Σαφές μήνυμα πως η Ελλάδα θα συνεχίζει να υπερασπίζεται το δίκαιο των θέσεών της, καθώς και την εθνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα, με όλα τα νόμιμα μέσα, τόσο ατομικά όσο και σε συντονισμό με τους στρατηγικούς συμμάχους της, καθώς και ότι στόχος της είναι η στήριξη των θέσεων της, που βασίζονται στον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και η αποδόμηση του τουρκικού αναθεωρητισμού, στέλνει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας .
Σε συνέντευξή του στο Protagon.gr υπογραμμίζει ακόμη πως «απέναντι στην κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικής ρητορικής, καθώς και των παράνομων ενεργειών, έχουμε επιδοθεί σε μια έντονη προσπάθεια».
Σε αυτό το πλαίσιο, προχωρά στην εκτίμηση ότι δυστυχώς, η τουρκική πολιτική, η οποία αγνοεί, στην καλύτερη περίπτωση, θεμελιώδεις κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, δεν αναμένεται να αλλάξει βραχυπρόθεσμα. «Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις ως προς αυτό», τονίζει ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, προσθέτοντας ότι η Ελλάδα κινείται πάντα στην οδό της νομιμότητας.
Το νέο μήνυμα της Αθήνας στην Άγκυρα
«Η απάντησή μας είναι, πάντα σεβόμενοι τους διεθνείς κανόνες, να συνομολογούμε διεθνείς συμφωνίες με όμορες χώρες, όπως η Αίγυπτος, η Ιταλία και, σε πολιτικό επίπεδο, με την Αλβανία για την παραπομπή στη Χάγη, δίνοντας έτσι το παράδειγμα του πλαισίου στο οποίο θα πρέπει να αντιμετωπίζονται τα ζητήματα αυτά. Το πρόσφατο παράδειγμα της συμφωνίας Ισραήλ και Λιβάνου θα πρέπει να αποτελεί ακόμα μια σαφή ένδειξη προς τα πού κινείται η διεθνής πρακτική» επεξήγησε.
Μάλιστα, επισήμανε ότι η Τουρκία τη στιγμή αυτή φαίνεται να ανοίγει την «πόρτα του φρενοκομείου» στο Ιράκ και στη Συρία, με άγνωστη κατάληξη. Ειδικότερα, εξέφρασε την ανησυχία του για την εξέλιξη αυτή, καθώς δείχνει ότι η Τουρκία δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει βία εναντίον γειτονικών της χωρών», όπως αναφέρει. Εξάλλου, τόνισε ότι οι πρόσφατες εξελίξεις προέκυψαν «παρά τις εκκλήσεις των ΗΠΑ και της Ρωσίας, των οποίων οι θέσεις σε αυτό το σημείο μόνο φαίνεται να συγκλίνουν, αν και ξεκινούν από τελείως διαφορετικές αφετηρίες και έχουν διαφορετικές στοχεύσεις».
Απέναντι σε αυτή την πρόκληση, κατέστησε σαφές πως η Ελλάδα οφείλει να είναι πάντοτε σε ετοιμότητα. «Απέναντι στη διαρκή αυτή πρόκληση, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να απαντήσουμε μέσω της δύναμης αποτροπής που έχουμε, διπλωματικής και στρατιωτικής. Να εξασφαλίσουμε ότι η «πόρτα του φρενοκομείου» θα παραμείνει ερμητικά κλειστή» υπογράμμισε και προσέθεσε ότι αυτό ωφελεί την Ελλάδα αλλά και την τουρκική κοινωνία. «Γιατί δική μας άποψη παραμένει ότι με την τουρκική κοινωνία μπορούμε να συμβιώσουμε αρμονικά, μέσα σε ένα κοινό πλαίσιο αμοιβαίου σεβασμού και των διεθνώς αποδεκτών κανόνων» σημείωσε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο Ν. Δένδιας στη στάση των εταίρων και συμμάχων. «Όλο και περισσότεροι τονίζουν δημόσια το αυτονόητο, ότι οι τουρκικές αιτιάσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά την ελληνική κυριαρχία των νησιών του Αιγαίου, αλλά όχι μόνο, είναι εντελώς ανυπόστατες». Συμπλήρωσε σε άλλο σημείο της συνέντευξης ότι οι θέσεις των συμμάχων και εταίρων της Ελλάδας έναντι της τουρκικής