Μπορεί ένα θέμα όπως οι πινακίδες των αυτοκινήτων να είναι αιτία για μια ανάφλεξη μιας εστίας έντασης που παραμένει ενεργή εδώ και δεκαετίες;
Ναι, εάν μιλάμε για το Κόσοβο και το ανοιχτό ζήτημα της οριοθέτησης όχι απλώς των συνόρων αλλά και της ίδιας της σχέσης με τη Σερβία.
Θυμίζουμε ότι η υπόθεση του Κοσόβου ήταν εξαρχής διαφορετική από αυτή των υπόλοιπων δημοκρατιών της σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας. Και αυτό γιατί το Κόσοβο δεν ήταν μια ομόσπονδη δημοκρατία, αλλά μια αυτόνομη περιοχή εντός της Σερβίας.
Την ίδια στιγμή ήταν μια περιοχή με συμπαγή αλβανικό πληθυσμό και αυτό εξηγεί το γιατί αναπτύχθηκε ένα τόσο ισχυρό κίνημα για την ανεξαρτησία. Όμως, για τη Σερβία δεν έπαυε να είναι τμήμα της σερβικής επικράτειας και έτσι αναφέρεται ακόμη στο Σύνταγμα της Σερβίας.
Η επέμβαση του ΝΑΤΟ το 1999 και οι βομβαρδισμοί της τότε Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας, μαζί με την έκτοτε παρουσία της KFOR στο έδαφος του Κοσόβου διαμόρφωσαν τη συνθήκη μιας ντε φάκτο ανεξαρτητοποίησης. Άλλωστε, η ανεξαρτησία του Κοσόβου αναγνωρίστηκε από ένα μεγάλο αριθμό κρατών ανά τον κόσμο, αν και όχι από όλες. Αρκετές χώρες, ανάμεσά τους η Ελλάδα και η Κύπρος, δεν έχουν αναγνωρίσει την ανεξαρτησία του Κοσόβου.
Όμως, για τη Σερβία ήταν πολύ δύσκολο να αποδεχτεί την ανεξαρτησία, γιατί αυτό θα αντιμετωπίζονταν στο εσωτερικό της Σερβίας ως «εθνική ταπείνωση». Και το ζήτημα γινόταν ακόμη πιο σύνθετο από το γεγονός ότι η σερβική μειοψηφία στο Κόσοβο βρίσκεται σε συγκεκριμένες περιοχές στις οποίες έχει την τοπική πλειοψηφία.
Την ίδια στιγμή πλήθαιναν οι πιέσεις να βρεθεί κάποιου είδους λύση στο ζήτημα. Άλλωστε, και για τις δύο χώρες η επίλυση του προβλήματος θα σήμαινε και μεγαλύτερες δυνατότητες ένταξης σε διεθνείς οργανισμούς και ιδίως την ΕΕ.
Οι δυσκολίες για λύση
Όμως, οι δυσκολίες είναι μεγάλες: για τη σερβική πλευρά είναι πολύ δύσκολο όχι μόνο να απεμπολήσει «εθνικό έδαφος», αλλά και να αφήσει τους Σέρβους του Κοσόβου να γίνουν μια «μειονότητα» σε ένα ανεξάρτητο αλβανικό κράτος.
Για την αλβανική πλευρά είναι αδύνατο να κάνει παραχωρήσεις π.χ. να απεμπολήσει κάποιες από τις υπό σερβικό έλεγχο περιοχές στο όνομα της εξεύρεσης λύσης.
Αυτό εξηγεί γιατί δεν προχώρησαν και οι συνομιλίες που είχαν υπάρξει τα προηγούμενα χρόνια και που περιλάμβαναν ένα είδος «ανταλλαγής περιοχών», προσφέροντας στη Σερβία κάποιες από τις περιοχές του Κοσόβου με συμπαγή πληθυσμό και αντίστοιχα δίνοντας στο Κόσοβο κάποιες περιοχές της Σερβίας με αλβανικού πληθυσμούς.
