Ο Πελέ παρέδωσε το πνεύμα του στην αγκαλιά των Αγγέλων για να το οδηγήσουν στις γειτονιές που τριγυρίζει ο άσπονδος φίλος του Ντιέγκο Μαραντόνα προκειμένου να τηρήσει την υπόσχεση που του έδωσε πριν από δύο χρόνια όταν εκδήμησε ο μεγάλος Αργεντινός: «Μια μέρα θα παίξουμε μαζί μπάλα στον ουρανό».
Οι Βραζιλιάνοι και όσοι αγαπούν το ποδόσφαιρο θρηνούν τον θάνατο του ανθρώπου που μετατόπισε τα σύνορα της δημοτικότητας του αθλήματος. Του ποδοσφαιριστή που άπλωσε τη φήμη του σε κάθε γωνιά του κόσμου, που έκανε διάσημη τη χώρα του και το jogo bonito και ανάγκασε με ένα δερμάτινο τόπι να υποκλιθούν ενώπιων του πρόεδροι και βασιλείς.
Ο θάνατος του Πελέ κλείνει έναν τεράστιο κύκλο 64 χρόνων που ξεκίνησε με τον θρίαμβο του 1958 στη Σουηδία, όταν μικρό παιδί ακόμα οδήγησε τη Βραζιλία στον πρώτο παγκόσμιο τίτλο της. Συνεχίστηκε με την καθιέρωσή του ως ποδοσφαιρικό φαινόμενο, την άνοδό του στο θρόνο το 1970 στα γήπεδα του Μεξικού, την αμφισβήτησή του από τον Ντιέγκο Μαραντόνα και το πραξικόπημα του Μέσι στο Κατάρ που συνέπεσε με την αντίστροφη μέτρηση της ζωής του. Τον Pulga ποτέ δεν τον συμπάθησε. Ακόμα και στο συγχαρητήριο μήνυμά του για τη νίκη της Αργεντινής έστρεψε την προσοχή στον Μαραντόνα σημειώνοντας: «Σίγουρα ο Ντιέγκο χαμογελάει τώρα».
Ο Πελέ εισήχθη στο νοσοκομείο «Αλμπερτ Αϊνστάιν» εννέα ημέρες μετά την έναρξη του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ηταν πρησμένος σε όλο του το κορμί και δυσκολευόταν να αναπνεύσει. Παρά τις εξ’ αποστάσεως προσπάθειες των συγγενών του να ωραιοποιήσουν για πολλοστή φορά την κακή κατάσταση της υγείας του, η πραγματικότητα τους σκέπασε σαν ένα τεράστιο κύμα.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου που είχε εντοπιστεί πέρυσι τον Σεπτέμβριο είχε κάνει μεταστάσεις παρά την επέμβαση και τις χημειοθεραπείες που είχε υποβληθεί. Το ταλαιπωρημένο κορμί του 82χρονου βραζιλιάνου είχε παραδοθεί στο τέρας που το κατέτρωγε μέρα με τη μέρα.
Οι συγγενείς του μετέτρεψαν τον αγώνα της ζωής του σε σόου με φωτογραφίες και βίντεο που ανέβαζαν στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης για να εκμεταλλευτούν ακόμα και τις τελευταίες στιγμές του πριν παραδοθεί στον ψυχοπομπό Ερμή για να τον βοηθήσει να περάσει τον Αχέροντα.
Τα τελευταία χρόνια ο βασιλιάς του ποδοσφαίρου ταλαιπωρήθηκε με σοβαρά προβλήματα υγείας τα οποία αποκάλυψαν και ένα μεγάλο μυστικό. Την περίοδο που αγωνιζόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες είχε αφαιρέσει τον έναν του νεφρό. Αποτυχημένες επεμβάσεις στο ισχίο και στη μέση (σπονδυλοδεσία) τον καθήλωσαν σε αναπηρικό καροτσάκι που τον ανάγκασε να μηδενίσει τις δημόσιες εμφανίσεις του.
