Έκτακτα μέτρα για τη στήριξη των συνταξιοδοτικών ταμείων, αλλά και την σταθεροποίηση της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου ανακοίνωσε την Τετάρτη η Τράπεζα της Αγγλίας, μετά την ξαφνική πτώση της στερλίνας και τον πανικό που προκλήθηκε στις αγορές χρυσού μετά τον «μίνι προϋπολογισμό» της πρωθυπουργού Λιζ Τρας.
Ενώ οι αγορές εστιάζουν στις τιμές των νομισμάτων και των ομολόγων και εξετάζουν τις συνέπειες του περίπλοκου χρηματοπιστωτικού συστήματος, για έναν μεγάλο αριθμό υπερχρεωμένων Βρετανών, αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι τα στοιχεία που σχετίζονται με τις τιμές των σπιτιών και τους τόκους των στεγαστικών δανείων.
«Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα χειρότερο από το να είμαι υπεύθυνος για τους λογαριασμούς των στεγαστικών δανείων που ανεβαίνουν χαοτικά χάρη σε μια αλόγιστη ομιλία», είπε ο Giles Wilkes, πρώην κυβερνητικός σύμβουλος που είναι τώρα ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο για την κυβέρνηση και συνεργάτης της Flint Global.
Η σημασία της αγοράς κατοικίας για τους Βρετανούς
Στη Βρετανία η γη είχε πάντα μεγάλη σημασία. Για αιώνες εξάλλου δικαίωμα ψήφου είχαν μόνο οι γαιοκτήμονες ενώ ακόμα και κατά τις τελευταίες δεκαετίες, οι νομοθέτες ήταν πολύ προσεκτικοί και λάμβαναν πάντα υπόψη τους την παλιά παροιμία που λέει ότι το σπίτι ενός Άγγλου είναι το κάστρο του.
Τη δεκαετία του 1950 ο υπουργός Στέγασης Χάρολντ Μακμίλαν εκτόξευσε την δημοτικότητα του στις τάξεις του υπουργικού συμβουλίου αλλά και την Νταουνινγκ Στριτ, λόγω ενός επιτυχημένου προγράμματος για την οικοδομή.
Στη δεκαετία του ’80 η Μάργκαρετ Θάτσερ καρπώθηκε τα εκλογικά οφέλη από τη ρύθμιση με την οποία εκατομμύρια ενοικιαστές κοινωνικών κατοικιών μπορούσαν να αγοράσουν τα σπίτια στα οποία ζούσαν.
Ωστόσο, τα τελευταία 20 χρόνια παρουσιάζεται δραματική αύξηση στις τιμές των σπιτιών με τους Βρετανούς να έχουν επιβαρυνθεί με τεράστια χρέη από στεγαστικά δάνεια.
Μάλιστα σύμφωνα με την εταιρεία δεδομένων Statista, το Ηνωμένο Βασίλειο στα τέλη του 2021 ήταν στην κορυφή ευρωπαϊκής λίστας με εκκρεμή στεγαστικά δάνεια. Και μιλάμε για τη νέα γενιά ιδιοκτητών κατοικιών που γνώρισε μόνο τα χαμηλά επιτόκια που ομαλοποιήθηκαν μετά το οικονομικό κραχ του 2008.
«[Οι άνθρωποι] νοιάζονται απελπιστικά για τα σπίτια τους», είπε ο Wilkes. «Η κρίση στα στεγαστικά δάνεια στις αρχές της δεκαετίας του 1990 σημάδεψε τους Τόρις για χρόνια, ήταν απλώς βάναυσο, οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις του σπιτιού στο οποίο ζούσαν».
Ζορίζονται τα νοικοκυριά
Και ενώ είναι πλέον βέβαιο πως η Τράπεζα της Αγγλίας θα αυξήσει κι άλλο τα επιτόκια προκειμένου να αντιμετωπίσει τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, οι Βρετανοί υπολογίζουν συνεχώς τι θα τους κοστίσουν οι αλλαγές στις συμβάσεις στεγαστικών δανείων.
Τη νύχτα της Τρίτης και με την προσδοκία αύξησης των επιτοκίων η αγορά στεγαστικών δανείων είδε εκατοντάδες προϊόντα να αποσύρονται, μειώνοντας δραματικά την επιλογή των επιτοκίων για όσους αγοράζουν ή υποθηκεύουν, σύμφωνα με την υπηρεσία χρηματοοικονομικών πληροφοριών Moneyfacts.
Οι πολιτικές επιπτώσεις μιας κρίσης στεγαστικών δανείων θα μπορούσαν να είναι καταστροφικές για το κυβερνών Συντηρητικό Κόμμα.
