Πολλοί αναλυτές έχουν προβλέψει πως το 2023 η ύφεση θα πλήξει την παγκόσμια οικονομία. Βασικότερο αίτιο της είναι η συνεχής άνοδος του πληθωρισμού. Η διάρκεια και η ένταση της ύφεσης θα εξαρτηθεί από τα μέτρα που έχουν λάβει οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες των κρατών. Ήδη οι διεθνείς τραπεζικοί οργανισμοί έχουν αρχίσει να φτιάχνουν τους προϋπολογισμούς και τα σχέδια απολύσεων για την επόμενη χρονιά συνυπολογίζοντας ως μεταβλητή και την ύφεση.
Σε αντίθεση με το 2022, οι επενδυτικές τράπεζες είχαν πολύ θετικά αποτελέσματα το 2021, καθώς οι εταιρείες σε όλο τον κόσμο είχαν αυξήσει τις συγχωνεύσεις και τις εξαγορές μετά το lockdown και εν γένει την πανδημία. Η Goldman Sachs και άλλες τράπεζες επεκτάθηκαν για να επωφεληθούν, αλλά ο αριθμός των προσοδοφόρων συμφωνιών μειώθηκαν μέσω αύξησης των επιτοκίων σε όλο τον κόσμο. Το αποτέλεσμα ήταν αυτή την στιγμή να προβαίνουν σε περικοπή μπόνους και θέσεων εργασίας για να παραμείνουν κερδοφόρες.
Γιατί οι παγκόσμιες τράπεζες προχωρούν σε απολύσεις και περικοπές μπόνους
Fed, ΕΚΤ και άλλες κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο έχουν προβεί σε αυξήσεις των επιτοκίων προκειμένου να μειώσουν τον πληθωρισμό που έχει σπάσει κάθε παγκόσμιο ρεκόρ. Ο αγώνας αυτός για την μείωση του πληθωρισμού, αλλά και άλλες οικονομικές εξελίξεις προκαλούν συνεχείς διακυμάνσεις στην Wall Street.
Ακολούθως, σύμφωνα με το Forbes, οι πέντε μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών είδαν τα έσοδά τους να πέφτουν κατά σχεδόν 50%, ποσοστό που αντιπροσωπεύει περίπου 19 δισεκατομμύρια δολάρια κατά τα τρία τελευταία τρίμηνα του 2022. Η μείωση των συγχωνεύσεων, των εξαγορών, των δραστηριοτήτων σύναψης συμφωνιών και των αρχικών δημόσιων προσφορών έκανε τη διοίκηση να επανεξετάσει την καταβολή μεγάλων μπόνους.
Όταν τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν, υπήρξαν αναφορές πως οι νεαροί εργαζόμενοι δούλευαν περισσότερες ώρες χωρίς οι υπερωρίες να έχουν συνοδευτεί από αύξηση μισθών. Οι CEO των μεγάλων επενδυτικών τραπεζών κατέληξαν στο συμπέρασμα πως θα πρέπει να προβούν σε μείωση απολύσεων και μπόνους στα στελέχη και στους μετόχους.
Τον χορό των απολύσεων ξεκίνησαν, η Citigroup και η Barclays, απολύοντας τραπεζίτες που υποτίθεται ότι είχαν χαμηλή απόδοση. Η JPMorgan είχε ανακοινώσει τον Σεπτέμβριο πως θα προβεί σε απολύσεις προς το τέλος του έτους, ενώ θα εφάρμοζε και χαμηλότερες πληρωμές μπόνους.
Σχέδιο για περικοπή 4.000 θέσεων στην Goldman Sachs
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Goldman Sachs είπε στο προσωπικό ότι θα προχωρήσει σε περικοπές θέσεων εργασίας στις αρχές του Ιανουαρίου του 2023, καθώς η αμερικανική επενδυτική τράπεζα επιδιώκει να βελτιώσει τα κέρδη της εν μέσω ανησυχιών για την παγκόσμια οικονομία. Η τράπεζα φέρεται να σκέφτεται να περικόψει περίπου το 8% των 49.000 υπαλλήλων της, κάτι που θα μπορούσε να ισοδυναμεί με απώλεια έως και 4.000 θέσεων εργασίας. Ακόμη, ο Διευθύνων Σύμβουλος φέρεται να εξετάζει το ενδεχόμενο περικοπών στα μπόνους έως και 40%.
Η ολοκλήρωση των περικοπών των θέσεων εργασίας το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου θα επιτρέψει στα στελέχη της Goldman να παρουσιάσουν το νέο σχέδιο στους επενδυτές στις 17 Ιανουαρίου, όταν η τράπεζα θα παρουσιάσει τα αποτελέσματά της για το έτος 2022. Στη συνέχεια, ο Solomon πρόκειται να μιλήσει με επενδυτές τον Φεβρουάριο σχετικά με το σχέδιο αναδιάρθρωσης που ανακοίνωσε τον Οκτώβριο για να προσπαθήσει να βελτιώσει την κερδοφορία του.
