Το θέμα αυτό κυριάρχησε στη χθεσινή συνεδρίαση του Εurogroup στο Λουξεμβούργο, όπου τέθηκαν δύσκολες ερωτήσεις στο Γερμανό Υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, σχετικά με τους κινδύνους που συνεπάγεται η επιδότηση αυτή για την ίδια την ενιαία αγορά. Η Ιταλία και άλλες χώρες θεωρούν ότι μονομερείς ενέργειες τόσο μεγάλης εμβέλειας θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κατακερματισμό της ενιαίας αγοράς, δεδομένου ότι δεν έχουν όλες οι χώρες δημοσιονομικά τη δυνατότητα να δαπανήσουν τόσο μεγάλα ποσά.
Μάλιστα, η γερμανική απόφαση συνδέεται και με την στάση που έχει κρατήσει το Βερολίνο τον τελευταίο καιρό, εμποδίζοντας την επιβολή πλαφόν σε ευρωπαϊκό επίπεδο στην ανώτατη τιμή φυσικού αερίου, ώστε να μειωθεί η κατανάλωση και η Γερμανία να προμηθεύεται ευκολότερα από την αγορά.
«Παρεξήγηση» βλέπει ο Κρίστιαν Λίντνερ
Ο Γερμανός υπουργός Κρίστιαν Λίντνερ προσπάθησε να κατευνάσει τους ομολόγους του. Έκανε λόγο για παρεξήγηση, δεδομένου ότι το πακέτο των 200 δισεκατομμυρίων ευρώ δεν αφορά το 2022, αλλά και τα δύο επόμενα χρόνια. Συνεπώς, όπως είπε, το ποσό δεν είναι μεγάλο λαμβανομένων υπόψη των προβλημάτων που δημιουργεί στην οικονομία η διακοπή προμήθειας φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Από την πλευρά του, ο επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, εμφανίστηκε επίσης ανήσυχος για τις επιπτώσεις της γερμανικής απόφασης στην ευρωπαϊκή οικονομία, υποστηρίζοντας ότι κατανοεί τις αντιδράσεις των άλλων χωρών. Σύμφωνα με τον Ευρωπαίο αξιωματούχο, τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να λάβουν μέτρα σε εθνικό επίπεδο για να τονώσουν τις οικονομίες τους, αλλά απαιτείται μεγαλύτερη αλληλεγγύη και ενεργοποίηση νέων κοινών εργαλείων για να αντιμετωπίσουμε την κρίση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η δυσφορία έχει φτάσει και στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο, αυτό των ηγετών. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του βελγικού τύπου ο πρωθυπουργός του Βελγίου, Αλεξάντερ ντε Κροο, υποστήριξε ότι η συσσώρευση εθνικών μέτρων στήριξης για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, όπως αυτά που ανακοίνωσε η Γερμανία την περασμένη εβδομάδα, ρισκάρει να αποδυναμώσει την ισορροπία της ενιαίας αγοράς και να θέσει σε κίνδυνο τα δημόσια οικονομικά.
Νίκος Μπέλλος, Βρυξέλλες