Για ανελέητο πόλεμο σε βάρος της μετά τη διαβίβαση στη Βουλή της δικογραφίας για την υπόθεση της Νovartis μίλησε στην διάρκεια της απολογίας της η πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη, η οποία αρνήθηκε την κατηγορία της κατάχρησης εξουσίας που την οδήγησε στο εδώλιο καθώς και ότι δέχθηκε οποιαδήποτε υπόδειξη από τον συγκατηγορούμενό της στο Ειδικό Δικαστήριο, πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο.

Συγκεκριμένα η Ελένη Τουλουπάκη στάθηκε απέναντι στους ανώτατους δικαστές που θα την κρίνουν σε λίγο καιρό υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων τα εξής:

Υπόθεση Νοvartis

Η δικογραφία για την υπόθεση της Νοvartis σχηματίστηκε από την προκάτοχο μου το Δεκέμβριο του 2016 με αφορμή δημοσιεύματα προκειμένου να διερευνηθούν τυχόν παράνομες πρακτικές της εταιρείας Novartis Hellas ΑΕΒΕ, αλλά και άλλων φαρμακευτικών εταιρειών, κατά τη διαδικασία έγκρισης, τιμολόγησης και αποζημίωσης φαρμακευτικών σκευασμάτων.

Κατά τη διάρκεια της δίκης μου θητείας, το υλικό της έρευνας αυτής, εμπλουτίστηκε με μεγάλο αριθμό εγγράφων και κυρίως ηλεκτρονικών αρχείων χιλιάδων σελίδων, μετά από κατασχέσεις του συνόλου σχεδόν των ηλεκτρονικών αρχείων της εταιρείας. Ταυτόχρονα είχε δοθεί παραγγελία στη Γενική Επιθεωρήτρια κ . Μαρία Παπασπύρου.

Ακολούθως, όσα προέκυψαν από έγγραφα και καταθέσεις των προστατευομένων μαρτύρων, αναφορές σε εμπλοκή πολιτικών προσώπων, διαβιβάσθηκαν στις 5-2-2018 στην Βουλή των Ελλήνων αντίγραφα της σχηματισθείσας δικογραφίας ως ορίζει το Σύνταγμα και ο νόμος. Η υποβλητική μας αναφορά, δηλαδή η δική μου και των επίκουρων εισαγγελέων ελέγχθηκε από την τότε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

Κατόπιν η αναφορά της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου συνοδευόμενη από την αναφορά μου και την αναφορά των επίκουρων διαβιβάστηκαν στη βουλή για τις πράξεις: α) της απιστίας στην υπηρεσία και β) της παθητικής δωροδοκίας. Δηλαδή εστάλη και για τον Παναγιώτη Κουρουμπλή. Στις 26-4-2018 με πόρισμα της πλειοψηφίας της Βουλής που εγκρίθηκε από την ολομέλεια, μας επεστράφη προς περαιτέρω επεξεργασίας της υπόθεσης σε σχέση με τα πολιτικά πρόσωπα.

Έκτοτε ξεκίνησε ένας ανελέητος πόλεμος από τα ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα, με την σθεναρή συμπαράσταση των κομμάτων τους και την ενεργή υποστήριξη των ΜΜΕ.

«Ενώ συνεχίζαμε την έρευνα μας κατά της Novartis και των πολιτικών προσώπων, μετατραπήκαμε ταυτόχρονα ερευνώμενοι και ελεγχόμενοι για την εισαγγελική μας έρευνα, από τα ποινικώς ερευνώμενα πολιτικά πρόσωπα. Δεν υπήρξε μέρα που να μην δίνουμε εξηγήσεις είτε στον Άρειο Πάγο είτε στη Βουλή.

Η αρχειοθέτηση για τα 7 πολιτικά πρόσωπα

Όσο είχαμε την δικογραφία και παρά τις καθημερινές απειλές και πιέσεις που δεχόμασταν, ολοκληρώσαμε την έρευνα για 7 από τα 10 πολιτικά πρόσωπα κρίνοντας ότι έπρεπε να τεθούν στο Αρχείο. Για 2 από τα υπολειπόμενα πρόσωπα δεν ολοκληρώθηκε η ερευνά μας και συνεχίστηκε από τον κ. Χρήστο Μπαρδάκη (σ.σ. ο σημερινός επικεφαλής της οικονομικής εισαγγελίας) ενώ για τον τρίτο κρίναμε ότι υπήρχαν επαρκείς ενδείξεις για την άσκηση της ποινικής δίωξης