«Είναι απολύτως τοξικό, κυρίως επειδή πρόκειται για «πυρήνα των Τόρις», είπε ο Γουίλκς. «Φιλοδοξούν να αγοράσουν ένα από αυτά τα νέα σπίτια και να βρουν δουλειά για να μπορέσουν να αποπληρώσουν την κατοικία τους».
«Πολλοί άνθρωποι θα έρθουν αντιμέτωποι με οικονομική καταστροφή», πρόσθεσε ένας πρώην βουλευτής των Τόρις, ο οποίος εργαζόταν στο Γουέστμινστερ την εποχή της κρίσης της στερλίνας την «Μαύρη Τετάρτη» τον Σεπτέμβριο του 1992.
«Αν έχετε στεγαστικό δάνειο και ψηφίσατε Συντηρητικούς το 2019, ίσως και για πρώτη φορά, δεν πρόκειται να ψηφίσετε ξανά τους Συντηρητικούς».
Οι βουλευτές αναφέρουν ότι ήδη λαμβάνουν πολλά email από ανήσυχους ψηφοφόρους.
Αυτό με τη σειρά του προκαλεί πραγματική ταραχή στο κόμμα με πρώην υπουργό να αναφέρει ότι τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων ήταν μία μεγάλη ανησυχία αυτή την εβδομάδα στις ομάδες ανταλλαγής μηνυμάτων που έχουν οι βουλευτές των Τόρις.
Το όνειρο της αγοράς σπιτιού
Οι φόβοι τους δεν μπορούν να χαρακτηριστούν αβάσιμοι, κυρίως δεδομένων των αριθμών που μπορούν εύκολα να επηρεαστούν από μία ξαφνική, μεγάλη αύξηση επιτοκίων.
Από τα εκτιμώμενα 24 εκατομμύρια νοικοκυριά στην Αγγλία, τα 15,5 εκατομμύρια (65%) ήταν ιδιοκτήτες το 2020-21, σύμφωνα με την αγγλική έρευνα για τη στέγαση της κυβέρνησης. Ειδικότερα, το 35% των νοικοκυριών ήταν οριστικοί ιδιοκτήτες, ενώ το 30% αγόραζαν με υποθήκη.
Το UK Finance εκτιμά ότι περίπου 600.000 συμβάσεις σταθερού επιτοκίου επρόκειτο να λήξουν το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, ενώ 1,8 εκατομμύρια πρόκειται να λήξουν το 2023. Πέρυσι σχεδόν οι μισοί (45%) από αυτούς που επέλεξαν συμφωνία σταθερού επιτοκίου, υπέγραψαν μόνο για δύο χρόνια.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της αγοράς το βασικό επιτόκιο της Τράπεζας της Αγγλίας θα μπορούσε σχεδόν να τριπλασιαστεί στο 6% το επόμενο έτος, αφήνοντας εκατομμύρια ανθρώπους εκτεθειμένους.
Ο Neal Hudson, αναλυτής της στεγαστικής αγοράς και επισκέπτης συνεργάτης στο Henley Business School, προειδοποίησε ότι μια τέτοια άνοδος θα μπορούσε να οδηγήσει τη δυνατότητα αποπληρωμής στεγαστικών δανείων σε παρόμοια «επίπεδα άγχους» με αυτά που παρατηρήθηκαν πριν από τις δύο πιο πρόσφατες κρίσεις της στεγαστικής αγοράς, στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στα τέλη της δεκαετίας του 2000.
«Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος κατάρρευσης της στεγαστικής αγοράς και, ενδεχομένως, πτώσης των τιμών, και κανένα από αυτά δεν είναι ιδιαίτερα καλό για την αγορά κατοικίας ή για την ευρύτερη οικονομία», είπε ο Hudson.
Η Capital Economics και η Credit Suisse εκτιμούν ότι οι τιμές των κατοικιών θα μπορούσαν να μειωθούν μεταξύ 10% και 15% το 2023.
«Ένα μεγάλο μέρος του πλούτου μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την κατοικία», πρόσθεσε ο Hudson. «Και υπάρχουν σαφείς δεσμοί μεταξύ της αγοράς κατοικίας και των καταναλωτικών δαπανών, και της αίσθησης πλούτου»
Αναδιανομή
Ο Μπεν Ζαράνκο από το Ινστιτούτο Δημοσιονομικών Μελετών είπε ότι η κυβερνητική πολιτική αναδιανομής του πλούτου δεν ωφελεί αυτούς που επωφελήθηκαν από τα χαμηλά επιτόκια, αλλά άτομα με υψηλότερα εισοδήματα, που θα επωφεληθούν δυσανάλογα από τις φορολογικές περικοπές που εισήγαγε ο Τρας.
