Γράφει ο Θανάσης Δρίτσας*
Η σύνδεση μεταξύ καρδιάς και νου (heart-mind) έχει μελετηθεί με μεγάλο ενδιαφέρον μέσα στους αιώνες και έχει απασχολήσει το επιστημονικό πεδίο της Ιατρικής αλλά και της Ψυχολογίας. Μάλιστα διαφορετικοί ορισμοί έχουν αποδοθεί στην περιγραφή του συγκεκριμένου αντικειμένου μελέτης σε κλινικό και ερευνητικό επίπεδο, όπως Ψυχοκαρδιολογία (Psychocardiology), Καρδιολογία της Συμπεριφοράς (Behavioral Cardiology), Καρδιακή Ψυχολογία (Cardiac Psychology).
Εχουν καταγραφεί αρκετοί παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση αθηρωματικής στεφανιαίας νόσου που μπορούν να ενταχθούν σε δύο αδρά διακριτές κατηγορίες οι οποίες περιλαμβάνουν αφενός μη τροποποιήσιμους παράγοντες (βλ. ηλικία, φύλο, οικογενειακό ιστορικό), αφετέρου τροποποιήσιμους παράγοντες (βλ. αυξημένη χοληστερόλη, σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση, κάπνισμα, παχυσαρκία, τύπος προσωπικότητας, κατάθλιψη, χρόνιο στρες, παχυσαρκία, έλλειψη φυσικής δραστηριότητας).
Στρες και καρδιακή λειτουργία
Εξωτερικοί στρεσογόνοι παράγοντες που δεν αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά έχουν άμεση αντανάκλαση στην καρδιαγγειακή θνητότητα και νοσηρότητα. Σε μια σχετικά πρόσφατη δημοσίευση μελέτης πολυετούς παρακολούθησης 136.000 ανδρών και γυναικών στη Σουηδία (Swedish National Patient Register) βρέθηκε ότι ιστορικό διαταραχών που σχετίζονται με το στρες, όπως το σύνδρομο μετατραυματικού στρες (post traumatic stress disorder, PTSD) αύξησε σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, περισσότερο μάλιστα από 60% κατά το πρώτο έτος της διάγνωσης (Huan Song και συν. BMJ 2019).
Από μηχανική άποψη η συνηθέστερη αιτία ενός οξέος καρδιαγγειακού επεισοδίου είναι η ρήξη μιας αθηρωματικής – ασταθούς – πλάκας σε κάποιο στεφανιαίο αγγείο. Κατά τη διάρκεια ενός επεισοδίου έντονου άγχους, στο πλαίσιο της περίφημης αντίδρασης «fight or flight», απελευθερώνονται μεγάλες ποσότητες αδρεναλίνης-κορτιζόλης στο αίμα, με αποτέλεσμα ταχεία αύξηση των καρδιακών παλμών και της αρτηριακής πίεσης. Παράλληλα έχει καταγραφεί μια αύξηση της συγκολλητικότητας των αιμοπεταλίων που θεωρητικά ευνοεί μια θρόμβωση, ενώ τα αιμοπετάλια απελευθερώνουν επιπρόσθετα μια χημική ουσία (νευροπεπτίδιο Υ) η οποία μπορεί να προκαλέσει αγγειακό σπασμό.
Ραγισμένη καρδιά
Μια άλλη καρδιαγγειακή οντότητα η οποία έχει σχετιστεί με οξεία ψυχική φόρτιση είναι η καρδιομυοπάθεια Takotsubo (αποκαλούμενη και broken heart σύνδρομο), η οποία πήρε το όνομά της από το ιαπωνικό δοχείο που παγιδεύει χταπόδι και με το οποίο μοιάζει στην περίπτωση αυτή η μορφολογία της καρδιάς. Μπορεί να εμφανιστεί μετά από αιφνίδια καταστροφικά συμβάματα (π.χ. απώλεια αγαπημένου προσώπου) και σχετίζεται με μειωμένη κινητικότητα τμημάτων του μυοκαρδίου της αριστερής κοιλίας. Η επίλυση της συναισθηματικής κρίσης σε συνδυασμό με φαρμακευτική και ψυχοθεραπευτική αγωγή οδηγεί σε αρκετές περιπτώσεις, αλλά όχι πάντα, στην αποκατάσταση της καρδιακής λειτουργίας. Σχετικά πρόσφατα έχουμε αρχίσει να κατανοούμε τις νευροχημικές διεργασίες που σχετίζονται με τη γένεση της αθηρωματικής νόσου των αρτηριών. Περιλαμβάνουν μια στενή επικοινωνία μεταξύ του εγκεφάλου, της καρδιάς, των επινεφριδίων και των νεφρών που εμπλέκονται στην ενεργοποίηση και απελευθέρωση των ορμονών του στρες. Σε ένα δεύτερο επίπεδο αντιλαμβανόμαστε πλέον ότι το χρόνιο ψυχοκοινωνικό στρες συνεισφέρει στην πρόοδο της αθηρωματικής νόσου προάγοντας τη φλεγμονή, το οξειδωτικό στρες και τη δυσλειτουργία του ενδοθηλίου, μιας προστατευτικής εσωτερικής επένδυσης των αγγείων.
