Ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος μαίνεται ακόμα και τα αποτελέσματα είναι πλέον ορατά σε όλη την Ευρώπη. Οι πολίτες έρχονται αντιμέτωποι με την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια και η ευρωπαϊκή ακροδεξιά με μία μεγάλη ευκαιρία.
Η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια δέχεται αλλεπάλληλα χτυπήματα: μεταναστευτική κρίση και πανδημία έχουν ήδη διχάσει μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ο πόλεμος όμως, που ξέσπασε ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία και κυρίως, τα επακόλουθα αυτού, έχουν επιτρέψει στο λαϊκισμό της ακροδεξιάς πολιτικής ατζέντας να φαίνεται ελκυστικός σε μεγάλη μερίδα των ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι αναζητούν λύσεις στα προβλήματά τους.
Στην αρχή του πολέμου, θα πίστευε κανείς πως τα πράγματα δεν φαίνονταν τόσο θετικά για τα ευρωπαϊκά ακροδεξιά κόμματα, καθώς, ανέκαθεν, στα πλαίσια του ευρωσκεπτικισμού και του εθνικιστικού τους χαρακτήρα, ήταν φιλικά προσκείμενα με τον Πούτιν. Στο μεταξύ, η εισβολή στην Ουκρανία έστρεψε σύσσωμη την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη κατά της Ρωσίας, σε ποσοστό άνω του 80% (Ευρωβαρόμετρο, Απρίλιος 2022). Έτσι, στην αρχή υπήρξε μία τάση αποστασιοποίησης.
Οι κυρώσεις όμως που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ρωσία και οι συνέπειες που αυτές έχουν στους ευρωπαίους πολίτες, όπως κάθε άλλη κρίση, δημιούργησαν εύφορο έδαφος για την ακροδεξιά. Με τις τιμές του ρεύματος, του πετρελαίου, της βενζίνης και του γενικότερου κόστους ζωής να ανεβαίνουν διαρκώς και με τις αναγγελίες για δύσκολους επερχόμενους χειμώνες, τα λαϊκίστικά, εθνικιστικά κόμματα, όχι απλά δεν επλήγησαν τελικά, από τη φιλορωσική τους πολιτική, αλλά αντίθετα, βλέπουν τις εκλογικές τους μονάδες να αυξάνονται.
Από την έναρξη του πολέμου έχουν λάβει χώρα τρεις εκλογές: αυτές της Ουγγαρίας, της Γαλλίας και της Σουηδίας. Είναι αξιοσημείωτο πως και στις τρεις αυτές εκλογικές αναμετρήσεις τα ακροδεξιά κόμματα της κάθε χώρας σημείωσαν μεγάλα ποσοστά και τεράστια εκλογικά κέρδη.
Συγκεκριμένα, στην Ουγγαρία, τον Απρίλιο, ο ακροδεξιός Βικτόρ Ορμπάν επανεκλέχθηκε για την 4η θητεία του και έγινε ο μακροβιότερος πρόεδρος στην ιστορία της χώρας, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί τον μεγαλύτερο σύμμαχο της Μόσχας στην Ε.Ε..
Στην Γαλλία, παρόλο που ο Εμμανουέλ Μακρόν κατάφερε να διατηρήσει το αξίωμά του ως πρόεδρος της χώρας, έχασε την πολυπόθητη αυτοδυναμία του, βλέποντας την Εθνική Συσπείρωση (πρώην Εθνικό Μέτωπο) της Μαρίν Λε Πεν να συγκεντρώνει ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό εδρών (89), σε μια σειρά δύσκολων εκλογικών αγώνων. Μπορεί η Λε Πεν να δέχθηκε κριτική για τη μακρόχρονη «φιλία» της με τον Πούτιν, η οποία περιελάμβανε επίσκεψη στο Κρεμλίνο και χρηματοδοτήσεις, λίγο όμως αυτό επηρέασε την απήχηση της παράταξής της στη Γαλλία.
Στις 11 Σεπτεμβρίου πραγματοποιήθηκαν οι Σουηδικές εκλογές. Αν και η αναμέτρηση ήταν αμφίρροπη και τα τελικά αποτελέσματα αναμένονται την Τετάρτη 14/9, είναι αξιοσημείωτο το ιστορικό υψηλό που σημείωσαν οι Σουηδοί Δημοκράτες, το εθνικιστικό κόμμα του Τζίμι Άκερσον. Στα πλαίσια του πολέμου, εγκατέλειψε τις αντι-νατοϊκές του ιδέες και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας δήλωσε πως δεν αποκλείει τη συμμαχία «αν τα πράγματα χειροτερεύσουν».
Πλέον τα βλέμματα είναι στραμμένα στις πρόωρες εκλογές της Ιταλίας στις 25 Σεπτεμβρίου, όπου το συντηρητικό μπλοκ των Σαλβίνι-Μπερλουσκόνι-Μελόνι συγκεντρώνει μεγάλη υποστήριξη, με την τελευταία να έχει κερδίσει τις εντυπώσεις. Η Τζόρτζια Μελόνι, ηγείται των Αδερφών της Ιταλίας, ένα κόμμα που θεωρείται η συνέχεια του Μουσολίνι. Η ίδια βέβαια αποποιείται αυτής της κληρονομιάς και, αν και ασπάζεται ακροδεξιές απόψεις, στη διάρκεια της προεκλογικής της εκστρατείας ήταν αρκετά διαλλακτική όσον αφορά την σχέση Ιταλίας-Ε.Ε., σε αντίθεση με τον παραδοσιακά αντιευρωπαϊστή Σαλβίνι.
Το 2023 αναμένονται εκλογές και σε Πολωνία και Ισπανία. Στην πρώτη, η νίκη του ισχυρού πολιτικού άντρα της Πολωνίας, Γιαροσλάβ Κατσίνσκι θεωρείται δεδομένη. Ο Κατσίνσκι και το (κυβερνόν) κόμμα του, Νόμος και Δικαιοσύνη, είναι γνωστός για τις ακραίες συντηρητικές απόψεις του, αναφορικά με τους μετανάστες και τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι οποίες πολλές φορές τον έχουν φέρει σε ρήξη με την Ε.Ε.. Ο χειρισμός της Πολωνίας όμως, στο θέμα του πολέμου, όσον αφορά τους Ουκρανούς πρόσφυγες αλλά και η σκληρή στάση της απέναντι στη Ρωσία, βελτίωσε ιδιαίτερα την εικόνα του.
Στην Ισπανία, το ακροδεξιό VOX του Σαντιάγο Αμπασκάλ, αποτελεί αυτή τη στιγμή την 3η δύναμη της χώρας, ενώ για τις επερχόμενες εκλογές αναμένεται να συμμαχήσει με το Λαϊκό Κόμμα.
Μένει μόνο να φανεί, πώς θα εξελιχθεί αυτή η τάση των ευρωπαίων ψηφοφόρων και τι αποτελέσματα θα έχει, αλλά και πώς θα διαχειριστεί η Ε.Ε. τις ανησυχητικές αυτές εξελίξεις. Μπορεί τα ακροδεξιά κόμματα να αλλάζουν τη στάση τους όσον αφορά τις αντί-ευρωπαϊκές τους απόψεις και να έρχονται κοντά στις Βρυξέλλες, δεν παύουν όμως να αποτελούν απειλή για τη δημοκρατία.