Αυτό το σχέδιο – η δεύτερη σημαντική αναδιοργάνωση κατά τη διάρκεια της τετραετούς θητείας του Solomon ως διευθύνοντος συμβούλου – θα συνεπάγεται τη συγχώνευση δύο τμημάτων διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων που προηγουμένως είχε διαχωρίσει το 2019, αλλά και την απόσυρση από τις προσπάθειές του να επεκταθεί περαιτέρω στην καταναλωτική τραπεζική με το σήμα Marcus.
Οι επενδυτές της τράπεζας έχουν προβλέψει ότι οι καλύτερες προοπτικές για τις εταιρείες μπορεί να είναι κάπως μακριά. Θα υπάρξει «περισσότερη αστάθεια και μειώσεις κατά τη διάρκεια αυτής της πτωτικής αγοράς πριν φτάσουν σε χαμηλό αργότερα το 2023», καθώς τα επιτόκια κορυφώνονται και οι χειρότερες από τις αναμενόμενες υφέσεις θα περάσουν στις οικονομίες σε όλο τον κόσμο, είπαν.
Το σχέδιο της Morgan Stanley για περικοπές
Η Morgan Stanley είναι η τελευταία που ανακοίνωσε περικοπές θέσεων εργασίας στον τραπεζικό τομέα, οι οποίες ήταν αναπόφευκτες εδώ και μήνες. Το επόμενο έτος, οι μειώσεις ενδέχεται να επιταχυνθούν εάν οι αγορές συνεχίσουν να εμφανίζουν πτώση.
Ακόμη, σύμφωνα με πληροφορίες της Washington Post, η Morgan Stanley πρόκειται να περικόψει περίπου το 2% του εργατικού δυναμικού της, περίπου 1.600 άτομα αν και αυτό θα την αφήσει με εργατικό δυναμικό σχεδόν 20.000 άτομα περισσότερα από ό,τι πριν από την έναρξη της πανδημίας Covid-19. Η Barclays Plc, η Citigroup Inc. και η Goldman Sachs Group Inc. είναι μεταξύ άλλων τραπεζών που έχουν αρχίσει να περικόπτουν εκατοντάδες θέσεις εργασίας.
Πλήγμα και στον τομέα του real estate
Η ύφεση της οικονομίας, σε συνδυασμό με την αύξηση των στεγαστικών δανείων σε όλη την Ευρώπη, προκάλεσε μια ανατροπή στην αγορά κατοικίας στη Γηραιά Ηπειρο. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε τα επιτόκια κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες κατά τη διάρκεια του 2022 και αναμένεται να αυξήσει περαιτέρω το κόστος δανεισμού το 2023.
Η επιβράδυνση σε συνδυασμό με την αύξηση των στεγαστικών δανείων αναμένεται να επιβαρύνουν και την αγορά real estate κατά μήκος της Ευρώπης. Κατά μέσον όρο, οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι οι τιμές κατοικιών θα υποχωρήσουν κατά 4,7% το 2023.
Δυσοίωνες οι προβλέψεις για την Ευρωζώνη
Σύμφωνα με δημοσκόπηση των Financial Times, σχεδόν το 90% των 37 οικονομολόγων δηλώνει ότι η Ευρωζώνη βρίσκεται ήδη σε ύφεση και η συντριπτική πλειονότητα προβλέπει ότι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν θα συρρικνωθεί για ολόκληρο το επόμενο έτος.
Την ίδια ώρα, οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα συρρικνωθεί κατά περίπου 0,01% το 2023. Πρόκειται για μία αρκετά πιο απαισιόδοξη πρόβλεψη σε σχέση με τις αντίστοιχες της Κομισιόν και της ΕΚΤ για ανάπτυξη 0,3% και 0,5% αντίστοιχα. Επίσης, οι ίδιοι αναμένουν ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει άνω του στόχου για 2% επί τουλάχιστον δύο ακόμη χρόνια.
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, σύμφωνα με τους FT, αναμένεται να παραμείνει πάνω από τον στόχο του 2% της ΕΚΤ για τουλάχιστον άλλα δύο χρόνια. Κατά μέσο όρο, οι ερωτηθέντες αναμένουν ότι οι τιμές θα αυξηθούν λίγο περισσότερο από 6% το επόμενο έτος και σχεδόν 2,7% το 2024.
Επιπλέον, όπως τονίζεται, η αύξηση των μισθών αναμένεται να φτάσει στο 4,4% το 2023, αρκετά χαμηλότερα από το 5,2% της ΕΚΤ, ενώ οι οικονομολόγοι προβλέπουν πως η ανεργία θα ανέλθει στο 7,1% στο τέλος του 2023.