Η αμεροληψία μας και η απουσία οιασδήποτε παρέμβασης στο έργο μας, επιβεβαιώνεται από το γεγονός, ότι αφενός οι 7 αρχειοθετήσεις έλαβαν χώρα προ των εκλογών του 2019 και αφετέρου η ποινική δίωξη σε βάρος του ενός πολιτικού προσώπου ασκήθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο των εκλογών, κατόπιν αδείας της νέας Βουλής – νέας Κυβέρνησης. Δηλαδή από το χειρισμό μας αποδεικνύεται ότι δεν αφήσαμε κανένα περιθώριο πολιτικής εκμετάλλευσης των ενεργειών μας.

Επί του κατηγορητηρίου

«Προκύπτει με σαφήνεια ότι: έλαβα γνώση των συγκεκριμένων αναφορών λίγο πριν τη διαβίβαση του συνόλου της δικογραφίας στη Βουλή. Επαναλαμβάνω δε και πάλι ότι για το περιεχόμενο των επίμαχων αναφορών δεν είχα ενημέρωση ούτε από τους επίκουρους κ.κ. Χρ. Ντζούρα και Στ. Mανωλη αλλά ούτε και από τους προκατόχους τους, είτε προφορικώς είτε γραπτώς, όπως αποδεικνύεται από τις έγγραφες αναφορές τους προς εμένα, στις οποίες ουδεμία αναφορά υπήρξε για τις επίμαχες αναφορές. Όταν εγώ ενημερώθηκα για πρώτη φορά τέλη Ιανουαρίου του 2018 από το Ντζούρα, ο οποίος ήρθε στο γραφείο μου και με ενημέρωσε για τις αναφορές ζήτησα να τις δω και να τις διαβάσω προκειμένου να αποκτήσω προσωπική άποψη σχετικά με το περιεχόμενο αυτών.

Η απάντηση σε τυχόν ερώτημα δεν γίνεται ειδική μνεία από μένα στο πρόσωπο του κ. Κουρουπλή αλλά κάνω λόγο για ευθύνες γενικώς υπουργών της περιόδου αυτής, ήταν γιατί κατά την νομική μου άποψη, δεν είχε προκύψει συγκεκριμενοποίηση ευθυνών για τον Κουρουπλή αλλά για τους υπουργούς του 2015. Σε κάθε δε περίπτωση τα έγγραφα αυτά ήδη από τους προκατατόχους μου δεν είχαν καν εκληφθεί ως μηνυτήριες αναφορές. Εν κατακλείδι, όταν εγώ λαμβάνω για πρώτη φορά γνώση των αναφορών αυτών αμελλητί τα στέλνω στη Βουλή. Εγώ έλαβα γνώση τέλος Ιανουάριου του 2018 και 5 -2 -2018, τα στέλνω αμελλητί στη Βουλή.»

Η σχέση με τον Παπαγγελόπουλο

«Πέραν όμως της ελλιπούς ενημέρωσης – γνώσης μου όπως αποδείχτηκε από τη διαδικασία δεν υπήρχε καν αδίκημα εξαρχής για το συγκεκριμένο πρόσωπο. Σε ότι αφορά δε στο υποκειμενικό στοιχείο του αποδιδομένου σε μένα αδικήματος δεν προέκυψε ούτε καν ένδειξη όχι μόνο κατά την ακροαματική διαδικασία αλλά ούτε και σε κανένα προηγούμενο στάδιο οποιασδήποτε γνωριμίας μου, σχέσεως κ.λ.π. τόσο με τον κ. Κουρουμπλή όσο και με οποιοδήποτε μέλος της τότε κυβέρνησης. Η μοναδική μου γνωριμία η οποία ήταν απολύτως υπηρεσιακή – του μιλούσα στον πληθυντικό – και ήταν με τον τότε αρμόδιο για τα θέματα διαφθοράς κ. Παπαγγελόπουλο, τον οποίο βεβαίως γνώριζα όχι μόνο εγώ αλλά άπαντες όσοι υπηρετήσαμε στην εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών επί θητείας του ως προϊσταμένου. Όπως μάλιστα αποδείχθηκε από τη διαδικασία ενώπιόν σας οι σχέσεις των κατηγόρων μου κ.κ. Ράικου και Αθανασίου ήταν πολύ πιο στενές των αποδιδομένων σε εμένα με τον τότε Υπουργό με ρίζες πολύ βαθιές.

