Για να κατανοήσουμε τη σημασία του διαγγέλματος του προέδρου Πούτιν πρέπει να το δούμε σε συνάρτηση με την ανακοίνωση των δημοψηφισμάτων στις τέσσερις περιοχές της Ουκρανίας που βρίσκονται υπό ρωσικό έλεγχο αλλά και σε συνάρτηση με τη διαφαινόμενη κλιμακούμενη δυτική υποστήριξη στις Ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις που αποτυπώθηκε στη συμμετοχή δυτικών στρατιωτικών στο σχεδιασμό της αντεπίθεσης στα βορειοανατολικά και στη συνεχή τροφοδότηση με εξοπλισμό.
Με δεδομένο ότι η Ρωσία εξαρχής είχε θέσει ως στόχο της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» την πλήρη απελευθέρωση του Ντονμπάς και την «αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας, δηλαδή ένα συνδυασμό «αλλαγής καθεστώτος» και καταστροφής των στρατιωτικών υποδομών της, και έχοντας απέναντί της τη συνεχή τροφοδοσία των Ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων από τη Δύση, η ηγεσία της Ρωσίας αναγκάζεται να περάσει ουσιαστικά από τη φάση της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» σε αυτή ουσιαστικά του πλήρους πολέμου.
Η ανακοίνωση της μερικής κινητοποίησης σημαίνει ότι πλέον δεν ισχύει η «κόκκινη γραμμή» ότι συμμετέχουν μόνο επαγγελματίες στρατιώτες, μέρος των οποίων ούτως ή άλλως συμμετείχε όλα αυτά τα χρόνια σε πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά ότι πλέον καλούνται και έφεδροι. Δηλαδή, η ρωσική κοινωνία πλέον θα αισθανθεί πιο άμεσα τις επιπτώσεις του πολέμου.
Στρατιωτικά η ανακοίνωση για κινητοποίηση άλλων 300.000 ενόπλων σημαίνει ότι το Ρωσικό επιτελείο θέλει να διασφαλίσει πολύ περισσότερο μια γραμμή μετώπου που ξεπερνά τα 1000 χιλιόμετρα, να μπορεί να απαντήσει σε αντεπιθέσεις και βεβαίως να ολοκληρώσει την «απελευθέρωση» εδαφών. Προφανώς αυτό θα συνδυαστεί με τη συνέχιση και κλιμάκωση των βομβαρδισμών στρατιωτικών στόχων και κάποιων πολιτικών υποδομών στην προσπάθεια να φθαρεί η στρατιωτική υποδομή της Ουκρανίας.
Ουσιαστικά, η κλίμακα της κινητοποίησης – που θα μπορούσε να κλιμακωθεί και άλλο – σημαίνει ότι πλέον δεν έχουμε συνδυασμό πολεμικής δράσης και πολιτικής πίεσης, αλλά μόνο ένοπλη δράση. Δείχνει να στηρίζεται επίσης σε μια εκτίμηση ότι ούτως ή άλλως η Ουκρανία συνεχίζει να ρίχνει στρατιωτικό προσωπικό στη μάχη, παρά τις απώλειες, και να δέχεται οπλισμό από τη Δύση, προετοιμάζοντας νέες μεγάλης κλίμακας αντεπιθέσεις, συνδυασμένες με ακόμη πιο συστηματική προσπάθεια για πυραυλικά χτυπήματα πίσω από τις ρωσικές γραμμές και σε κατοικημένες περιοχές.
Η πολιτική σημασία των δημοψηφισμάτων
Τα δημοψηφίσματα που ανακοινώθηκαν σε τέσσερις περιοχές και τα οποία παραπέμπουν στο μοντέλο που ακολουθήθηκε στην Κριμαία, ουσιαστικά προσπαθούν να καταστήσουν μη αντιστρέψιμη την κατάσταση που έχει διατηρηθεί στο πεδίο των μαχών.
Η ρωσική κυβέρνηση γνωρίζει ότι τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων δεν θα αναγνωριστούν από μεγάλο μέρος της «διεθνούς κοινότητας», όμως θα μπορεί να νομιμοποιεί τον πόλεμο στο εσωτερικό της Ρωσία ως υπεράσπιση πατρίου εδάφους, θα δικαιολογεί την ακόμη μεγαλύτερη στρατιωτική κινητοποίηση και βέβαια στέλνει ένα μήνυμα στις δυτικές κυβερνήσεις ότι πλέον εάν ενισχύουν την Ουκρανία και στέλνουν εξοπλισμό, αυτό στρέφεται ευθέως εναντίον της Ρωσίας.
