Επειδή οι αναμνήσεις είναι από το μέλλον, αισθάνομαι το παρόν μου σαν τον Κραπ του Μπέκετ που ακούει τις παλιές μαγνητοταινίες με τη φωνή του στο μαγνητόφωνο, σ’ εκείνο το μπρος- πίσω που δεν είναι ούτε πίσω ούτε μπρος.
Έβλεπα ωστόσο το ’53 -χωρίς ήχο- στο παλιό, μαύρο view master από βακελίτη που ο πατέρας μου είχε αγοράσει από του Τσοκά στη Σταδίου,τη στέψη της.
Ήμουν δεν ήμουν εννέα χρονών.
Τώρα, στο παρελθόν μου, είδα στην τηλεόραση live την κηδεία της, σε δική της σκηνοθεσία προ εικοσαετίας.
Ούτε η αγαπημένη βασίλισσα, ούτε η μακροβιότερη μονάρχης, ούτε τα εξήντα της σκυλιά,, ούτε ο θεσμός αλλά το Θέαμα που κανένα Netflix δεν θα μπορέσει ποτέ να αποδώσει. Διότι ένα εκατομμύριο κομπάρσους στους δρόμους του Λονδίνου και καμιά εκατοσταριά μαυροντυμένους στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ, δεν πρόκειται να τους βρει -όποιο ψηφιακό εφέ κι αν χρησιμοποιήσει.
Η Μέγκαν θα του κόστιζε πολύ ακριβά και την Μαρί Σαντάλ που θα του ερχόταν τζάμπα, δεν την ξέρουν.
Κατά τα άλλα, ο καλός βασιλιάς Dagobert – που τραγουδώντας οι «αβράκωτοι» κορόιδευαν τον Λουδοβίκο XVI, πριν τον αποκεφαλίσουν- «φορούσε το βρακί του τα μέσα-έξω».
Πράγμα που δεν επιτρέπει το Πρωτόκολλο.