Η είδηση για τη δοκιμή βαλλιστικού πυραύλου από την Τουρκία, ήρθε να υπενθυμίσει ότι η γειτονική χώρα δεν επιδίδεται μόνο σε πολεμοκάπηλη ρητορική αλλά και επενδύει στην αμυντική βιομηχανία της.
Το έχουμε δει άλλωστε και με τα τουρκικά drone που έχουν χρησιμοποιηθεί σε αρκετά πεδία μαχών, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας.
Μπορεί να έχουν διάφορα προβλήματα, αλλά αποδείχτηκαν αρκετά αποτελεσματικά.
- Διαβάστε επίσης: Να μάθουμε να μετράμε σωστά τον Ερντογάν
Κυρίως, όμως, έδειξαν ότι η Τουρκία επενδύει και στα οπλικά συστήματα της «επόμενης μέρας».
Που δεν είναι απαραίτητα τα οπλικά συστήματα «τελευταίας γενιάς». Το είδαμε και στην περίπτωση της Ρωσίας που αναγκάστηκε να προμηθευτεί drones από το Ιράν, παρότι προφανώς και έχει πιο εξελιγμένη αμυντική βιομηχανία και τεχνολογία.
Στη χώρα μας φοβάμαι ότι έχουμε εγκλωβιστεί περισσότερο από όσο πρέπει στη «διπλωματία των εξοπλισμών», εδώ και αρκετές δεκαετίες, ήδη από την «Αγορά του αιώνα» όταν επιλέχτηκαν αεροσκάφη με κριτήρια και τις τότε συμμαχίες.
Είναι η αντίληψη ότι εάν κάνουμε συγκεκριμένες προμήθειες αμυντικού υλικού, οι χώρες που θα μας το προμηθεύσουν θα μας υποστηρίξουν και διπλωματικά.
Όμως, αυτό ισχύει εν μέρει.
Την ίδια στιγμή μας εγκλωβίζει σε μια λογική εξοπλισμών με πολύ μεγάλο κόστος.
Προσοχή δεν υποστηρίζω ότι η χώρα μας δεν θα πρέπει να έχει πολιτική εξοπλισμών ή να μην προσπαθεί να έχει αξιόμαχες ένοπλες δυνάμεις, κάτι που δυστυχώς πάντα έχει και κόστος.
Όμως, αισθάνομαι ότι κάποιες φορές σκεφτόμαστε κυρίως με όρους προμήθειας και όχι παραγωγής, υποτιμώντας τη δυνατότητα να έχουμε παραγωγή εδώ, δική μας έρευνα και οπλικά συστήματα ελληνικού σχεδιασμού. Σε τελική ανάλυση και υποδομές έχουμε και εξειδικευμένο επιστημονικό και τεχνικό δυναμικό.
Κατανοώ την εύλογη αντίρρηση ότι εάν είναι να επενδύσουμε στην εγχώρια παραγωγή είναι πολύ προτιμότερο αυτό να αφορά προϊόντα και τεχνολογίες «ειρηνικές», ειδικά σε μια χώρα που πέρασε μια μακρά περίοδο οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.
Όμως, σε ταραγμένους καιρούς δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ και την άμυνα…