«Ο Σιρέα την πατάει για τον Μπέργκομι, ξανά Σιρέα. Δεν παίζουν οι Γερμανοί το τεχνητό οφσάιντ. Σιρέα στον Ταρντέλι πάει να κάνει το σουτ και είναι 2-0 για την Ιταλία». Όσες φορές και αν το γράψουμε σε μια κόλλα χαρτί είναι αδύνατο, αδιανόητο θα λέγαμε, να μεταφέρουμε το πάθος της φωνής του Γιάννη Διακογιάννη.
Οι φωνές είναι εκεί για να γεμίζουν τον αγέρα μ’ αισθήματα. Περνούν σαν αερικά, κάποιες φορές σα μεθυστικές νεράιδες για να φωτίσουν το απέραντο.
Είναι αυτές οι φωνές που σημαδεύουν τα μπλουζ της άγριας νιότης, είναι αυτές οι «εκρήξεις» σαν και του προλόγου, που δε σ’ αφήνουν να κάτσεις.
Σε κάνουν να πετιέσαι ολόρθος φίλε μου, ακούγοντας τη φωνή του Διακογιάννη να περιγράφει αυτά που εσύ αγαπάς. Το ποδόσφαιρο, την μπάλα, το γκολ, μια ντρίπλα ένα τακουνάκι.
Η αλήθεια είναι πως έμεινε στην ιστορία εκείνος ο πανηγυρισμός του Μάρκο Ταρντέλι, ένα καλοκαιρινό απόγευμα του 1982 στη Μαδρίτη. Πολλοί τον χαρακτήρισαν ως τον κορυφαίο πανηγυρισμό παίκτη στην ιστορία των παγκοσμίων Κυπέλλων.
Και για «ντυθεί» η σκηνή, χρειάζονταν μια φωνή που θα ξεσηκώνει τα πλήθη. Πολύ απλά, χρειάζονταν η φωνή του Διακογιάννη για να «δέσει» με την έκρηξη συναισθημάτων του Ταρντέλι.
Ακόμα και ο ίδιος ο Ιταλός, πιστεύουμε, πως θα επέλεγε την μετάδοση του Διακογιάννη για να δώσει άρτιο αποτέλεσμα στην εικόνα.
Και δεν είναι μόνο αυτή. Μυριάδες οι στιγμές των εσωψύχων μας που «κυριεύτηκαν» από το «παχύ σίγμα» της φωνής του τεράστιου δημοσιογράφου.
Όταν άκουγες εκείνο το Σιρέα αισθανόσουν να παίζεις στο πλευρό του Γκαετάνο. Αδιανόητη μελωδία, ένα νέκταρ για την ικανοποίηση όλων των αισθήσεων.
Ήταν άραγε δουλειά, ήταν επάγγελμα οι μεταδόσεις του Γιάννη Διακογιάννη; Αν η δουλειά μπορεί να γίνει τέχνη τότε ναι, μιλάμε για απογείωση της αισθητικής.
Μπορούμε να μιλήσουμε για το άρτιον, έτσι όπως το εννοούσαν οι πρόγονοι μας.
Οφείλουμε να σημειώσουμε πως δεν είναι πολλοί εκείνοι που καταφέρνουν να «μπουν» σπίτια μας και να μας καθηλώσουν. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μιλάει ένας και ν’ ακούν εκατομμύρια με προσήλωση που μάλλον είναι απερίγραπτη.
Αρχίζει το ματς και όντως αδειάζουν οι δρόμοι για να ακούσει μια χώρα του φωνή του Γιάννη Διακογιάννη. Πόσο εύστοχα είχε πιάσει το νόημα ο Λουκιανός Κηλαηδόνης χρησιμοποιώντας στίχο που έλεγε πολλά.
«Πως μας ενώνει και πως μας δονεί του Διακογιάννη η φωνή». Ναι ένωνε όλη την Ελλάδα μ’ εκείνο το πολύ απλό που όμως γίνεται ιστορικό στο διάβα των χρόνων.
«Κυρίες και κύριοι καλησπέρα σας», τόσο λιτά, τόσο απέριττα. Όταν η φωνή δεν χρειάζεται γιρλάντες τα «περιτυλίγματα» φαντάζουν (και είναι) ανούσια.
Η σύνδεση στιγμών με το πεπρωμένο είναι αναπόφευκτη για όλους και ο άνθρωπος που έβαλε την υπογραφή του στα παγκόσμια Κύπελλα «έφυγε» μέρες Μουντιάλ.
Και σε ποιες μέρες. Λίγο πριν παίξει η Γαλλία (την οποία τόσο πολύ αγάπησε και ύμνησε) έναν ημιτελικό παγκοσμίου Κυπέλλου διεκδικώντας την πρόκριση στον τελικό της κορυφαίας ποδοσφαιρικής διοργάνωσης.
Παίζει και η ζωή κάτι παιχνίδια Γιάννη. Άστα να πάνε που θα’ λεγες κι εσύ μ’ εκείνο το μοναδικό ύφος.
Έχεις να πεις πολλά με την κόρη σου, την Ρίκα Βαγιάνη στο «αντάμωμα» σας. Έχεις να πεις πολλά με τον Νίκο τον Ξενιό από τον Ίο εκεί ψηλά.
Να μιλήσετε για Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό πειράζοντας ο ένας τον άλλον.
Να ξέρεις Γιάννη Διακογιάννη, μας έκανες ν’ αγαπήσουμε πιότερο το ποδόσφαιρο κι αυτό είναι μέγα κατόρθωμα.
Μας έβαλες σε κόσμους μαγικούς, μας ταξίδεψες εκεί που δεν φαντάζεται ο νους ότι μπορεί να πάει.
Και μας πήγες. Παρέα με μια μπάλα για να γίνουμε κι εμείς Ζίκο, Σιρέα, Σόκρατες, Ζιρέζ και Ρουμενίγκε για ένα βράδυ.
Να σε κάνει μια φωνή να ριγήσεις. Σα να βλέπω τον Ταρντέλι να ξαναφωνάζει με σφιγμένες τις γροθιές και τις χορδές έτοιμες να σπάσουν.
Η εξυπνάδα, το μπρίο, η φαντασία 3-0… Περιγραφή τέλος.