Μια πιστή ανακατασκευή των αρχαίων Γλυπτών του Παρθενώνα θα εκτεθεί την Τρίτη στο Λονδίνο, εν μέσω «γρήγορων και σφοδρών» διαπραγματεύσεων μεταξύ του Βρετανικού Μουσείου και της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των αυθεντικών στη χώρα της ΕΕ.
Χρησιμοποιώντας τρισδιάστατη τεχνολογία και μέσω της σάρωσης των πρωτότυπων αρχαίων ελληνικών αγαλμάτων που εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο, το Ινστιτούτο Ψηφιακής Αρχαιολογίας της Οξφόρδης δημιούργησε μια ανακατασκευή φυσικού μεγέθους του Αλόγου της Σελήνης, σκαλισμένο από το ίδιο πεντελικό μάρμαρο που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή των πρωτοτύπων.
Αυτή τη στιγμή κατασκευάζεται ένα επιπλέον αντίγραφο μιας μετόπης που απεικονίζει τη μυθική μάχη μεταξύ Κενταύρων και Λαπίθων κατά τη γαμήλια γιορτή του Πειρίθου.
Πριν από τα αποκαλυπτήρια του έργου στο Μουσείο Φρόιντ στο Λονδίνο, ο διευθυντής του Ινστιτούτου δήλωσε στη σκωτσέζικη εφημερίδα The National ότι τα αντίγραφα κατασκευάστηκαν για να «υποστηρίξουν» τις συζητήσεις που πραγματοποιούνται αυτή τη στιγμή για τον επαναπατρισμό των Γλυπτών και πρόσθεσε ότι αισθάνεται «σίγουρος» ότι σύντομα θα επιτευχθεί συμφωνία.
«Δεν μπορώ να αποκαλύψω όλες τις λεπτομέρειες, αλλά έχει εκπονηθεί μια πολύ λογική συμφωνία και υπάρχει ένα γρήγορο χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση» δήλωσε ο Ρότζερ Μισέλ αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις που αναφέρθηκαν μεταξύ του προέδρου του Βρετανικού Μουσείου, Τζορτζ Όσμπορν, και του Έλληνα πρέσβη στο Ηνωμένο Βασίλειο, Ιωάννη Ραπτάκη.
Ο Μισέλ δήλωσε ότι αναμένει ότι μια συμφωνία για την επιστροφή των ζωφόρων ηλικίας 2.500 ετών θα εφαρμοστεί πριν από τις επόμενες ελληνικές εκλογές του 2023.
Τα αρχαία αντικείμενα, τα οποία αναφέρονται στο Λονδίνο ως Ελγίνεια Μάρμαρα -από το όνομα του Σκωτσέζου ευγενή Τόμας Μπρους γνωστού ως Λόρδου Έλγιν, ο οποίος στις αρχές του 1800 αφαίρεσε τα μάρμαρα από το ναό του Παρθενώνα και τα μετέφερε στη Βρετανία- βρίσκονται στο επίκεντρο μιας διαμάχης δεκαετιών μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ελλάδας για την επιστροφή τους.
Ο κ. Μισέλ δήλωσε ότι τα αντίγραφα -που σκαλίστηκαν με τη χρήση της προηγμένης τεχνολογίας με μηχάνημα που κατασκευάστηκε για να αναπαράγει τρισδιάστατα σχέδια με πέτρινα υλικά- έδειξαν τι μπορούν να παράγουν η υψηλής ποιότητας γνώση και τεχνολογία ώστε να είναι «όλοι κερδισμένοι».
«Αντί να έχουμε έναν νικητή και έναν ηττημένο σε αυτή τη σύγκρουση, προσπαθήσαμε να καταλάβουμε τι ήθελε η κάθε πλευρά» δήλωσε ο Μισέλ στο The National.
«Το Βρετανικό Μουσείο είναι ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα και ανέκαθεν έλεγε ότι ήθελε να δείξει την τέχνη της αρχαιότητας στο πλαίσιο της. Αυτό που μπορούμε να τους προσφέρουμε είναι μια καλύτερη αντανάκλαση της πραγματικότητας της ιστορίας, ενώ παράλληλα οι Έλληνες θα πάρουν πίσω τα πολύτιμα αντικείμενα που αποτελούν μέρος της εθνικής τους κληρονομιάς».
