Ήταν 3 Οκτωβρίου 1979, όταν έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος κοινωνιολόγος και διανοούμενος, Νίκος Πουλαντζάς.
Γεννημένος στην Αθήνα, με σημαντικότατη ακαδημαϊκή καριέρα στη Γαλλία, και πλούσια αρθρογραφία και σε ελληνικές εφημερίδες και περιοδικά (Τα Νέα, Η Aυγή, ΑΝΤΙ, Ο Πολίτης) έδωσε τέλος στη ζωή του σε ηλικία 43 ετών.
Όπως γράφει «ΤΟ ΒΗΜΑ» την επομένη του θανάτου του,
«Τα βιβλία του, που είναι όλα γραμμένα στα γαλλικά, έχουν μεταφρασθεί στα ελληνικά, αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά, ισπανικά και ιαπωνικά.
»Άρθρα και συνεργασίες του διαπρεπούς Έλληνα επιστήμονα έχουν δημοσιευθεί στα πλέον έγκυρα γαλλικά περιοδικά και εφημερίδες.
»Ο Νίκος Πουλαντζάς είχε συνδεθεί με πολυάριθμους Γάλλους διανοούμενους και η παρουσία του στους πνευματικούς αγώνες που απασχόλησαν τον ευρωπαϊκό χώρο την τελευταία δεκαετία ήταν χαρακτηριστική για το προοδευτικό κίνημα στην Γαλλία».
Από τους επιφανέστερους Μαρξιστές
Γράφει ο Πάνος Λουκάκος στο «ΒΗΜΑ» της 7ης Οκτωβρίου 1979:
«Ο καθηγητής Πουλαντζάς, ένας από τους επιφανέστερους σύγχρονους Μαρξιστές με δεσπόζουσα συμμετοχή στα προοδευτικά, ιδεολογικά ρεύματα της Ευρώπης, συντρίφτηκε φαίνεται κάτω από το ίδιο το βάρος της προχωρημένης σκέψης του.
»Κάνοντας με το έργο του μία μεγάλη τομή στην μαρξιστική θεωρία του κράτους πήρε πολύ νέος εξέχουσα θέση στην ανανεωτική παράδοση του Μαρξισμού. Συνέλαβε και ανάλυσε συστηματικά τη σχέση ανάμεσα στο Κράτος και την κοινωνία και, στηριγμένος στην βαθειά φιλοσοφική του παιδεία, έδωσε ένα πρωτοποριακό έργο, που έχει τεράστια απήχηση στην σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνιολογική σκέψη.
Πολιτική θεωρία και πράξη
»Ένα βασικό στοιχείο της προσωπικότητας του Πουλαντζά ήταν ο συνδυασμός της πολιτικής θεωρίας με την πολιτική πράξη. Έζησε με πάθος τον αντιδικτατορικό αγώνα, σε όλες τις φάσεις του.
»Έγραφε, μετείχε σε επιτροπές και κινήσεις, πάντα ενταγμένος στο ΚΚΕ εσωτ. Υποψήφιος βουλευτής επικρατείας της Συμμαχίας στις εκλογές του 1977, ήταν ένας από τους λίγους, που κατάργησαν την απόσταση ανάμεσα στην ακαδημαϊκή έδρα και τον πολιτικό αγώνα.
Στο ίδιο φύλλο γράφει ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος:
«Με το πρωτότυπο θεωρητικό του έργο, ο Πουλαντζάς βρέθηκε στο κέντρο της γαλλικής προοδευτικής διανόησης και στην πρώτη γραμμή των αγώνων της για την ανανέωση και τον πλουτισμό της γαλλικής προοδευτικής σκέψης και πράξης.
