράτευσης έχουν ενταχθεί πλήρως και σε ορισμένα μέτωπα δείχνει να έχει και κάποια κέρδη, την ώρα που παραμένει ασαφές πόσο μεγάλη και σε ποια κατεύθυνση θα είναι η Ρωσική αντεπίθεση το επόμενο διάστημα. Την ίδια ώρα η Ρωσία δεν δείχνει να αντιμετωπίζει κάποια προοπτική οικονομικής κατάρρευσης, ενώ φαίνεται να μπορεί ακόμη να τροφοδοτήσει τις δυνάμεις στην Ουκρανία με τον αναγκαίο εξοπλισμό. Ούτε φαίνεται κάποιο μεγάλο κίνημα διαμαρτυρίας εντός της Ρωσία, ικανό να υποχρεώσει τη ρωσική κυβέρνηση σε αλλαγή πορείας.
Αυτό σημαίνει ότι είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι στον βραχύ χρόνο θα έχουμε μια μεγάλη υποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων και σημαντικά κέρδη για την ουκρανική πλευρά. Πιο σωστό θα ήταν να υποθέσουμε ότι θα πάμε σε μια παρατεταμένη σύγκρουση όπου όμως η Ρωσία δεν έχει μεγάλες απώλειες από τα εδάφη που έχει κατοχυρώσει στο πεδίο των μαχών.
Όμως αυτό θα σημαίνει και μία παράταση της σημερινής κατάστασης, με όλες τις επιπτώσεις που αυτή έχει, πρώτα από όλα την αιματοχυσία στα πεδία των μαχών και την καταστροφή ζωτικών υποδομών της Ουκρανίας, αλλά και στο επίπεδο της παγκόσμιας αποσταθεροποίησης και του κόστους που αυτή μπορεί να έχει.
Πώς βλέπει ο Μπλίνκεν τον μεταπολεμικό κόσμο
Σε αυτό το φόντο είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον ένα άρθρο του Ντέιβιντ Ιγκνάτιεφ στη Washington Post πριν από μερικές μέρες που αποτύπωνε και συζητήσεις με τον Άντονι Μπλίνκεν.
Τυπικά η παρουσίαση των απόψεων Μπλίνκεν δεν δείχνει να αποκλίνει από τη βασική αμερικανική ρητορική. Όμως, μια ματιά στις λεπτομέρειες μπορεί να δει τις αποκλίσεις από αυτή και την προσπάθεια στοχασμού της «επόμενης μέρας» μετά το τέλος του πολέμου.
Καταρχάς, έχει ενδιαφέρον ότι εμμέσως πλην σαφώς η αμερικανική κυβέρνηση δεν θέτει πλέον ζήτημα ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Ιγκνάτιεφ:
«Το πλαίσιο αποτροπής του Μπλίνκεν είναι κάπως διαφορετικό από τις περσινές συζητήσεις με το Κίεβο σχετικά με εγγυήσεις ασφαλείας παρόμοιες με το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ. Αντί για μια τέτοια επίσημη δέσμευση στη βάση συνθήκης, ορισμένοι Αμερικανοί αξιωματούχοι πιστεύουν όλο και περισσότερο ότι το κλειδί είναι να δοθούν στην Ουκρανία τα εργαλεία που χρειάζεται για να αμυνθεί. Η ασφάλεια θα διασφαλιστεί από ισχυρά οπλικά συστήματα —ιδιαίτερα θωράκιση και αεράμυνα— μαζί με μια ισχυρή, μη διεφθαρμένη οικονομία και την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση»
Μόνο που αυτό σημαίνει ότι δεν μιλάμε πλέον για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αλλά συνέχιση της ενίσχυσής της από τη Δύση. Ένα ακόμη σημείο είναι χαρακτηριστικό:
«Η Κριμαία είναι ένα ιδιαίτερο σημείο συζήτησης. Υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη άποψη στην Ουάσιγκτον και το Κίεβο ότι η ανάκτηση της Κριμαίας με στρατιωτική βία είναι μάλλον αδύνατη. Οποιαδήποτε ουκρανική στρατιωτική προέλαση φέτος στην περιφέρεια της Ζαπορίζια, τη χερσαία γέφυρα που συνδέει την Κριμαία και τη Ρωσία, θα μπορούσε να απειλήσει τον ρωσικό έλεγχο. Όμως, μιας συνολική εκστρατεία της Ουκρανίας για την κατάληψη της χερσονήσου της Κριμαίας δεν είναι ρεαλιστική, πιστεύουν πολλοί Αμερικανοί και Ουκρανοί αξιωματούχοι. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι ο Πούτιν έχει υποδείξει ότι μια επίθεση στην Κριμαία θα μπορούσε να πυροδοτήσει πυρηνική εξάπλωση. Η αμερικανική κυβέρνηση συμμερίζεται την επιμονή της Ουκρανίας ότι η Κριμαία, την οποία κατέλαβε η Ρωσία το 2014, πρέπει τελικά να επιστραφεί. Αλλά βραχυπρόθεσμα, αυτό που είναι κρίσιμο για το Κίεβο είναι ότι η Κριμαία δεν θα λειτουργεί πλέον ως βάση για επιθέσεις κατά της Ουκρανίας. Μια φόρμουλα που με ενδιαφέρει θα ήταν ένα αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς, με αναβολή των ζητημάτων τελικού πολιτικού ελέγχου. Ουκρανοί αξιωματούχοι μου είπαν πέρυσι ότι είχαν συζητήσει τέτοιες πιθανότητες με την αμερικανική κυβέρνηση»
Και το σημείο αυτό έχει μεγάλη σημασία. Δεν είναι μόνο ότι κάνει σαφές ότι η αμερικανική κυβέρνηση θεωρεί ότι δεν είναι εφικτοί οι στόχοι για «πλήρη» απελευθέρωση των εδαφών της Ουκρανίας που είναι σήμερα υπό ρωσικό έλεγχο. Το βασικό είναι ότι προτείνει μια λογική αποστρατιωτικοποιημένων ζωνών στο έδαφος της Ουκρανίας. Και μπορεί να προτείνεται για την Κριμαία θα μπορούσε να είναι και περίπου στη σημερινή ζώνη του μετώπου. Μόνο που ο συνδυασμός ανάμεσα σε μη ένταξη της Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και αποδοχή ότι ένα μέρος θα μπορούσε να είναι αποστρατικοποιημένο παραπέμπει σε μια λύση που δεν αναλογεί ακριβώς στο «ήττα της Ρωσίας».
