Τώρα πλέον όλοι συμφωνούν, πρόσφατα και ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών με δημόσια δήλωσή του, ότι: «Το Τουρκολυβικό Μνημόνιο, που υπογράφτηκε τον Νοέμβριο του 2019, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, άλλαξε όλα τα δεδομένα στην εξωτερική μας πολιτική και στην πολιτική άμυνας και ασφάλειας».
Λίγους μήνες πριν, τόσο στην προεκλογική περίοδο, όσο και στις προγραμματικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού, δεν θα βρούμε λέξη, για τους μεγάλους έκτακτους εξοπλισμούς, ούτε για αμυντικές συμφωνίες με Γαλλία και ΗΠΑ, ούτε φυσικά για τις βιαστικές συμφωνίες με την Ιταλία και την Αίγυπτο, για τις οριοθετήσεις της ΑΟΖ.
Γιατί όμως συνέβησαν όλα αυτά, με την χώρα μας να δείχνει ότι τρέχει πίσω από τις εξελίξεις που διαμορφώνει η αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας;
Γιατί, αντί η χώρα μας να επενδύει το διπλωματικό της κεφάλαιο στην γεωπολιτική αναβάθμιση της και στην επίλυση του Κυπριακού και των προβλημάτων με την Τουρκία, να το σπαταλάμε προσπαθώντας να ακυρώσουμε τα τετελεσμένα που δημιούργησε, δυστυχώς, το Τουρκολυβικό Μνημόνιο;
Υπογράψαμε την συμφωνία με την Ιταλία για τον καθορισμό των θαλάσσιων ζωνών, για να δείξουμε στην διεθνή κοινότητα, ότι τηρούμε το διεθνές δίκαιο, όμως αναγκαστήκαμε να αποδεχτήκαμε, ότι οι Οθωνοί, ένα νησί βορειοδυτικά της Κέρκυρας, σχεδόν με τα ίδια δεδομένα με το Καστελόριζο, δεν έχει πλήρη επήρεια στην διαμόρφωση της ΑΟΖ. Με τον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας να μας ειρωνεύεται και να μας δίνει συγχαρητήρια λέγοντας: «Αυτή την ρύθμιση προτείνουμε και εμείς στην Ελλάδα».
Υπογράψαμε την Ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία για την «Μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ», για να καταργήσουμε το παράνομο Τουρκολυβικό Μνημόνιο, όμως δημιουργήσαμε και άλλες γκρίζες ζώνες, που θα τις βρούμε μπροστά μας, όταν υπάρξει ουσιαστική συζήτηση με την Τουρκία και την Λιβύη, για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.
Αποδεχτήκαμε ακόμη, ότι και η Κρήτη, δεν έχει πλήρη επήρεια στην διαμόρφωση της ΑΟΖ και φυσικά, αποδεχτήκαμε την επιλογή της Αιγύπτου, να μην περιέχει η συμφωνία την δυνητική ελληνική ΑΟΖ, ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού, για να μην δυσαρεστήσει την Τουρκία.
Γιατί όμως η Τουρκία πέτυχε να υπογράψει με την προσωρινή, αναγνωρισμένη όμως διεθνώς, κυβέρνηση της Λιβύης, το «Μνημόνιο καθορισμού των θαλάσσιων ζωνών μεταξύ τους», παραβιάζοντας κραυγαλέα το δίκαιο της θάλασσας;
Η Τουρκία εκμεταλλεύτηκε το αδιέξοδο της κυβέρνησης της Τρίπολης, όταν τα μισθοφορικά στρατεύματα του Χαφτάρ, υποστηριζόμενα από την Ρωσία και την Αίγυπτο, πολιορκούσαν την Πρωτεύουσα.
Έδωσαν την στρατιωτική βοήθεια με το «Μνημόνιο αμυντικής συνεργασίας», που υπέγραψαν, και σώθηκε η κυβέρνηση, και πήραν το «Μνημόνιο» για τις θαλάσσιες ζώνες.
Εδώ ένα μεγάλο ερώτημα, ζητά απάντηση: Γιατί η χώρα μας, από τα τέλη του 2011, που χάραξε τις θαλάσσιες ζώνες Νότια της Κρήτης, δεν μπόρεσε μέχρι το Νοέμβριο του 2019, να υπογράψει μια συμφωνία με την Λιβύη ή έστω να προσφύγουν οι δυο χώρες, στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης;
Θυμίζω ότι, η Λιβύη προσέφυγε, τόσο με την Μάλτα, όσο και με την Τυνησία, στην Χάγη και έχουν οριοθετήσει τις ΑΟΖ.
Θυμίζω επίσης ότι, ο Καντάφι διαμαρτυρήθηκε με την μονομερή ανακήρυξη της ΑΟΖ από την Ελλάδα και κυρίως γιατί δεν δεχόταν, όπως έκανε και με την Μάλτα και την Τυνησία, ότι πρέπει να ισχύει στην οριοθέτηση μόνο η βασική αρχή του δικαίου της θάλασσας, δηλαδή η «Μέση γραμμή».
Οι διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις, δεν είδαν σοβαρά τους κινδύνους που έχει μια στάση αδιαφορίας απέναντι στην διαλυμένη από τον εμφύλιο που ακολούθησε Λιβύη.
Η αδιαφορία είναι τόσο μεγάλη, που από το 2013 μέχρι σήμερα, η χώρα μας δεν έχει διπλωματική αντιπροσωπεία στην Τρίπολη.
Αυτήν την απουσία, αυτό το κενό, μια μικρή αλαζονεία θα έλεγα της ισχυρής Ελλάδας, απέναντι στην διαλυμένη Λιβύη, πληρώσαμε και πληρώνουμε.
Αυτή την στάση της χώρας μας, εκμεταλλεύτηκε η Τουρκία και έδεσε στο άρμα της την Λιβύη και τρέχουμε εμείς να σβήνουμε τις φωτιές.
Τα γεγονότα, στο πρόσφατο ταξίδι του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών στην Λιβύη, είναι αποκαλυπτικά του αδιεξόδου που έχουμε βρεθεί και η κυβέρνηση πρέπει να το αντιληφθεί.