Ρόλο στην τρέχουσα ένταση παίζει και το γεγονός ότι πλέον στα πολιτικά πράγματα του Κοσόβου κυριαρχεί ο Αρμπίν Κούρτι και το κόμμα «Αυτοδιάθεση». Ο σχηματισμός αυτός που μπήκε «σφήνα» στα κόμματα που είχαν κυριαρχήσει για αρκετά χρόνια, συνδυάζει στην πολεμική κατά της διαφθοράς με μια πιο σκληρή γραμμή στο «εθνικό ζήτημα». Ο Κούρτι ήταν ο θριαμβευτής των εκλογών του 2021 και η θέση του στην πρωθυπουργία δεν αμφισβητείται πλέον από κανέναν.
Η σύγκρουση για τις πινακίδες
Η τρέχουσα αντιπαράθεση έχει να κάνει με το εάν θα επικυρωθεί η «κυριαρχία» του Κοσόβου και συμβολικά στο επίπεδο των αστυνομικών εγγράφων και των πινακίδων των αυτοκινήτων. Είχε προηγηθεί η αντιπαράθεση του καλοκαιριού σε σχέση με τα έγγραφα ταυτότητας στα περάσματα από και προς το Κόσοβο, που τελικά αποφεύχθηκε με τη μεσολάβηση και της ΕΕ, με μια λύση που λίγο πολύ ανέστειλε το σχετικό μέτρο και διατηρούσε την τωρινή λύση. Το θέμα με τις πινακίδες έχει να κάνει με το γεγονός ότι το Κόσοβο απαιτεί τα αυτοκίνητα των κατοίκων του Κοσόβου να έχουν πινακίδες Κοσόβου και όχι τις σερβικές πινακίδες που έχουν ακόμη τα αυτοκίνητα της σερβικής μειονότητας, απειλώντας μάλιστα με πρόστιμο όσους δεν έχουν τις «σωστές» πινακίδες. Αυτό προκάλεσε πολύ μεγάλες αντιδράσεις, με πιο χαρακτηριστική τη μαζική παραίτηση κρατικών λειτουργών (αστυνομικοί, δικαστές κ.λπ.) σερβικής καταγωγής σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Και παρότι θέμα φαντάζει ιδιαίτερα «συμβολικό», δεν παύει να αποτυπώνει το πρόβλημα που υπάρχει σε αυτή τη μικρή χώρα με πληθυσμό λίγο κάτω από 2 εκατομμύρια. Από τη μια το αίτημα της τυπικής ανεξαρτησίας παραμένει συνεκτικό στοιχείο της πλειονότητας, την ώρα που δεν είναι καθόλου εύκολο να ξεπεραστεί το πρόβλημα της μειονότητας και του τρόπου που έχει διαμορφωθεί ένα κλίμα στη Σερβία. Όλα αυτά διαπλέκονται με ευρύτερα γεωπολιτικά ζητήματα, με δεδομένα ότι παραδοσιακή ηγεσία του Κοσόβου είχε μια πιο φιλοδυτική στάση, ενώ η Σερβία εξακολουθεί να αναζητά μια ισορροπία διατηρώντας καλές σχέσεις και με τη Ρωσία.
Την ίδια στιγμή και για τις δύο χώρες υπάρχει πίεση για λύση αλλά και εμπόδια σε αυτή. Μια λύση στο θέμα – που φαντάζει πολύ δύσκολο να βρεθεί χωρίς κάποιου τύπου και συζήτηση για τα σύνορα –, θα άνοιγε πιθανώς το δρόμο κυρίως για την Ευρωπαϊκή προοπτική, αν και οι καθυστερήσεις σε σχέση με τις ενταξιακές διαδικασίες των υπολοίπων «Δυτικών Βαλκανίων (κυρίως της Αλβανίας και της Βόρειας Μακεδονίας) δείχνει ότι δεν θα είναι μια γρήγορη διαδικασία. Από την άλλη και για τις δύο πλευρές η λύση θα σημαίνει εν μέρει και συμβιβασμούς ως προς «εθνικά αφηγήματα» που διατηρούν τη φόρτιση και την απήχησή τους, και τα οποία υπό προϋποθέσεις μπορούν να οδηγήσουν ακόμη και σε «θερμές» αντιπαραθέσεις.