Στη δίνη των ανατροπών λόγω πληθωρισμού έχουν εισέλθει οι ευρωπαϊκοί κρατικοί προϋπολογισμοί και μοιάζει αρκετά αβέβαιο το 2023. Αλλαγές έρχονται και στα ελληνικά κρατικά τεφτέρια, οι οποίες αναθεωρήσεις θα αποτυπωθούν στο τελικό σχέδιο του προϋπολογισμού κατά τις 20 Νοεμβρίου. Στο όλο κλίμα των διεθνών ανατιμήσεων έρχεται να προστεθεί ένας ακόμα πονοκέφαλος στο οικονομικό επιτελείο.
Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ έδειξαν την αυξανόμενη “μαύρη τρύπα” στο εμπορικό ισοζύγιο, με βασικές αιτίες τις υψηλές τιμές των καυσίμων και αγαθών, ενώ, το ίδιο διάστημα, αυξάνονται και οι εισαγωγές. Παρά τη διψήφια αύξηση των εξαγωγών από το 2020, η αξία των εισαγωγών- χωρίς τα πετρελαιοειδή- παρουσίασε, επίσης, σημαντική αύξηση. Στο εννεάμηνο το έλλειμμα ξεπέρασε τα 27 δισ. Ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση 62,3% σε σχέση με πέρυσι. Το αντίστοιχο μέγεθος, χωρίς τα πετρελαιοειδή, παρουσίασε αύξηση κατά 5,65 δισ. ευρώ, δηλαδή 41,1% . Μονο τον Σεπτέμβριο το έλλειμμα εκτοξευθηκε κατά 70,4%, σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα 3,6 δισ. Ευρώ,ενώ η αξία των εξαγωγών ενισχύθηκε κατά 26,3%, ενώ των εισαγωγών κατά 42,2%.
Χαμηλότερο ΑΕΠ, αυξημένος πληθωρισμός
Ο υψηλός πληθωρισμός και οι αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ προκαλούν στο ελληνικό κρατικό προσχέδιο του προϋπολογισμού, αναθεωρήσεις, όπως στο ΑΕΠ ενώ δεν αποκλείονται αλλαγές στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Κατά βάση το ΑΕΠ για του χρόνου κατεβαίνει χαμηλότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις του 2% και ο πληθωρισμός κλείνει στο 3%-4%. Για το 2022, το ΑΕΠ εκτιμάται να διαμορφωθεί πάνω από την αρχική πρόβλεψη του ΥΠΟΙΚ στο 6% (από το 5,3%) και εθνικός δείκτης τιμών θα αναθεωρηθεί, επίσης, προς τα πάνω, πέριξ του 9%-10% (από 8,8%). Πάντως, η κυβέρνηση κινείται με βασική στρατηγική να πετύχει πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω του 2% εφέτος και πλεόνασμα στο 0,7%.
Στα θετικά νέα, για την ελληνική οικονομία η ελβετική τράπεζα UBS αναμένει ανάπτυξη 2,5% το 2023, κατά 1,8% υψηλότερη της μέσης εκτίμησης των αναλυτών και 3,2% το 2024 υψηλότερη κατά 1,1% σε σχέση με την πρόβλεψη του Consensus, η οποία αναβάθμισε την εκτίμησή της για το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ του 2022 στο 6,4% από 5,7% προηγουμένως. Ο πληθωρισμός αναμένεται από το 10,2% το 2022, να υποχωρήσει στο 3,8% το 2023 και στο 2,2% το 2024.
Πάνω από 3 δισ. ευρώ η αύξηση στο έλλειμμα του ισοζυγίου
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, κατά 70,4% εκτοξεύτηκε το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας τον Σεπτέμβριο σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα 3,6 δισ. ευρώ. Η αξία των εξαγωγών ενισχύθηκε κατά 26,3%, ενώ των εισαγωγών κατά 42,2%.
Η συνολική αξία των εισαγωγών – αφίξεων κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022 ανήλθε στο ποσό των 67.854,5 εκατ. ευρώ (71.809,6 εκατ. δολάρια) έναντι 45.567,0 εκατ. ευρώ (54.294,0 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2021, παρουσιάζοντας αύξηση, σε ευρώ 48,9%. Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 10.642,1 εκατ. ευρώ, δηλαδή 30,7% και η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε αύξηση κατά 10.559,3 εκατ. ευρώ, δηλαδή 30,5%, σε σχέση με το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021.
Η συνολική αξία των εξαγωγών – αποστολών κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022 ανήλθε στο ποσό των 40.554,3 εκατ. ευρώ (43.121,6 εκατ. δολάρια) έναντι 28.742,7 εκατ. ευρώ (34.468,4 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2021, παρουσιάζοντας αύξηση, σε ευρώ 41,1%. Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 4.992,4 εκατ. ευρώ, δηλαδή 23,8% και η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε αύξηση κατά 4.986,5 εκατ. ευρώ, δηλαδή 23,9%, σε σχέση με το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021.
Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2022 ανήλθε σε 27.300,2 εκατ. ευρώ (28.688,0 εκατ. δολάρια) έναντι 16.824,3 εκατ. ευρώ (19.825,6 εκατ. δολάρια) κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2021, παρουσιάζοντας αύξηση, σε ευρώ, 62,3%. Το αντίστοιχο μέγεθος χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 5.649,7 εκατ. ευρώ, δηλαδή 41,1% και το αντίστοιχο μέγεθος χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία παρουσίασε αύξηση κατά 5.572,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 40,6%.
Πηγή: ΟΤ