Η Ιστορία διδάσκει ότι όταν ένα πολιτικό σύστημα νοσεί, αναπόφευκτα ξεσπούν και σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα. Η κατάσταση αυτή εν συνεχεία πυροδοτεί μια διαρκή νοσώδη «ανατροφοδότηση», με αποτέλεσμα να εξαλείφεται κάθε ελπίδα αποκατάστασης της πολιτικής ομαλότητας και εξυγίανσης της οικονομίας. Τούτο ασφαλώς συμβαίνει είτε διότι το νοσηρό πολιτικό σύστημα δεν θέτει μεταξύ των προτεραιοτήτων του (και) τη διαμόρφωση ενός υγιούς οικονομικού περιβάλλοντος είτε διότι το ίδιο αυτό εκφυλισμένο πολιτικό σύστημα υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας, προκειμένου να αποκομίζει ίδια οφέλη. Στη δεύτερη περίπτωση δημιουργείται η ψευδής εντύπωση ότι η οικονομία σε ορισμένους τομείς «καλπάζει». Ωστόσο, «όλως τυχαίως», οι τομείς αυτοί που εμφανίζουν έντονη δυναμική σχετίζονται με τα ιδιοτελή συμφέροντα των κυβερνώντων και ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματική οικονομία, η οποία αποτυπώνεται πρωτίστως στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών.
Σε τεντωμένο σκοινί η τουρκική οικονομία
Η πορεία της τουρκικής οικονομίας (και) κατά το διαρρέον έτος ήταν τραγική. Η τουρκική λίρα έχει καταβαραθρωθεί από τις αλλεπάλληλες υποτιμήσεις και ο πληθωρισμός έχει ανέλθει σε ύψη που κυριολεκτικά προκαλούν ίλιγγο, πανικό και τρόμο. Η τουρκική οικονομία έχει συρρικνωθεί και, κυρίως, το βιοτικό επίπεδο του τουρκικού λαού έχει συμπιεστεί τόσο πολύ, ώστε η καθημερινή επιβίωση φαντάζει πλέον άθλος. Η πραγματικότητα αυτή οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στη στρατιωτικοποιημένη αναθεωρητική πολιτική που ακολουθεί ο Ταγίπ Ερντογάν και έχει μετατρέψει την Τουρκία κυριολεκτικά σε «ναρκοπέδιο» για τους διεθνείς επενδυτές, οι οποίοι μερικά χρόνια πριν θεωρούσαν την Τουρκία ένα επενδυτικό περιβάλλον με πολύ θετικές προοπτικές.
Ενώ κάθε λογικός ηγέτης του πολιτισμένου κόσμου επιδιώκει την οικονομική ανάπτυξη της χώρας του προβάλλοντας όσο εναργέστερα μπορεί την πολιτικο-κοινωνική σταθερότητα που έχει εδραιωθεί σε αυτήν, ο Ταγίπ Ερντογάν επενδύει στην αστάθεια της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, την οποία μάλιστα προκαλεί και συντηρεί αποκλειστικά ο ίδιος. Η επιλογή του αυτή οφείλεται στις χιμαιρικές εκτιμήσεις του ότι μια πιθανή βίαιη μεταβολή συνόρων προς όφελος της αναθεωρητικής Τουρκίας θα πυροδοτήσει και μια τεράστια ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας.
Την ίδια στιγμή καταπατά απροκάλυπτα και βάναυσα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις δημοκρατικές ελευθερίες των τούρκων πολιτών, προκειμένου αφενός να καταπνίξει κάθε αντιπολιτευτική φωνή και αφετέρου να εξαφανίσει κάθε «χαραμάδα δημοκρατικού φωτός». Στο πνεύμα αυτό, αφού «αποψίλωσε» τον κρατικό μηχανισμό (ΑΕΙ, δικαστικό σώμα, ένοπλες δυνάμεις, σώματα ασφαλείας κ.λπ.) από κάθε αντιφρονούντα, αφού εξάλειψε τα δημοκρατικά και τα ανθρώπινα δικαιώματα των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων που διαβιούν στην Τουρκία και αφού εξαφάνισε κάθε έννοια δικαιοσύνης και ελευθεροτυπίας, έφτασε έως το σημείο να επιβάλει ποινή φυλάκισης και στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων του Ε. Ιμάμογλου, προκειμένου να αυξήσει τις πιθανότητες της πολιτικής του επιβίωσης στις επερχόμενες εκλογές.