Οι συμπατριώτες του δεν έπαψαν ωστόσο στιγμή να τον σκέφτονται και να τον τιμούν, ενώ μεγάλοι άσοι που ήταν αγέννητοι στα χρόνια της βασιλείας του, όπως ο Κιλιάν Εμπαπέ, τον σέβονταν και τις τελευταίες ημέρες προσεύχονταν να ξεπεράσει τη νέα περιπέτεια της υγείας του. Ο Πελέ αγαπούσε τον Εμπαπέ σαν στερνοπούλι, ίσως γιατί έβλεπε στον Γάλλο ψήγματα της προσωπικότητας και του ταλέντου του.
«Πελέ» στα εβραϊκά σημαίνει «θαύμα»
Όπως κάθε μεγάλος του αθλητισμού, ο Πελέ γεννήθηκε μέσα σε πάμφτωχη οικογένεια τις 23 Οκτωβρίου 1940. Το όνομά του Εντσον ήταν εμπνευσμένο από τον διάσημο εφευρέτη Τόμας Εντισον. Οι γονείς του είχαν αφαιρέσει το «ι» αλλά στο πιστοποιητικό γέννησης γράφτηκε ολόκληρο το όνομα. Ο πατέρας του Ντονίνιο, ένας από τους κορυφαίους παίκτες στις μικρές κατηγορίες, τον αποκαλούσε Ντίκο.
Οι συμμαθητές του όμως για να τον πειράξουν τον φώναζαν Πελέ γιατί δεν μπορούσε να πει σωστά το όνομα του αγαπημένου του τερματοφύλακα «Μπιλέ». Τον ενοχλούσε για πολλά χρόνια, είχε τιμωρηθεί και με αποβολή στο σχολείο γιατί πλάκωσε στο ξύλο έναν από τους συμμαθητές του.
Στα ύστερα χρόνια ένας θεολόγος του αποκάλυψε πως «Πελέ» στα εβραϊκά σημαίνει «θαύμα». Και ο Βραζιλιάνος άρχισε να κάνει συνειρμούς για την πορεία της ζωής του.
Στα 17 του πήρε τη Βραζιλία στις πλάτες του
Στα παιδικά του χρόνια εργαζόταν ως λούστρος για να βγάζει το χαρτζιλίκι του. Όταν οι πλούσιοι δεν του άπλωναν τα δερμάτινα παπούτσια τους για να τα καθαρίσει χτυπούσε τα χέρια του στο ξύλινο κασελάκι για να δίνει ρυθμό στις δυσκολίες της ζωής του.
Τον είχε πληγώσει τόσο εκείνη η περίοδος που προσπάθησε να την ξορκίσει στο τελευταίο ντοκιμαντέρ της ζωής του χτυπώντας ξανά το κασελάκι.
Δεν είχε συμπληρώσει ακόμα τα 16 του όταν ένας προπονητής που τον συμπαθούσε τον πρότεινε στη Σάντος. Τα όσα ακολούθησαν έμοιαζαν με προεκτυπωμένο μύθο. Η ζωή τον είχε σκληρύνει και δυναμώσει, δεν φοβόταν τίποτε και κανέναν. Στα 17 του πήρε τη Βραζιλία στις πλάτες του και την οδήγησε στον πρώτο της παγκόσμιο τίτλο στα γήπεδα της Σουηδίας, το 1958.
Ηταν η στιγμή που σκότωσε το σύνδρομο του σκύλου που κατάτρυχε τους Βραζιλιάνους μετά την ήττα από την Ουρουγουάη στο Μαρακανά το 1950.
Ο Πελέ χαρακτηρίστηκε εθνικός θησαυρός, μετατράπηκε σε κινούμενο τοπόσημο. Ένα ένσαρκο όνειρο για κάθε παιδί της φαβέλας και η ελπίδα ενός ολόκληρου έθνους.
Η πρωτόγνωρη διασημότητά του ανάγκασε να σταματήσει ακόμα και ο εμφύλιος στο Βελγικό Κονγκό προκειμένου να αγωνιστεί σε φιλικό παιχνίδι στην περιοχή.
Με τον καιρό έμαθε να πουλά στις υψηλότερες τιμές ό,τι είχε σχέση με το όνομά του. Κατάφερε να κλέψει ακόμα και τη δόξα των αστροναυτών του «Απόλλων 12» Πιτ Κόνραντ και Αλαν Μπιν, αφού την ίδια ημέρα -26 Νοεμβρίου 1969- που πατούσαν στο φεγγάρι ο Πελέ σημείωσε το 1.000ο του γκολ στο Μαρακανά.