Επιπλέον, στον βαθμό που η κατάσταση σταθεροποιηθεί ακόμη και χωρίς αναγνώριση η ρωσική κυβέρνηση θα μπορεί να παρουσιάζει την «ενσωμάτωση» αυτών των περιοχών ως διεύρυνση του «εθνικού χώρου».
Το μήνυμα στη Δύση
Απέναντι στη Δύση ο Πούτιν επέλεξε και πάλι ιδιαίτερα επιθετική ρητορική. Οι αναφορές σε έναν πόλεμο που έχει κηρύξει συλλογικά η Δύση απέναντι στη Ρωσία παραπέμπουν σε μια σαφή εκτίμηση ότι οι σχέσεις με τη Δύση έχουν περάσει το σημείο μη επιστροφής και το μόνο που μένει είναι η Δύση να αποδεχτεί τα τετελεσμένα στο πεδίο των μαχών ή να διακινδυνεύσει μια συνολικότερη ανάφλεξη με απρόβλεπτες εξελίξεις.
Το γεγονός ότι πλέον η «γραμμή του μετώπου» στην Ουκρανία θα είναι ουσιαστικά και σύνορο της Ρωσίας θα σημαίνει ότι οποιαδήποτε πιο άμεση δυτική εμπλοκή θα αντιμετωπίζεται ως επίθεση κατά της Ρωσίας. Αποτελεί μήνυμα προς τη Δύση ότι εάν δοκιμάσει να κλιμακώσει την εμπλοκή της, τότε η σύγκρουση θα είναι πιο συνολική, εξ ου και η έμμεση υπενθύμιση ότι το ρωσικό αμυντικό δόγμα περιλαμβάνει τη χρήση πυρηνικών όπλων.
Τα ρίσκα και το αβέβαιο μέλλον
Η Ρωσία εκτιμά ότι κλιμακώνοντας την πολεμική εμπλοκή και έχοντας υπεροπλία θα επιβάλει τους όρους της και θα κατοχυρώσει στο τέλος τα νέα σύνορα της Ρωσίας.
Όμως και αυτή η ρωσική κίνηση ενέχει μεγάλους κινδύνους. Κλιμακώνοντας την πολεμική εμπλοκή σημαίνει μεγαλύτερη πιθανότητα απωλειών και αντίκτυπο στη ρωσική κοινωνία. Η «ενσωμάτωση» αυτών των περιοχών στη Ρωσία δεν θα έχει το χαρακτήρα της Κριμαίας, καθώς η Ουκρανία θα προσπαθεί διαρκώς να αντεπιτεθεί, ενώ θα πρέπει να εξασφαλιστεί και ότι όντως θα έχει τη συναίνεση των τοπικών πληθυσμών. Επιπλέον, τυχόν «ανακαταλήψεις» θα σηματοδοτούν πλέον απώλεια ρωσικού «εθνικού εδάφους». Στο βαθμό που προς το παρόν δεν φαίνονται σημάδια αλλαγής της στάσης των δυτικών χωρών, τουλάχιστον ως προς την κλίμακα στην οποία ενισχύουν τις ουκρανικές δυνάμεις και ουσιαστικά εμπλέκονται στην πολεμική σύγκρουση, η αντιπαράθεση ανάμεσα σε Ρωσία και Δύση γίνεται όλο και πιο άμεση, όλο και πιο θερμή. Τυχόν κλιμάκωση των δυτικών κυρώσεων θα στρέφεται πλέον κατά των συναλλαγών με τη Ρωσία, δημιουργώντας προβλήματα στις χώρες που έχουν αποφύγει να επιβάλουν κυρώσεις και στις οποίες η Ρωσία στηρίζει την εξαγωγική της δραστηριότητα.
Πάνω από όλα και με αυτή την επιλογή απομακρύνεται ακόμη περισσότερο το ενδεχόμενο να υπάρξει μια πορεία ειρηνικής επίλυσης του ουκρανικού προβλήματος και επιστροφής σε κάποιου είδους σταθερότητα σε παγκόσμιο επίπεδο. Η εποχή των (όχι και τόσο) νέων διαιρέσεων και των πολέμων είναι εδώ.