Ως «εμμονική» περιγράφει την Ρούλα Πισπιρίγκου ο εισαγγελέας Γιώργος Νούλης στην πρόταση του προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, ζητώντας την παραπομπή της σε δίκη για ανθρωποκτονία και απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος της 9χρονης κόρης της Τζωρτζίνας.
Ο ίδιος τονίζει ότι χορήγησε μέσω γαστροστομίας κεταμίνη στο παιδί της, με στόχο να εκδικηθεί το σύζυγο της Μάνο Δασκαλάκη, ενώ για τον τελευταίο αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «εμφανίζει ελλιπή συγκρότηση εαυτού, έλλειψη επαφής και σταθερότητας στις σχέσεις του με τους άλλους, ακόμη και τα παιδιά του».
«Πρωτοφανούς φρικαλεότητας εγκληματικό σενάριο»
Με την πρότασή του, ο εισαγγελέας ζητεί την παραπομπή σε δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου όχι μόνο για τη δολοφονία του παιδιού της με κεταμίνη στο «Αγλαΐα Κυριακού», αλλά και για απόπειρα δολοφονίας του στο Καραμανδάνειο, με αποτέλεσμα η 9χρονη να καταστεί τετραπληγική. Αποτιμώντας τα στοιχεία της δικογραφίας, ο κ. Νούλης κάνει λόγο για «πρωτοφανούς φρικαλεότητας εγκληματικό σενάριο», το οποίο εξύφανε η κατηγορουμένη προκειμένου να εκδικηθεί τον εν διαστάσει σύζυγό της Μάνο Δασκαλάκη!
Η εισαγγελική πρόταση, σύμφωνα με πληροφορίες από το protothema.gr, απαριθμεί 37 σελίδες και είναι «καταπέλτης» για την 33χρονη μητέρα αλλά και για τον πατέρα των άτυχων κοριτσιών, ο οποίος δεν αντιμετωπίζει καμία κατηγορία, πλην όμως «σκιαγραφείται» ως ένα άτομο χωρίς συγκρότηση, με έλλειψη επαφής και σταθερότητας στις σχέσεις του, ακόμη και με τα παιδιά του.
Επικαλούμενος τα στοιχεία της δικογραφίας, ο κ. Νούλης αρχίζει να ξετυλίγει το κουβάρι της πρωτοφανούς αυτής υπόθεσης, από τη στιγμή της γνωριμίας της Ρούλας Πισπιρίγκου με τον εν διαστάσει σήμερα σύζυγό της. Ακολούθως, αναφέρεται στην απόπειρα ανθρωποκτονίας της 9χρονης στο Καραμανδάνειο στις 11.4.2021, αλλά και στην «εξολόθρευσή της» στο «Αγλαΐα Κυριακού» στις 29.1.2022.
«Μέσω της γαστροστομίας»
Αυτό, όμως, που έχει ιδιαίτερη αξία είναι η περιγραφή του τρόπου με τον οποίο, η 33χρονη χορήγησε, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, την κεταμίνη στην κόρη της. «Την ποσότητά της σε υγρή μορφή δηλητηριώδους κεταμίνης, που προμηθεύτηκε και έφερε μαζί της την ενέχυσε με τη χρήση σύριγγας μέσω της γαστροστομίας που έφερε το παιδί στην κοιλιακή του χώρα. Αφού εμπότισε με σοβαρή (θανατηφόρα) δόση της ταχείας δράσεως δηλητηριώδους ουσίας ενεργοποίησε παράλληλα τη λειτουργία προσωρινής σίγασης του ήχου της συσκευής του οξύμετρου…», αναφέρει ο εισαγγελικός λειτουργός.
Σε ό,τι αφορά στην απόπειρα δολοφονίας της 9χρονης στο Καμανδάνειο επισημαίνει πως η κατηγορουμένη «απόφραξε με τα χέρια της τις έξω αεροφόρους οδούς (μύτη και στόμα) του παιδιού» και «έτσι εμπόδισε την ελεύθερη αναπνευστική του λειτουργία με αποτέλεσμα να προκαλέσει σε αυτό καρδιακή ανακοπή».