Η υπερβολή ήταν ένα στοιχείο που τον διέκρινε και όπως αποδείχτηκε, έκανε καλά τη δουλειά της. Πάντοτε υποστήριζε πως έχει πετύχει 1.279 γκολ, ενώ σε επίσημα παιχνίδια τα τέρματά του είναι 758. Ο Ρονάλντο το Φαινόμενο έχει πει μεταξύ αστείου και σοβαρού πως ο Πελέ μετρούσε και τα γκολ που σημείωνε στο ηλεκτρονικό παιχνίδι που έφερε το όνομά του.
Διατεινόταν πως έχει κατακτήσει τρία Παγκόσμια Κύπελλα όταν το 1962 τη βρώμικη δουλειά την έκανε ο Γκαρίντσα γιατί τραυματίστηκε στο δεύτερο παιχνίδι. Οι δηλώσεις του πολλές φορές ήταν αντικρουόμενες. Ενώ έλεγε πως ο μόνος τρόπος για να κερδίσεις είναι να παίξεις ομαδικά, ο ίδιος αυτοανακηρυσσόταν πρωταγωνιστής αποκηρύσσοντας με τον τρόπο του σπουδαίους συμπαίκτες του. Δεν ήθελε να του αμφισβητούν τα πρωτεία αλλά αναγνώριζε την ανωτερότητα του Ντι Στέφανο.
Ήταν βασιλιάς αλλά όχι άγιος
Ο Πελέ ήταν βασιλιάς αλλά όχι άγιος. Λάτρευε το χρήμα και κάθε μορφή εξουσίας, ενώ το 1970, μέσω της κατάκτησης του Παγκοσμίου Κυπέλλου στο Μεξικό αποδέχτηκε ουσιαστικά να γίνει το φερέφωνο του δικτάτορα Μέντιτσι.
Η μεταπήδησή του στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1975 και στην ομάδα Κόσμος, τον μύησε στην τέχνη του επιχειρείν. Όμως κι εκεί δεν απέφυγε τα λάθη.
Πριν από είκοσι χρόνια μία από τις εταιρίες του είχε λάβει από τη Unicef 700.000 δολάρια για να διοργανώσει αγώνα φιλανθρωπικού χαρακτήρα στην Αργεντινή, κάτι που δεν συνέβη ποτέ. Η εφημερίδα «Lance» είχε αποκαλύψει πως πολλά από τα συμβόλαια που υπέγραφε είχαν παραποιημένα στοιχεία, ενώ μυστικές συμφωνίες που έφερε στο φως της δημοσιότητας το Κογκρέσο, προστάτευαν τις εταιρείες του.
Ωστόσο οι Βραζιλιάνοι και ο ποδοσφαιρικός κόσμος του συγχωρούσε πάντοτε κάθε αμαρτία για τις στιγμές που τους χάρισε στα γήπεδα.
Οι τιμές που του έκαναν δεν έχουν προηγούμενο. Στη δύση του προηγούμενου αιώνα η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή τον ανακήρυξε κορυφαίο αθλητή του 20ου αιώνα, ενώ το περιοδικό Time τον συμπεριέλαβε στις 100 σημαντικότερες προσωπικότητες για την ίδια περίοδο.
Τιμήθηκε από το BBC, τα Ηνωμένα Εθνη, τη Βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ και βέβαια τη FIFA για να κλέψει η τελευταία τα δάφνινα στεφάνια από το κεφάλι του Ντιέγκο Μαραντόνα που εκείνα τα χρόνια διεκδικούσε επί ίσοις όροις τον θρόνο.
Πριν από χρόνια είχε δηλώσει πως «αν πεθάνω κάποια μέρα, θα είμαι χαρούμενος γιατί προσπάθησα να κάνω το καλύτερο. Το ποδόσφαιρο μου επέτρεψε να κάνω τόσα πολλά γιατί είναι το μεγαλύτερο άθλημα στον κόσμο».
Προσέξατε το «αν»; Μάλλον πίστευε πως οι βασιλιάδες δεν πεθαίνουν ποτέ.