Αυτό θα ήταν ένα σοκ για άτομα που μπορεί να μην κερδίζουν υπέρογκα ποσά, αλλά κατάφεραν να δανειστούν με πιο χαμηλό επιτόκιο, υποστηρίζοντας έναν καλύτερο τρόπο ζωής, έχοντας ένα ωραίο αυτοκίνητο ή πηγαίνοντας διακοπές.
Σύμφωνα πάλι με τον Ρόμπερτ Κόλβιλ, ο οποίος είναι ο διευθυντής του κεντροδεξιού Κέντρου Μελετών Πολιτικής η εικόνα θα είναι πολύ διαφορετική για σημαντικό αριθμό – σε μεγάλο βαθμό ηλικιωμένων- ανθρώπων που πλέον τους ανήκουν εξ ολοκλήρου τα σπίτια τους.
«Αν τα επιτόκια αυξηθούν και οι τιμές των κατοικιών μειωθούν, οι άνθρωποι που θα υποφέρουν περισσότερο είναι πιθανότατα οι νεότεροι, άνθρωποι που πληρώνουν ακόμη στεγαστικά δάνεια, που θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν, να αναχρηματοδοτούν δηλαδή ένα περιουσιακό στοιχείο που αξίζει λιγότερο», είπε.
Τι συμβαίνει με τους ενοικιαστές
Οι ενοικιαστές μπορεί να μην βγουν αλώβητοι, επισημαίνει ο Les Mayhew, καθηγητής στατιστικής στο Bayes Business School. Οι ιδιοκτήτες που αγοράζουν σπίτια για να τα νοικιάσουν επίσης πρόκειται να πληγούν από τα αυξανόμενα επιτόκια των στεγαστικών δανείων, είπε, και θα έπρεπε να αυξήσουν σημαντικά τα ενοίκια προκειμένου να μπορούν να επιβιώσουν.
Μπορεί το απότομο αυτό σοκ στην αγορά να έχει σημάνει συναγερμό, ωστόσο πολλοί θεωρούν ότι ουσιαστικά είχε προαναγγελθεί.
Οι τιμές των κατοικιών «αψηφούν τη βαρύτητα» λόγω μεγαλύτερης διάρκειας στεγαστικών δανείων και ετών χαμηλών επιτοκίων δανεισμού, προειδοποίησε ο Mayhew, ο οποίος είναι επίσης επικεφαλής της παγκόσμιας έρευνας στο International Longevity Centre.
Από την πλευρά της προσφοράς, η έλλειψη οικοδόμησης και η γήρανση του πληθυσμού που αρνείται να συρρικνώσει έχουν αυξήσει περαιτέρω τις τιμές.
«Θα έλεγα ότι έχουμε καθυστερήσει πολύ για μια συντριβή. Φτάσαμε τώρα σε αυτό το σημείο όπου τα επιτόκια έχουν αυξηθεί και δεν μπορείτε να έχετε απεριόριστα μεγάλα συμβόλαια στεγαστικών δανείων. Δεν μένουν πολλοί μοχλοί για να τραβήξουμε», προειδοποίησε.
«Θα υπάρξει μια προσαρμογή, είτε μεγάλη είτε μικρή, είναι πολύ δύσκολο να πούμε», είπε.
Ο Colvile συμφωνεί, ότι υπάρχει μια μεγάλη διαφορά μεταξύ των τιμών των κατοικιών και των προβλέψεων για τις τιμές που πέφτουν κατακόρυφα.
Μόνο ένας στους πέντε που ανταποκρίθηκαν σε δημοσκόπηση του YouGov είπε ότι θα ήταν καλύτερα να αυξάνονταν οι τιμές των κατοικιών, ενώ η πλειοψηφία λέει ότι θα ήταν πολύ καλύτερα αν οι τιμές έπεφταν. Σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες είπαν ότι το θέμα τους είναι αδιάφορο. Οι περισσότεροι όμως συμφωνούν πως υπάρχουν πολύ καλύτεροι τρόποι για να δοθούν τα σπίτια σε προσιτές τιμές.
«Προφανώς είναι πολύ καλύτερο να μειωθούν οι τιμές των κατοικιών επειδή έχουμε χτίσει περισσότερα σπίτια, παρά επειδή υπάρχει μια ξαφνική οικονομική καταστροφή», είπε ο Colvile.