Ο κ. Παπαγγελόπουλος παρουσιάζεται ως ηθικός αυτουργός των πράξεων μου. Θέλω να σας δηλώσω ότι δεν είχα κανένα διάλογο με κανένα πολιτικό. Ήμουν όμως σε ένα διαρκή εσωτερικό διάλογο με την συνείδηση μου και με τον θεό.»

Επίλογος

Σήμερα είναι η κορύφωση μιας ανηφορικής πορείας. Ενός προσωπικού Γολγοθά που ξεκίνησε 4 χρόνια πριν. Μια περίοδος κατά την οποία αποκαλούσαν εμένα και τους συνεργάτες μου «εγκληματική συμμορία», «παραδικαστικό κύκλωμα», ενώ δεχόμουν καθημερινά απειλές του τύπου ότι θα «μπω φυλακή» και ότι θα με «γδάρουν».

Ξυπνήσαμε κάποια μέρα για να μάθουμε ότι όλοι στην εισαγγελία είχαμε παρατσούκλια κυρα Φρόσω, γόβας, νεκροθάφτης, ταξιδιάρα, Ρασπούτιν κλπ, που δεν είχαμε ακούσει ποτέ γιατί δεν είχαν ειπωθεί ποτέ παρουσιάζοντας μία παρακμιακή εικόνα του δικαστικού σώματος , η οποία όπως αποδείχθηκε υφίστατο μόνο στην αντίληψη εκείνων που τα επινόησαν…

Χαρακτηριστικό της προσωπικής μου στοχοποίησης καθ΄ όλο αυτό το διάστημα είναι ότι άγνωστοι διέρρηξαν δύο φορές την κατοικία μου, αφαιρώντας μόνο αρχεία και σημειώσεις από το γραφείο μου, στέλνοντας μου σαφές μήνυμα του κινδύνου που διατρέχω για τις έρευνές μου, ως Εισαγγελέα Διαφθοράς.

Εγώ πρωτίστως και οι συνεργάτες μου δευτερευόντως δεχτήκαμε την μεγαλύτερη δυνατή διαπόμπευση . Διερωτώμαι αν υπάρχουν πιο απαξιωτικές κατηγορίες από αυτές που μου αποδόθηκαν. Εμφανιστήκαμε να εκβιάζουμε μάρτυρες, να υποβάλλουμε σε αυτούς το περιεχόμενο των καταθέσεων τους , να κατασκευάζουμε αποδείξεις και να εκθέτουμε σε δίωξη 10 πολιτικά πρόσωπα.

Ας μου επιτραπεί να πω, παρατηρώντας τα όσα έχουν συμβεί, ότι πρόκειται για την πιο συντονισμένη προσπάθεια εξόντωσης δικαστικών λειτουργών στην μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου μας. Επίσης η πορεία αυτής της υπόθεσης αποδεικνύει και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό. Ότι δικαστές δεν υπάρχουν μόνο στο Βερολίνο , αλλά και εις τα Αθήνας. Είναι οι δικαστές του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, που παρα τα τύμπανα της συκοφαντίας και της διαστρέβλωσης της αλήθειας αποφάσισαν , περνώντας σε σας την τελική σκυτάλη για την οριστική κάθαρση αυτής της τραγωδίας, όχι μόνο για μενα και τους συναδέλφους μου που κατηγορηθήκαμε αδίκως αλλά και για την ελληνική δικαιοσύνη στο σύνολο της, που τραυματίστηκε βαρύτατα από την αληθινή σκευωρία. Η κυρία Τουλουπάκη αναφέρθηκε επίσης εκτενώς στη δικαστική διαδρομή και τα πόστα που κατά καιρούς υπηρέτησε, όπως επίσης, πως επιλέχθηκε ως επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς.

Πριν την απολογία της ο συνήγορος της Γιάννης Μαντζουράνης κατήγγειλε ότι κατά την ημέρα της απολογίας της, κοινοποιήθηκε πειθαρχική αγωγή, τονίζοντας πως «κάποιοι δεν σέβονται ούτε την απολογία της, την κυνηγούν ακόμα» συμπληρώνοντας πως « ότι αυτά πλήττουν το κύρος της δικαιοσύνης».

Η απολογία της συνεχίζεται απαντώντας σε ερωτήσεις της προέδρου του Ειδικού Δικαστηρίου Βασιλικής Ηλιοπούλου , της εισαγγελέως Όλγας Σμυρλή και άλλων μελών του Ειδικού Δικαστηρίου.