Αλλά και η κατακλείδα του άρθρου του Ιγκνάτιεφ επίσης έχει ενδιαφέρον: «Αλλά όπως και στα τελευταία χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο σχεδιασμός έχει ήδη ξεκινήσει για τη μεταπολεμική τάξη – και την κατασκευή ενός συστήματος στρατιωτικών και πολιτικών συμμαχιών που μπορούν να αποκαταστήσουν και να διατηρήσουν την ειρήνη που διέλυσε η Ρωσία.»
Και εδώ το ζήτημα δεν είναι τόσο η ρητορική όσο ο τρόπος που επανέρχονται έννοιες όπως μια νέα αρχιτεκτονική ισορροπιών με ορίζοντα την ειρήνη που θα μπορούσε να είναι σημείο επαφής με όσα η Ρωσία παρουσίαζε πριν τον πόλεμο ως ένα σύστημα συλλογικής ασφάλειας στην Ευρώπη».
Το ερώτημα μιας νέας ρωσικής επίθεσης
Όλα αυτά δείχνουν ότι υπάρχει και μια βαθύτερη ανησυχία σε σχέση με το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στο μέτωπο. Παρά τη ρητορική περί «κολοσσιαίας αποτυχίας» της Ρωσίας που περιλαμβάνει και το συγκεκριμένο άρθρο, η πραγματικότητα είναι διαφορετικό και υπάρχει το ερώτημα εάν μια νέα μεγάλη ρωσική επίθεση θα μπορούσε να διαμορφώσει ένα νέο συσχετισμό. Σε αυτό το πλαίσιο, τοποθετήσεις όπως του Μπλίνκεν, που έμμεσα δείχνουν να προσπαθούν να προτείνουν κάτι προς τη Ρωσία γύρω από μια αποστρατικοποιημένη ζώνη, τη μη ένταξη στο ΝΑΤΟ και μια ασαφή υπόσχεση ενός συστήματος ισορροπιών θα μπορούσαν να είναι προσπάθεια να αποτραπεί το ενδεχόμενο να διαμορφωθεί ένας χειρότερος συσχετισμός στα ίδια τα πεδία των μαχών.
Οι διαρκείς ταλαντεύσεις
Όμως, παρότι φαίνεται ότι στην αμερικανική κυβέρνηση υπάρχουν δεύτερες σκέψεις, ιδίως από τη στιγμή που ακόμη και οι νέες ενισχύσεις σε βαρέα άρματα μάχης δεν θα φτάσουν τόσο σύντομα στην Ουκρανία, εντούτοις η κεντρική γραμμή παραμένει μάλλον επιθετική.
Αυτό φαίνεται από το πόσες τοποθετήσεις διαρκώς έρχονται από τη μεριά του αμερικανικού πολιτικού και διπλωματικού κατεστημένου και των θινκ τανκ του που κινούνται στο ίδιο μοτίβο της ανάγκης για ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση της Ουκρανίας με στρατιωτικό εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένων και εξελιγμένων μαχητικών αεροσκαφών (κάτι για το οποίο τουλάχιστον μέχρι τώρα η αμερικανική κυβέρνηση δείχνει επιφυλακτική). Ούτε είναι τυχαίο ότι διαρκώς επανέρχεται στο πλαίσιο της συζήτησης, η πρόταση να γίνει κατάσχεση των αποθεματικών της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας που βρίσκονταν σε Δυτικές Τράπεζες.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή και όσο δεν θα υπάρχουν μεγάλες ανατροπές στα πεδία των μαχών, το ερώτημα για μια στρατηγική εξόδου θα επανέρχεται.