«Κάθε χρήση ή απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων δεν είναι αποδεκτή. Η ειρηνική επίλυση κάθε διαμάχης, οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση των κρίσεων, όπως επίσης η διπλωματία και ο διάλογος, έχουν ζωτική σημασία. Η εποχή μας δεν μπορεί να είναι η εποχή του πολέμου».
Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται, σύμφωνα με το ρεπορτάζ των Financial Times, από το σχέδιο απόφασης της συνόδου των G20, που πραγματοποιείται στο Μπαλί της Ινδονησίας. Παρά δε το γεγονός ότι είναι αμφίβολο εάν θα εγκριθεί, καθώς είναι προφανές ότι «δείχνει» τη Ρωσία που αποτελεί μέλος της ομάδας, αναδεικνύει το κλίμα που επικρατεί στις τάξεις των συμμετεχόντων.
Κίνα και Ινδία
Το ίδιο κλίμα, άλλωστε, ήταν εμφανές και στις παρεμβάσεις των ηγετών της Κίνας και της Ινδίας, δύο εκ των βασικότερων συμμάχων της Μόσχας σήμερα. Κι αυτό διότι τόσο ο Σι Τζινπίνγκ όσο και ο Ναρέντρα Μόντι τάχθηκαν υπέρ του τερματισμού του πολέμου στην Ουκρανία.
Ενός πολέμου ο οποίος, αναμφίβολα, έχει αλλάξει άρδην τα δεδομένα και έχει φέρει την ανθρωπότητα στο κατώφλι μιας νέας εποχής του πολέμου – ακόμη και πυρηνικού.
Τα παραπάνω, φυσικά, δεν σημαίνουν ότι Κίνα και Ινδία εγκαταλείπουν τον Βλαντιμίρ Πούτιν και αλλάζουν στρατόπεδο, συντασσόμενες με τη Δύση. Εξάλλου, οι δηλώσεις και οι διπλωματικές διατυπώσεις δεν περιλαμβάνουν καταδίκη των ρωσικών θέσεων – ενώ θα μπορούσαν να ερμηνευθούν και ως πίεση προς το Κίεβο για να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων άμεσα, χωρίς να επιμένει στους «μαξιμαλιστικούς» στόχους της απελευθέρωσης όλων των εδαφών της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας.
Φόβος για τη συνέχεια
Παρ’ όλα αυτά, είναι σαφές ότι οι ισχυροί του πλανήτη, σε Ανατολή και Δύση – αν και φέρουν στο σύνολό τους πολλές και βαριές ευθύνες για την κατάσταση στην οποία έχουμε οδηγηθεί – ανησυχούν έντονα για το ενδεχόμενο οι εξελίξεις να ξεφύγουν από τον έλεγχό τους.
Φοβούνται, δηλαδή, μήπως επαναληφθεί η ιστορία του Φρανκενστάιν, καθώς η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι, από ένα σημείο και μετά, οι πόλεμοι και οι γεωπολιτικές ανατροπές αποκτούν τη δική τους δυναμική.
Το σίγουρο είναι ότι η κινητικότητα σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο έχει ενταθεί – χωρίς, σε καμία περίπτωση, να έχει μειωθεί η ένταση των συγκρούσεων στα πεδία των μαχών. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ενταχθεί και να ερμηνευθεί και η συνάντηση που είχαν στην Άγκυρα ο επικεφαλής της CIA, Ουίλιαμ Μπερνς, με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Ναρίσκιν, ο οποίος διευθύνει την SVR.
Προφανώς, άλλωστε, κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι οι δύο αρχικατάσκοποι περιορίστηκαν στα θέματα που διέρρευσαν επισήμως: Την ανταλλαγή αιχμαλώτων και τα πυρηνικά όπλα. Οι πάντες (ακόμη και το Κίεβο) μπορούν – δικαίως – να υποθέσουν πως στην ατζέντα τους βρέθηκε ο πόλεμος, η κατάσταση που διαμορφώνεται και τα σενάρια για την επόμενη ημέρα.
Μετά τη Χερσώνα
Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι ορισμένοι θεωρούν πως η ανακατάληψη της Χερσώνας από τους Ουκρανούς και ο περιορισμός των Ρώσων στην ανατολική όχθη του ποταμού Δνείπερου και, κυρίως, στο Ντονμπάς και τη Ζαπορίζια, ανοίγουν ένα «παράθυρο» για διαπραγματεύσεις.
Κι αυτό διότι, ό,τι και να λέγεται επισήμως, αυτή η διαχωριστική γραμμή δεν μπορεί να μεταβληθεί εύκολα, ειδικά στη διάρκεια του χειμώνα.
Με άλλα λόγια: Οι ρωσικές δυνάμεις είναι αδύνατο να επιχειρήσουν, στο άμεσο μέλλον, την επιστροφή τους στα εδάφη που έχασαν, παρά το γεγονός ότι το Κρεμλίνο συνεχίζει να διακηρύττει πως η Χερσώνα ανήκει οριστικά και αμετάκλητα στη Ρωσική Ομοσπονδία. Οι αντίστοιχες ουκρανικές, από την άλλη, γνωρίζουν πως κάθε δική τους προσπάθεια να διώξουν τους Ρώσους από το Ντονμπάς ή την Κριμαία θα συνοδευτεί από τρομακτικές απώλειες, με το σενάριο ήττας να είναι πολύ πιθανό.
Από αυτή την άποψη, οι επόμενες εβδομάδες μπορεί να αποδειχθούν κρίσιμες και να επιφυλάσσουν εξελίξεις σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο. Σε αντίθετη περίπτωση, ο χειμώνας θα σφραγιστεί από πόλεμο σχετικά χαμηλής έντασης, ενώ η επόμενη άνοιξη θα μας αποκαλύψει ένα νέο δωμάτιο της κόλασης.