προκλητικότητας δεν έχουν αμβλυνθεί και διέκρινε μεγαλύτερη κατανόηση και αρκετές περιπτώσεις μεγαλύτερη στήριξη των ελληνικών θέσεων. «Αυτή η σταδιακή μετατόπιση οφείλεται, κατά βάση, σε τρεις παράγοντες. Πρώτον, αναπτύσσουμε τις θέσεις μας με επιχειρήματα, δείχνοντας χάρτες με την πραγματική εικόνα επί του πεδίου. Δεν περιοριζόμαστε σε θεωρητικές συζητήσεις. Δεύτερον, οι τουρκικές θέσεις, όπως για παράδειγμα όσον αφορά την κυριαρχία μας επί των νησιών του Αιγαίου, ή το τουρκο-λιβυκό «μνημόνιο», κινούνται εξόφθαλμα εκτός του πλαισίου των θεμελιωδών αρχών του Διεθνούς Δικαίου και της κοινής λογικής. Καμία χώρα, ακόμα και φιλικά διακείμενη προς την Τουρκία, δεν μπορεί να τις υποστηρίξει διεθνώς. Τρίτον, η Ελλάδα έχει αποκτήσει τη δική της στρατηγική σημασία, για τις ΗΠΑ, τους ευρωπαίους εταίρους, καθώς και τα κράτη της περιοχής» ανέφερε. Όπως υπογράμμισε, οι διπλωματικές σχέσεις της Ελλάδας δεν ετεροπροσδιορίζονται από τις σχέσεις της με την Τουρκία, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Η Ελλάδα έχει αποκτήσει πλέον τη δική της αξία στο γεωπολιτικό χρηματιστήριο. Και οι «μετοχές» της δεν εξαρτώνται από την αξία της Τουρκίας».
Σε ό,τι αφορά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ανατολική Λιβύη, ο Ν. Δένδιας τονίζει με σαφήνεια πως ήταν μονόδρομος. «Τη στιγμή κατά την οποία η Τουρκία προσπαθεί να προσεγγίσει τους βασικούς παράγοντες στην Ανατολική Λιβύη, οι οποίοι διάκεινται φιλικά προς τις θέσεις μας, δεν υπήρχε περιθώριο αναστολών και αναβολών. Οι επαφές που είχα στη Βεγγάζη ήταν απαραίτητες προκειμένου να εμπεδωθεί η παρουσία της χώρας μας σε μια περιοχή η οποία είναι ιδιαίτερα ασταθής και η οποία απέχει μόλις 20 λεπτά με το αεροπλάνο από την Κρήτη» αποσαφήνισε.
Η διπλωματική παγίδα στη Λιβύη
Ερωτηθείς για τη διπλωματική «παγίδα» που επιχείρησε να στήσει η μεταβατική κυβέρνηση Ντιμπέιμπα, ο υπουργός Εξωτερικών απάντησε ότι, πριν απ’ όλα, η Ελλάδα τήρησε στάση αρχής, επισημαίνοντας ότι η ελληνική διπλωματία θα συνεχίσει να επιδιώκει διεύρυνση των σχέσεων με τη Λιβύη. «Όσον αφορά την επίσκεψη στην Τρίπολη, είχαμε υπολογίσει και ήμασταν προετοιμασμένοι για όλα τα ενδεχόμενα. Δεν αιφνιδιαστήκαμε. Από τη στιγμή, όμως, που η κατανόηση που είχαμε αθετήθηκε, έπρεπε να τηρηθεί στάση αρχής. Φυσικά και παραμένει στόχος μας η ανάπτυξη των σχέσεων με τη Λιβύη. Με μια δημοκρατικά εκλεγμένη αντιπροσωπευτική κυβέρνηση όμως, όχι με μια κυβέρνηση της οποίας η θητεία έχει λήξει εδώ και καιρό και υπογράφει παντελώς ανυπόστατα «μνημόνια». «Μνημόνια» τα οποία κινούνται όχι απλώς εκτός του πλαισίου του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, αλλά και εκτός του πλαισίου της γεωγραφίας και της κοινής λογικής» τόνισε επιπροσθέτως.
Τέλος, ο Ν. Δένδιας διαμήνυσε ότι «το όραμά μας δεν είναι μια φοβική Ελλάδα, η οποία έχει αποδεχθεί ότι λόγω πληθυσμού πρέπει να έχει αμυντική στάση απέναντι σε όλους και σε όλα, «για να μη βρει μπελά». Δεν είναι στόχος μας μια περίκλειστη Ελλάδα, αλλά μια εξωστρεφής χώρα, που επιδιώκει να έχει καλές σχέσεις με τις γειτονικές της, αλλά που έχει ταυτόχρονα ρόλο και λόγο στις εξελίξεις στην περιοχή της. Και μια χώρα που πιστεύει στη δυναμική που έχει το “brand name” Ελλάδα σε όλη την υφήλιο, όχι μόνο λόγω πολιτισμού και ιστορίας, αλλά και λόγω ενεργούς παρουσίας στις διεθνείς εξελίξεις».