Ο ιδρυτής του ινστιτούτου δήλωσε ότι τα «αστραφτερά λευκά» μάρμαρα του Βρετανικού Μουσείου είναι παραπλανητικά και επέκρινε το μουσείο του Λονδίνου για «μια κάποια ασέβεια» προς τον Έλληνα γλύπτη Φειδία, του οποίου τα αρχαία έργα εκτίθενται ενώ κομμάτια του λείπουν.
Ο Μισέλ δήλωσε ότι άλλα αντίγραφα θα βαφτούν με τα ζωντανά χρώματα που χρησιμοποίησε ο Φειδίας για τα πρωτότυπα, όπως οι καφέ τόνοι του δέρματος. Τα ζωγραφισμένα αντίγραφα και η εικονική πραγματικότητα μπορούν «να δείξουν πραγματικά πώς έμοιαζε η αρχαιότητα» πρόσθεσε.
Η προβολή της ανακατασκευής στο Μουσείο Φρόιντ θα συνοδεύεται από μια προβολή επαυξημένης πραγματικότητας του αρχικού κεφαλιού του αλόγου στο Βρετανικό Μουσείο. Ο Μισέλ σημείωσε ότι το ινστιτούτο βρίσκεται σε συζητήσεις για να εκθέσει το αντίγραφο στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι μετά την παρουσίασή του στο Λονδίνο.
Το ινστιτούτο που εδρεύει στην Οξφόρδη έχει επίσης δημιουργήσει ένα τρισδιάστατο μοντέλο της γκαλερί Duveen του μουσείου, όπου φυλάσσονται τα μάρμαρα.
«Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να τοποθετήσουμε το Βρετανικό Μουσείο οπουδήποτε στον κόσμο, αλλά στην πραγματικότητα είναι το μουσείο που πρέπει να το κάνει, ώστε ο καθένας, οπουδήποτε στον κόσμο, να μπορεί να «επισκέπτεται» τις συλλογές του» σχολίασε ο Μισέλ.
Εκφράζοντας τη λύπη του για την αργή υιοθέτηση της τεχνολογίας από το Βρετανικό Μουσείο για την ενημέρωση και τον διαμοιρασμό των εκθέσεών του, ο διευθυντής δήλωσε ότι ελπίζει ότι το έργο του ινστιτούτου του «σηματοδοτεί μια εντελώς νέα εποχή» για έναν από τους μεγαλύτερους κατόχους διεθνών αντικειμένων στον κόσμο.
«Στην πραγματικότητα το Βρετανικό Μουσείο θα πρέπει να επιστρέψει πολλά πράγματα», λέει ο κ. Μισέλ, αντανακλώντας τις αυξανόμενες δημόσιες εκκλήσεις για τον επαναπατρισμό των λεηλατημένων αντικειμένων της αποικιακής εποχής.
Ορισμένα βρετανικά ιδρύματα επιστρέφουν σταθερά αμφισβητούμενα αντικείμενα τα τελευταία χρόνια, κυρίως τα Χάλκινα του Μπενίν στην Νιγηρία. Ωστόσο, το Βρετανικό Μουσείο έχει αντισταθεί στον επαναπατρισμό κλεμμένων αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένων των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Η αντίσταση αυτή είναι εν μέρει αποτέλεσμα νομικών περιορισμών, δεδομένου ότι ο νόμος περί Βρετανικού Μουσείου του 1963 και ο νόμος περί πολιτιστικής κληρονομιάς του 1983 απαγορεύουν τη διάθεση αντικειμένων χωρίς νόμο του Κοινοβουλίου, γράφει η σκωτσέζικη The National.
Υπάρχουν ωστόσο τρόποι να παρακαμφθούν αυτοί οι περιορισμοί και ενώ το Βρετανικό Μουσείο και η κυβέρνηση αποκλείουν σταθερά το ενδεχόμενο να επιστρέψουν μόνιμα τα ελληνικά γλυπτά, ο κ. Όσμπορν δήλωσε πρόσφατα ότι πιστεύει πως υπάρχει «μια συμφωνία που μπορεί να γίνει, όπου μπορούμε να πούμε και τις δύο ιστορίες στην Αθήνα και στο Λονδίνο».
«Είναι υπέροχο να σκέφτεται κανείς ότι κάτι που σαπίζει εδώ και διακόσια χρόνια μπορεί να επιλυθεί με την τεχνολογία», δήλωσε από την πλευρά του ο Μισέλ. «Τόσο το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και η Ελλάδα μπορούν να είναι κερδισμένοι, πράγμα που είναι καλά νέα για όλους«.