Άλματα έχουν επιτευχθεί στην αντιμετώπιση κακοήθων λεμφωμάτων με καινοτόμες ανοσοθεραπείες και κυτταρικές θεραπείες που εφαρμόζονται και στη χώρα μας – Πετυχαίνουν ίαση ή μακροχρόνια επιβίωση.
Κακοήθεις παθήσεις του λεμφικού ιστούτα λεμφώματα, προσβάλλουν συνήθως κάτω από 25 άτομα ανά 100.000 πληθυσμού κάθε χρόνο, αν και στη χώρα μας η έλλειψη Μητρώου Ασθενών δεν επιτρέπει τον ακριβή υπολογισμό των περιστατικών.
Αδροί υπολογισμοί εκτιμούν ότι κάθε χρόνο έχουμε περίπου 350 νέες περιπτώσεις λεμφώματος Hodgkin κάθε χρόνο, ενώ για τα μη-Hodgkin λεμφώματα ο αριθμός φθάνει περίπου τις 2000.
Η άγνοια της συχνότητας των λεμφουπερπλαστικών νοσημάτων στη χώρα μας, οδήγησε το αντίστοιχο τμήμα της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας στο σχεδιασμό Μητρώου Ασθενών με Λεμφώματα, που θα ενεργοποιηθεί άμεσα, προκειμένου να επιτρέψει τον ακριβέστερο προσδιορισμό της επίπτωσης των νοσημάτων αυτών στον Ελληνικό πληθυσμό.
Η επιστημονική πρόοδος έχει επιτρέψει πολλά από τα είδη λεμφωμάτων να είναι πλέον ιάσιμα, είτε με τις νεότερες ανοσοθεραπείες και στοχευμένες κυτταρικές θεραπείες, είτε με μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων από τον ίδιο τον ασθενή ή από δότες.
Τα παραπάνω ανέφερε ο καθηγητής Αιματολογίας του ΕΚΠΑ Θεόδωρος Βασιλακόπουλος μιλώντας στο Bήμα για τα λεμφώματα και εξήγησε πως κατ΄ αρχήν, υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες κακοήθων λεμφωμάτων. Η πρώτη αφορά το λέμφωμα Hodgkin πουαποτελεί μία σχετικά ομοιογενή βιολογικά νοσολογική οντότητα και η δεύτερη, τα λεμφώματα μη Hodgkin, που οι υπότυποί του είναι πάνω από 70, και εμφανίζουν μιαεξαιρετική ετερογενή βιολογική συμπεριφορά.Αυτό σημαίνει πωςδεν προκαλούν μια ενιαία κλινική εικόνα, ούτε είναι ενιαίος ο τρόπος θεραπείας ήπρόγνωσης. Για να προσδιοριστούν η κλινική εικόνα, θεραπεία και πρόγνωση, χρειάζεται να είναι γνωστός ο ακριβής υπότυπος της νόσου. Το 85% των μη-Hodgkinλεμφωμάτων οφείλονται στα Β- κύτταρα και το υπόλοιπο 15% στα Τ- κύτταρα.
Θεραπείες ίασης – Το παράδοξο
Τα λεμφώματα μπορεί κατ΄ αρχήν να προσβάλλουν τους λεμφαδένες, όμως μπορούν να προσβάλλουν οποιοδήποτε όργανο. Το ενθαρρυντικό είναι ότι υπάρχουν πολλές περιπτώσεις κακοήθων λεμφωμάτων που είναι ιάσιμα στην πλειονότητά τους.
Ο καθηγητής εξήγησε ότι «το λέμφωμα Hodgkin και τα λεμφώματα υψηλής κακοήθειας από Β-κύτταρα (λεμφώματα από μεγάλα κύτταρα, πρωτοπαθή λεμφώματα μεσοθωρακίου) είναι νοσήματα ιάσιμα. Δυστυχώς υπάρχουνκαι υποομάδες ασθενών που υποκύπτουν στη νόσο. Στην περίπτωση του λεμφώματος Hodgkin έχει προηγηθεί μακρά περίοδος με τη νόσο, ενώ αν πρόκειται για υψηλής κακοήθειας λέμφωμα μπορεί η δυσάρεστη έκβαση να έρθει μετά από λίγους μήνες ή λίγα χρόνια.