Ο ρόλος της αμυγδαλής
Αν θέλουμε να κατανοήσουμε σε επίπεδο νευροφυσιολογίας τους μηχανισμούς που συσχετίζουν τα βιωμένα συναισθήματα με την καρδιαγγειακή υγεία τότε θα πρέπει να στραφούμε προς τον θεμελιώδη ρόλο της αμυγδαλής (αμυγδαλωτός πυρήνας) στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Η διακοπή των συνδέσεων του μετωπιαίου λοβού με την αμυγδαλή, με βάση επιστημονικές μελέτες, οδηγεί σε διακοπή των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και των συναισθηματικών αντιδράσεων σε διάφορα ερεθίσματα. Παρόμοια πρότυπα συμπεριφοράς έχουν αναφερθεί έπειτα από εκτομή των αμυγδαλωτών πυρήνων στο πλαίσιο παθολογικής συμπεριφοράς (βλ. καταστροφική επιθετικότητα). Η συσχέτιση μεταξύ υψηλής κοινωνικής συνδεσιμότητας και ευεργετικών επιδράσεων στην καρδιαγγειακή υγεία βασίζεται σε μια επιστημονική μελέτη (Leyden Longevity Study) που υποστηρίζει ότι μεγαλύτεροι όγκοι της αριστερής αμυγδαλής δεν σχετίζονται μόνο με υψηλό επίπεδο συναισθηματικής ισορροπίας αλλά και με οικογενειακή μακροζωία. Αντίθετα, ο περιορισμός της κοινωνικής δραστηριότητας λόγω διαταραχής πανικού έχει συσχετιστεί με μικρότερο όγκο της αμυγδαλής στις πλευρικές και βασικές περιοχές που θεωρείται ότι επεξεργάζονται τον φόβο και το άγχος. Αυτές οι διαταραχές σχετίζονται με χρόνια μειωμένο παρασυμπαθητικό τόνο που μπορεί να συμβάλλει επίσης στην αύξηση της καρδιαγγειακής νοσηρότητας.
Ψυχοκοινωνικό στρες
Πέρα από μεμονωμένα στρεσογόνα επεισόδια η καθημερινή ζωή με παθολογικά αυξημένο άγχος συνδέεται σαφώς με μεγαλύτερη πιθανότητα οξέων στεφανιαίων ή αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων. Η δραστηριότητα της αμυγδαλής διαδραματίζει όπως φαίνεται σημαντικό ρόλο στην πρόβλεψη του καρδιαγγειακού κινδύνου. Για παράδειγμα, η διαμονή σε πόλεις με πληθυσμική ασφυξία, γρήγορους ρυθμούς ζωής και αυξημένη περιβαλλοντική μόλυνση φαίνεται ότι οδηγεί σε αύξηση της δραστηριότητας μιας συγκεκριμένης περιοχής του εγκεφάλου (perigenual anterior cingulate cortex) η οποία ρυθμίζει τη δραστηριότητα της αμυγδαλής και την απόκριση στο ψυχοκοινωνικό στρες. Η χρόνια έκθεση στο στρες επηρεάζει αρνητικά τόσο την πλαστικότητα του εγκεφάλου όσο και κλασικούς παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, όπως την υπερβολική απόκριση της αρτηριακής πίεσης σε συναισθηματικά ερεθίσματα (Michael Miller, Cerebrum 2019).
Η επιστημονική δραστηριότητα στο αντικείμενο των σχέσεων καρδιάς – εγκεφάλου (μια ειδικότερη εκδοχή της φιλοσοφικά ευρύτερης σχέσης καρδιάς – νου) βαίνει εκρηκτικά αυξανόμενη και αφορά τη βαθύτερη κατανόηση της συμμετοχής των ψυχοκοινωνικών παραγόντων στους παθογενετικούς μηχανισμούς της αθηρωματικής νόσου. Στα προγράμματα καρδιακής αποκατάστασης η αναγνώριση και αντιμετώπιση των ψυχοκοινωνικών παθολογικών δεδομένων είναι απαραίτητη, αναγκαία και ίσης κλινικής αξίας σε σχέση με φαρμακευτική αγωγή, προγράμματα άσκησης και διατροφικές παρεμβάσεις. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε κλινικό και ερευνητικό επίπεδο αποκτά επίσης ο διάλογος της Νευροεπιστήμης με την Ψυχοκαρδιολογία όσον αφορά την κατανόηση της σχέσης του ψυχικού τραύματος με την καρδιαγγειακή νοσηρότητα στην περίπτωση του μετατραυματικού στρες (PTSD).
*Ο κ. Θανάσης Δρίτσας είναι καρδιολόγος, αναπληρωτής διευθυντής, Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, συνθέτης και συγγραφέας.