Τo «Μητσοτάκης γιοκ» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήρθε σχεδόν 10 μέρες μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον και την επίσκεψη στο Λευκό Οίκο. Μία επίσκεψη στην οποία τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και οι υπουργοί που τον συνόδευαν στην Ουάσιγκτον, Νίκος Δένδιας και Νίκος Παναγιωτόπουλος στις συναντήσεις τους εμφανίστηκαν με τους χάρτες της τουρκικής προκλητικότητας ανά χείρας.
Περιέγραψαν με κάθε λεπτομέρεια την ιστορία των παραβιάσεων και κυρίως των υπερπτήσεων. Τους κινδύνους, τη στόχευση και το τι ακριβώς σημαίνουν στο πλαίσιο της ευρύτερης πολιτικής αναθεωρητισμού της Τουρκίας. Και στο πάγιο «γκριζάρισμα» που επιδιώκει η Άγκυρα.
Σημείωναν δε τις υπερπτήσεις και τις παραβιάσεις ως ένα από τα σενάρια «ατυχήματος» που θα μπορούσε να πάρει διαστάσεις και να αποσταθεροποιήσει την περιοχή. Κάτι που οι ΗΠΑ δεν θέλουν σε καμία περίπτωση στην παρούσα φάση.
Με αποτέλεσμα να προκαλέσουν την «έκρηξη» του τούρκου προέδρου, στη συνέχεια. Κυρίως γιατί οι ελληνικές θέσεις έδειξαν, τουλάχιστον σε επίπεδο ρητορικής να βρίσκουν κατανόηση. Ακόμα και αν επί της ουσίας η πολιτική των ΗΠΑ δεν μπορεί να αλλάξει παρά μόνο κατά τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Που βλέπουν υπερπτήσεις και παραβιάσεις εδώ και δεκαετίες και δεν θεωρούν ποτέ σκόπιμο να σχολιάσουν.
«Η Ελλάδα παρενοχλεί»
Το ζήτημα των υπερπτήσεων και των παραβιάσεων επανήλθε ακόμα πιο δυναμικά τις τελευταίες μέρες. Μετά και την τουρκική άσκηση Nexus Ace την οποία η Άγκυρα επιχείρησε να παρουσιάσει ως «ΝΑΤΟική». Και την Ελλάδα ως «παρενοχλούσα συμμαχική άσκηση».
Σύμφωνα με πηγές της Πολεμικής Αεροπορίας τα τουρκικά μαχητικά ωστόσο αναχαιτίστηκαν όταν προχώρησαν σε παραβιάσεις σε Ρόδο και Λέσβο. Ενώ τα ΝΑΤΟικά AWACS αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις τουρκικές παραβιάσεις.
Στα fake news ωστόσο επέμεινε την Τετάρτη και ο Χουλουσί Ακάρ, καταγγέλλοντας την Αθήνα ότι «συνεχίζει την επεκτατική, επιθετική πολιτική της, τροφοδοτώντας την αστάθεια».
«Η τελευταία πρόκληση της Ελλάδας είναι το κλείδωμα των τουρκικών αεροσκαφών», υποστήριξε ο Χουλουσί Ακάρ, κάνοντας λόγο για «θρασεία τη συμπεριφορά της Αθήνας». Για την οποία όπως είπε πήρε απάντηση.
Η «τεχνητή πόλωση»
Με το ερώτημα κατά πόσο σε τέτοιες συνθήκες «τεχνητής πόλωσης» που επιδιώκει η Τουρκία είναι δυνατόν να ανοίξει ξανά ένας δίαυλος επικοινωνίας. Και αν τελικά τόσο η Άγκυρα, όσο και η Αθήνα αντέχουν το διάλογο ενόψει του 2023 που είναι χρονιά εκλογών και στις δύο χώρες.
Σε μία περίοδο μάλιστα που και οι δύο πλευρές χρειάζονται έναν «εχθρό». Ακόμα και αν η Αθήνα δείχνει να συγκρατείται σημαντικά σε σχέση με την Άγκυρα. Τουλάχιστον στο επίπεδο της κυβέρνησης και των δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου. Χωρίς να λείπουν κάποιες παραφωνίες.
Και αν αυτή η τεχνητή ένταση που εκφράζεται κυρίως σε επίπεδο ρητορικής από την πλευρά της Τουρκίας μπορεί να οδηγήσει σε κλιμάκωση επί του πεδίου. Με κάποιους που θα θεωρήσουν ότι πρέπει να κάνουν τις απειλές πράξη.
Από την πλευρά της Αθήνας η προσπάθεια σε διπλωματικό επίπεδο αναμένεται να συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα, με αμείωτο ρυθμό. Αφού η για την Ελλάδα είναι κρίσιμο το ζήτημα της ενημέρωσης των συμμάχων.
Ο άγνωστος Ερντογάν λίγο πριν τις εκλογές
Δημοσιεύματα δε στο διεθνή Τύπο που αναδεικνύουν την επικινδυνότητα της τουρκικής πολιτικής, σε γερμανικά, γαλλικά, αλλά και αμερικανικά ΜΜΕ, δείχνουν ότι η ανησυχία για τις εξελίξεις όσο οι δύο χώρες βαδίζουν προς τις εκλογές δεν έχει ελληνική ταυτότητα. Αντίθετα το γεγονός ότι ο Ερντογάν για πρώτη φορά ενδέχεται να δώσει μάχη για την επανεκλογή του είναι το στοιχείο που κρατά όλες τις πλευρές σε εγρήγορση.
Με όσους γνωρίζουν τι θα μπορούσε να σημαίνει ένα «ατύχημα» να διαμηνύουν ότι μία κρίση επί του πεδίου ποτέ δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απολύτως ελεγχόμενη. Αντίθετα είναι άκρως επικίνδυνη. Και ο Ερντογάν παραμονές των τουρκικών εκλογών θα είναι για όλους ο «άγνωστος Χ».