Έλληνας πνευματικός εργάτης
»Μολονότι οργανικά τοποθετημένος στη γαλλική και στη διεθνή πρωτοποριακή πνευματική κίνηση ο Νίκος Πουλαντζάς δεν έλειψε ποτέ από τον μικρό κύκλο των Ελλήνων πνευματικών εργατών, που παράλληλα με τις δραστηριότητές τους στα πλαίσια της γαλλικής πανεπιστημιακής και πνευματικής ζωής είχαν αφιερώσει ένα μεγάλο μέρος του χρόνου τους στην αντιμετώπιση των ελληνικών προβλημάτων.
»Όχι μόνον είχε πρωτοστατήσει στον αγώνα εναντίον των τελευταίων δικτατόρων, αλλά με τη συνεχή του παρουσία στις ελληνικές συναντήσεις έδινε ζωντάνια και αισιοδοξία στην ομάδα που στη φιλόξενη ξένη χώρα με τη μεγάλη δημοκρατική παράδοση επέμεναν να συνεχίσουν μακριά από την Ελλάδα την ελληνική πνευματική ζωή.
»Οι παλαιότεροι από τους παρόντες εύρισκαν πάντα στη συζήτηση μαζί του αφορμή ανανέωσης και διεύρυνσης της προβληματικής τους. Οι νεώτεροι οφείλουν πολλά στη γόνιμη επίδρασή του, κι όταν ακόμα η σκέψη του ή η στάση του προκαλούσε έντονες αντιδράσεις.
»Γιατί το δυνατό αυτό θεωρητικό μυαλό που βρισκόταν σε πλήρη άνεση στο διανοητικό παιχνίδι συνοδεύονταν από κάποια παιδική σχεδόν, ευαισθησία και ανασφάλεια που κρύβονταν συχνά πίσω από μια, χωρίς κακία, επιθετικότητα και σαν ένα είδος ειρωνείας που έφθανε ως την αυτοειρωνεία, άσφαλτα όλ’ αυτά δείγματα μιας δημιουργικής προσωπικότητας, που είχε συνείδηση της σχετικότητας και της προσωρινότητας τής κάθε επιστημονικής προσπάθειας. Ο σοβαρός αυτός μελετητής δεν έδειχνε να παίρνει πάντα τον εαυτό του στα σοβαρά».
Αστείρευτη πηγή βροντερού γέλιου
Ο στενός φίλος του Νίκου Πουλαντζά, πανεπιστημιακός και κοινωνιολόγος, Κωνσταντίνος Τσουκαλάς γράφει στο «ΒΗΜΑ», τον Σεπτέμβριο του 1999, 20 χρόνια μετά τον θάνατο του Πουλαντζά:
«Για εκείνους που τον γνώρισαν από κοντά η μνήμη της προσωπικότητας του Νίκου Πουλαντζά παραμένει ίσως ισχυρότερη και από το ίδιο του το έργο. Μόλις σηκωνόταν από το γραφείο του και μέσα σε δευτερόλεπτα ο αυστηρός, συστηματικός και συχνά σκοτεινός στοχαστής μεταμορφωνόταν σε μια αστείρευτη πηγή βροντερού γέλιου, διεισδυτικού σαρκασμού και αχαλιναγώγητης χαράς.
»Η κοπιώδης οξύτητα της σκέψης του συναγωνιζόταν με την άκοπη οξύτητα της γοητείας του, που την ασκούσε δίχως ίσως και να το καταλαβαίνει ο ίδιος προς όλους όσους συναντούσε στο διάβα του.
»Ειρωνευόμενος τους πάντες και τα πάντα, με πρώτο τον εαυτό του, ξεχείλιζε εν τούτοις από μια άδολη και καλοπροαίρετη διάθεση που καθιστούσε τη χλεύη του όχι μόνο αρεστή, αλλά παραδόξως και κολακευτική.
»Δεν χαριζόταν σε κανέναν και όμως όλοι τον αγαπούσαν, ή τουλάχιστον αισθάνονταν καταδικασμένοι να τον συμπαθήσουν. Και όλοι, οικείοι και ανοίκειοι, τον έκλαψαν. Και εκείνοι που τον θυμούνται τον κλαίνε ακόμη».