Επενδυτικές ευκαιρίες στα κρατικά ομόλογα διαβλέπουν πλέον αναλυτές μετά τη σημαντική υποχώρηση των τιμών τους τελευταίους μήνες, καθώς ο πληθωρισμός επιμένει λόγω της ενεργειακής κρίσης, αναγκάζοντας τις κεντρικές τράπεζες να ακριβύνουν το χρήμα για τον έλεγχό του.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δείκτης τίτλων του Δημοσίου Barclays σε δολάριο ΗΠΑ σημειώνει από τον Αύγουστο του 2020 έως τον περασμένο Σεπτέμβριο τη μεγαλύτερη υποχώρηση (-16,9%) από την έναρξη καταγραφής των σχετικών στοιχείων το 1973.
Σημαντικές πιέσεις έχουν δεχθεί και οι τίτλοι της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Ειδικότερα, τα πιστωτικά περιθώρια των 10ετών ομολόγων στην Ιταλία ανήλθαν στα τέλη Σεπτεμβρίου στις 252 μ.β., σε υψηλό από τον Απρίλιο του 2020 και στην Ελλάδα στις 280 μβ, που αποτελεί ρεκόρ 3,5 μηνών.
Όπως επισημαίνει σε ανάλυσή της η Alpha Bank, «η ισχυρή υποχώρηση των τιμών στα κρατικά ομόλογα σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στον πολύ υψηλό πληθωρισμό».
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της, τα στοιχεία για το δείκτη τιμών καταναλωτή τον Αύγουστο στις ΗΠΑ ήταν αρκετά υψηλότερα των εκτιμήσεων με αποτέλεσμα οι τιμές τους να καταγράψουν εκ νέου ισχυρές απώλειες.
Στην Ευρωζώνη από την άλλη πλευρά, ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε σε νέο ιστορικό υψηλό, αγγίζοντας το 10% τον Σεπτέμβριο από 9,1% τον Αύγουστο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε κανένα μήνα από το 1991 έως το 2021 δεν ξεπέρασε το 5% σε ετήσια βάση.
Οι τιμές των ομολόγων
Οι ίδιοι υπογραμμίζουν πως «το βασικό ερώτημα που θα πρέπει να απαντήσουμε για να διατυπωθεί μία εκτίμηση για την εξέλιξη αποδόσεων και τιμών, είναι τι θα μπορούσε να οδηγήσει χαμηλότερα τον πληθωρισμό το επόμενο διάστημα».
Όπως εξηγούν, η υποχώρηση των τιμών ενέργειας και εμπορευμάτων προσφάτως, αλλά και η σταδιακή άμβλυνση των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα, επηρεάζουν καθοδικά τις τιμές.
Προσθέτουν ωστόσο ότι ο πληθωρισμός παραμένει σε μη αποδεκτά επίπεδα και αρκετές συνιστώσες του έχουν διαρθρωτικό χαρακτήρα.
«Θα μπορούσε να παρουσιάσει πειστική υποχώρηση σε περίπτωση ισχυρής επιβράδυνσης της οικονομίας ή ακόμα και περιορισμένης ύφεσης, καθώς σε αυτήν την περίπτωση οι τιμές θα έπρεπε να προσαρμοστούν χαμηλότερα λόγω της μειωμένης ζήτησης» αναφέρουν σχετικά.
Εάν επαληθευθεί αυτό το σενάριο, οι τοποθετήσεις σε κρατικά ομόλογα αναμένεται να έχουν τις καλύτερες αποδόσεις μεταξύ των επενδυτικών κατηγοριών.
Τι θα κάνουν οι κεντρικές τράπεζες
Προς το παρόν πάντως ο πληθωρισμός αποδεικνύεται περισσότερο επίμονος από ό,τι αναμενόταν και οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν τις επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων.
Το γεγονός ότι η οικονομία παρουσιάζει ανθεκτικότητα παρά τους αυξημένους κινδύνους και ο δομικός πληθωρισμός συνεχίζει να αυξάνεται, δικαιολογεί περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Υπενθυμίζεται ότι η Fed στη σύσκεψη του Σεπτεμβρίου αποφάσισε αύξηση του επιτοκίου αναφοράς κατά 0,75% στο 3,00% – 3,25% για τρίτη συνεχόμενη φορά.
Σύμφωνα δε, με τη διάμεσο εκτίμηση των μελών της Fed, θα διαμορφωθεί στο τέλος του έτους στο 4,40%, το 2023 στο 4,60% και το 2024 στο 3,9%.
Ο Πρόεδρος της Fed κατέστησε σαφές ότι είναι κατάλληλες μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων, καθώς τα τρέχοντα επίπεδά τους απέχουν ακόμη αρκετά από το σημείο που θωρείται ότι θα λειτουργούν αρνητικά για την οικονομία.
Ταυτόχρονα πάντως, η καμπύλη επιτοκίων τιμολογεί ότι η Fed θα αναγκαστεί μέσα στο 2023 να προβεί σε μείωση των επιτοκίων για να στηριχθεί η οικονομία.
Από την άλλη πλευρά, η ΕΚΤ στη σύσκεψη του Σεπτέμβριου αύξησε τα επιτόκιά της κατά 75 μονάδες βάσης για πρώτη φορά στην ιστορία της Ευρωζώνης.
Το επιτόκιο αναφοράς διαμορφώνεται μέχρι και τη συνεδρίαση του ΔΣ της σε δύο εβδομάδες στο 1,25%, το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 0,75% και το επιτόκιο οριακής χρηματοδότησης στο 1,50%.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Alpha Bank, το τρέχον επιτόκιο αναφοράς απέχει από το επίπεδο το οποίο μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλο για να ελεγχθεί ο πολύ υψηλός πληθωρισμός. Επομένως εκτιμούν ότι θα υπερβεί το 2% μέχρι το τέλος του έτους.
Πηγή: ot.gr