Αντίθετα, τα λεμφώματα χαμηλής κακοηθείας είναι σχεδόν στο σύνολό τους ανίατα, πλην περιπτώσεων εντοπισμένης νόσου (κυρίως οζώδη).
Παρότι ανίατα, τα λεμφώματα χαμηλής κακοηθείας συνήθως εμφανίζουν μια μακρά κλινική πορεία και μπορεί να μην έχουν τελικά επίδραση στο προσδόκιμο ζωής, ιδίως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας όπου είναι και πολύ συχνότερα.Στην μακρόχρονη επιβίωση έχουν συμβάλλει σημαντικά οι υπάρχουσες θεραπείες τόσο στα χαμηλής κακοηθείας Β-λεμφώματα όσο και σε ομάδες ασθενών με Τ-λεμφώματα που έχουν δυσμενή πρόγνωση (κυρίως ωφελούνται οι ασθενείς με αναπλαστικό λέμφωμα).
Θεραπευτικές δυνατότητες
Ο καθηγητής σημείωσε πως «σήμερα διαθέτουμε πολλές και αποτελεσματικές θεραπευτικές επιλογές για την θεραπεία των κακοήθων λεμφωμάτων.
Κορμός της θεραπείας στις περισσότερες περιπτώσεις είναι η χημειοθεραπεία, που συχνά συνδυάζεται με ανοσοθεραπεία, αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα της αγωγής.
Η ακτινοθεραπεία αποτελεί κυρίως επικουρική θεραπευτική προσέγγιση.
Νεότερες μορφές ανοσοθεραπείας και κυτταρικές θεραπείες έχουν δώσει εξαιρετικά αποτελέσματα σε ασθενείς που στο πρόσφατο παρελθόν είχαν εξαιρετικά δυσμενή πρόγνωση.
Η μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων, κυρίως η αυτόλογη (από τον ίδιο τον ασθενή) αλλά και η αλλογενής (από άλλον δότη) έχουν ιδιαίτερη θέση σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα ή ανθεκτική στη θεραπεία νόσο και συγκεκριμένους υποτύπους λεμφωμάτων και αποτελούν επιλογές που μπορεί να οδηγήσουν επίσης σε οριστική ίαση ασθενών, που επίσης θα είχαν δυσμενή πρόγνωση.
Πρόσβαση των ασθενών σε θεραπεία
«Στην Ελληνική πραγματικότητα», σημείωσε ο καθηγητής, «η πρόσβαση των ασθενών στις νεότερες θεραπείες είναι πολύ ικανοποιητική, ενδεχομένως και καλύτερη σε σχέση με άλλες πιο εύρωστες χώρες.
Η πρόσβαση είναι απρόσκοπτη στις εγκεκριμένες θεραπείες, που είναι εμπορικά διαθέσιμες.
Πρόσβαση όμως υπάρχει και σε επερχόμενες, μη εγκεκριμένες αλλά υποσχόμενες θεραπείες. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω της ανάπτυξης στον τομέα των κλινικών μελετών, αλλά και της παροχής προγραμμάτων πρώιμης πρόσβασης.
Κυτταρικές θεραπείες CAR-T
Εξαίρεση αποτελούν προς το παρόν οι κυτταρικές θεραπείες (CAR-T), για τις οποίες υπάρχουν περιορισμοί που αφορούν τις υπάρχουσες υποδομές.
Τα CAR-Tκύτταρα αποτελούν μια καινοτόμο θεραπευτική επιλογή που αφορά τα λεμφώματα υψηλής κακοήθειας από Β-κύτταρα (λεμφώματα από μεγάλα κύτταρα, πρωτοπαθή λεμφώματα μεσοθωρακίου, μετατροπή χαμηλής κακοηθείας Β-λεμφωμάτων) και το λέμφωμα μανδύα. Ασθενείς στους οποίους μπορεί να εφαρμοστεί αυτή η αγωγή είναι οι ασθενείς με υποτροπιάζουσα – ανθεκτική νόσο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις που σχετίζονται με τις θεραπείες που έχουν ήδη χορηγηθεί και τη γενική κατάσταση των ασθενών και τις συνυπάρχουσες παθήσεις.