Ακόμα πιο επικίνδυνο, όμως, είναι το ότι ο τούρκος πρόεδρος με τα «μακριά χέρια» του επιχειρεί να πλήξει τους δημοκρατικούς θεσμούς, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημόσια ασφάλεια και εκτός Τουρκίας. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται τόσο οι δηλώσεις διά στόματος κυβερνητικών παραγόντων της Τουρκίας περί συγκρότησης και ενεργοποίησης ομάδων επιχειρησιακών πρακτόρων με αποστολή τους τη διασάλευση της πολιτικής σταθερότητας, ακόμα και απαγωγές αντιφρονούντων τούρκων αυτοεξόριστων σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όσο και οι ευθείς εκβιασμοί σε υποψήφιες προς ένταξη στο ΝΑΤΟ χώρες – χώρες των οποίων η εδαφική ακεραιότητα απειλείται από την αναθεωρητική Ρωσία – προκειμένου να εκδίδουν στην Τουρκία κούρδους πολιτικούς πρόσφυγες.
Αυτό, όμως, που επιβάλλεται να προσέξουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Ταγίπ Ερντογάν εξασφαλίζει «ανάσες ζωής» για την τουρκική οικονομία. Και επί του προκειμένου δεν τίθεται ζήτημα για τις εμφανείς «ανάσες ζωές» – μια από τις πηγές ρευστότητας για την Αγκυρα είναι και το Κατάρ, το οποίο στην πραγματικότητα «αγοράζει τα ασημικά» της Τουρκίας αντί πινακίου φακής – αλλά για τις αφανείς «ανάσες ζωής» που είναι και οι πλέον επικίνδυνες για την ασφάλεια του δυτικού κόσμου. Την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι ΗΠΑ, «πληρώνοντας βαρύ αντίτιμο» και οι ίδιες, έχουν επιβάλει σκληρό εμπάργκο στη Ρωσία, εισρέουν με διάφορους τρόπους στην Τουρκία ρωσικά κεφάλαια που ανέρχονται σε πολλά δισ. δολαρίων. Θα πρέπει, βεβαίως, να μη λησμονούμε ότι η Τουρκία διαθέτει «τεχνογνωσία» στον τομέα αυτόν, αφού και κατά το παρελθόν είχε παρακάμψει διά του τραπεζικού της συστήματος τις κυρώσεις των ΗΠΑ κατά του Ιράν χωρίς να τιμωρηθεί δεόντως από τις ΗΠΑ.
Επιπλέον, ύστερα από την απρόκλητη επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία και ό,τι επακολούθησε, ο Ταγίπ Ερντογάν βρήκε έναν ακόμα τρόπο να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία μετατρέποντας την Τουρκία σε παρακαμπτήρια οδό για την εξαγωγή ρωσικού πετρελαίου προς την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ωστόσο, η πρόσφατη αποκάλυψη ότι η Τουρκία, παρά τις κυρώσεις που έχει επιβάλει η Ευρωπαϊκή Ενωση, επωφελείται σημαντικότατα και από την παράνομη εξαγωγή δυτικής τεχνολογίας στη Ρωσία – τεχνολογίας που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την κατασκευή πυραύλων – πρέπει να είναι η «σταγόνα» που θα κάνει το «ποτήρι» της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των ΗΠΑ να ξεχειλίσει!
Η Τουρκία, κυρίως κατά τα τελευταία τρία έτη, επιδεικνύει μια συμπεριφορά άνευ προηγουμένου έναντι τόσο της Ευρωπαϊκής Ενωσης όσο και των ΗΠΑ. Την ώρα που απειλεί ευθέως την εθνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ενώ εκφράζεται για την Ευρωπαϊκή Ενωση με τρόπο άκρως προσβλητικό και επιθετικό, αξιώνει οικονομικές ενισχύσεις πολλών δισ. ευρώ και επανέναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Την ώρα που συντάσσεται ευθέως με τη Ρωσία και υπονομεύει τα συμφέροντα των ΗΠΑ και την ασφάλεια του ΝΑΤΟ (βλ. π.χ. S-400), αξιώνει να της επιτραπεί η πρόσβαση στην αγορά προηγμένων αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F-16 Viper.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι ΗΠΑ θα πρέπει άμεσα να επιβάλουν επώδυνες οικονομικές κυρώσεις στην Τουρκία, προκειμένου όχι φυσικά να τιμωρήσουν τον τουρκικό λαό, αλλά να επαναφέρουν την τουρκική πολιτική ελίτ στην οδό της λογικής. Εάν το πράξουν αυτό, και θα προασπίσουν τα ζωτικά τους συμφέροντα, αλλά και θα διαφυλάξουν την ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Ταυτοχρόνως, είναι πλέον ώρα να συνειδητοποιήσει και το διεθνές κεφάλαιο ότι η Ελλάδα αναμφίβολα συνιστά ασυγκρίτως ασφαλέστερο και ευνοϊκότερο επενδυτικό περιβάλλον από την Τουρκία, αφού είναι ένα σύγχρονο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με νομισματική ευστάθεια, πολιτικο-κοινωνική σταθερότητα και απόλυτη προσήλωση στην εγγύηση της ειρήνης και της αρμονικής συνύπαρξης των λαών.
Ο κ. Κωνσταντίνος Παΐδας είναι αναπληρωτής καθηγητής του ΕΚΠΑ.