Κέντρα με εξειδικευμένες υποδομές
Για την εφαρμογή των κυτταρικών θεραπειών CAR T, απαιτούνται εξειδικευμένοι χώροι, κλίνες σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, υποστήριξη από άλλες ειδικότητες και εξειδικευμένες διαδικασίες. Για το λόγο αυτό, απαιτείται και πιστοποίηση των εξειδικευμένων κέντρων που παρέχουν τις συγκεκριμένες θεραπείες. Οι διαδικασίες πιστοποίησης είναι πολύπλοκες και απαιτούν σημαντική επιπρόσθετη εργασία από το προσωπικό των μονάδων, καθώς επίσης και πρόσθετο κόστος.
Μέχρι στιγμής έχουν πιστοποιηθεί 7 Κέντρα και συγκεκριμένα 4 στην Αθήνα, ένα στη Θεσσαλονίκη, ένα στην Πάτρα και ένα στην Κρήτη (Ηράκλειο, ΠΑ.Γ.Ν.Η), ενώ προ μηνών ήταν μόνο 3.
Η αυξανόμενη δυνατότητα απορρόφησης ασθενών με την ήδη υφιστάμενη επέκταση της πιστοποίησης Κέντρων για κυτταρικές θεραπείες πιστεύω ότι θα επαρκέσει για την απορρόφηση των ασθενών που πληρούν τις εγκεκριμένες ενδείξεις και τις επιπρόσθετες αναγκαίες προϋποθέσεις για να λάβουν CAR T κύτταρα.
Μητρώα ασθενών
Ο κ. Βασιλακόπουλος επεσήμανε επίσης την απουσία όχι μόνο Μητρώου Ασθενών στη χώρα μας, αλλά και την απουσία Μητρώου Ογκολογικών Ασθενών, αναφέροντας πως η έλλειψη μητρώων δεν επηρεάζει το έργο των θεραπόντων γιατρών, όμως επηρεάζει τον σχεδιασμό της πολιτικής υγείας στην αντιμετώπιση των διαφόρων νοσημάτων.
Συνδυάζοντας όμως την ανάγκη για εφαρμογή καινοτόμων θεραπειών στους ογκολογικούς ασθενείς με αιματολογικούς καρκίνους, τόνισε πως εκτός από τη δημιουργία Μητρώου Ογκολογικών Ασθενών, θα πρέπει να υπάρξει και διαχωρισμός των ογκολογικών νοσημάτων, αφού η ακριβής κατάταξη κάθε κακοήθειας – συμπαγούς όγκου ή αιματολογικής νεοπλασίας συμπεριλαμβανομένων των λεμφωμάτων – προσλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερη κλινική σημασία.
«Αυτό προέρχεται από τις βελτιωμένες διαγνωστικές μεθόδους που διαθέτουμε και έχει σημασία λόγω της ανάπτυξης στοχευμένων θεραπειών», είπε χαρακτηριστικά, για να καταλήξει λέγοντας πως «Πέραν της προσπάθειας από την Πολιτεία, το Τμήμα Λεμφοϋπερπλαστικών Νόσων της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας σχεδιάζει, την ανάπτυξη Μητρώου Ασθενών με Λεμφώματα, το οποίο θα ενεργοποιηθεί πολύ σύντομα και θα επιτρέψει τον ακριβέστερο προσδιορισμό της επίπτωσης των νοσημάτων αυτών στον Ελληνικό πληθυσμό.
Επιπλέον θα δώσει σημαντικές πληροφορίες για τον αριθμό ασθενών που δυνητικώς χρειάζονται καινοτόμες -και συχνά πολύ δαπανηρές- θεραπείες που θα μπορούσε να βοηθήσει στις διαδικασίες έγκρισης και διαπραγμάτευσης.
Τέλος, θα επιτρέψει τον πιο αξιόπιστο σχεδιασμό αναδρομικών μελετών για τα λεμφώματα και θα διευκολύνει την ένταξη ασθενών σε προοπτικές κλινικές μελέτες».