Ενώ ήταν μόνη της με το παιδί στον θάλαμο «αφαίρεσε διαδοχικά τόσο τη συσκευή ρινικού οξυγόνου που έφερε στο πρόσωπό του όσο και τη συσκευή του παλμικου οξυμέτρου, που είχε τοποθετηθεί στο δάχτυλό του προς άμεση ειδοποίηση του νοσηλευτικού προσωπικού για την πιθανή πτώση του οξυγόνου», και «απόφραξε με τα χέρια της τις ανώτερες έξω αεροφόρους οδούς του (μύτη και στόμα)». Ετσι, «εμπόδισε την ελεύθερη αναπνευστική του λειτουργία, με αποτέλεσμα να προκαλέσει σε αυτό καρδιακή ανακοπή»
«Ανωριμότητα και ιδέες μεγαλείου»
Στην πρότασή του, ο εισαγγελέας αναφέρεται αρχικά στη γνωριμία του ζεύγους Δασκαλάκη – Πισπιρίγκου, στη σχέση που ανέπτυξαν μετά τον γάμο τους και τη γέννηση της Τζωρτζίνας, της Μαλένας και της Iριδας. Οπως επισημαίνει, η έγγαμη συμβίωση του ζευγαριού σταδιακά «από άποψη συζυγικής πίστης» άρχισε να διακρίνεται «από μία διαρκή χαλαρότητα» καθώς «ήδη, από το έτος 2018 ο Δασκαλάκης διατηρούσε εξωσυζυγικές σχέσεις» και «στην πρακτική αυτή τον ακολούθησε παροδικά και η κατηγορούμενη», ενώ «υπήρχαν διαστήματα απομακρύνσεων και επανασυνδέσεων με αποχωρήσεις από την κοινή εστία για μικρά ή μεγάλα διαστήματα».
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η εξέλιξη αυτή της έγγαμης συμβίωσης του ζεύγους «προφανώς και ήταν απόρροια της ανωριμότητας των εν λόγω συζύγων, εν όψει και του νεαρού της ηλικίας τους αλλά και των επιμέρους στοιχείων της προσωπικότητάς τους, τα οποία προκύπτουν από εκθέσεις ειδικών πραγματογνωμόνων αφού:
1) Ο μεν Δασκαλάκης εμφανίζει ελλιπή συγκρότηση εαυτού, έλλειψη επαφής και σταθερότητας στις σχέσεις του με άλλους (ακόμη και τα παιδιά του), απουσία συναισθήματος, αδυναμία έκφρασης και υποστήριξης προσωπικής θέσης και αντιδράσεις στην επιρροή των άλλων, έναντι των οποίων τηρεί υποτακτική στάση.
2) Η δε κατηγορουμένη εμφανίζει ιδέες μεγαλείου συνδεόμενες με τη δημοσιότητα, βρίσκεται σε διαρκή διαπραγμάτευση αλήθειας και ψέματος, στερείται γνήσιου συναισθήματος και αντιλαμβάνεται τα παιδιά της ως μια ναρκισσιστική προέκταση του εαυτού της».
Οπως αναφέρεται στην πρόταση, «κρίσιμο στοιχείο της όλης προσωπικότητας της κατηγορουμένης ήταν η εμμονική σχέση κτητικότητας προς τον σύζυγό της, αφού διαρκώς τελούσε σε κατάσταση αντιζηλίας και διεκδίκησής του από άλλες γυναίκες, ασχολούνταν μονίμως με αυτόν και τις προηγούμενες σχέσεις του ακόμα, οι σκέψεις της επικεντρώνονταν γύρω από το πρόσωπό του και τελούσε υπό τον φόβο ότι θα την εγκαταλείψει. Σημειωτέον ότι ο Δασκαλάκης είχε αναπτύξει σχέση ιδιαίτερης αμοιβαίας αδυναμίας και αγάπης προς τη θυγατέρα του Γεωργία, την οποία θεωρούσε προέκταση του εαυτού του…».
«Απεργάστηκε σχέδιο εκτέλεσης του παιδιού κατά την παραμονή του σε νοσηλευτικό ίδρυμα,
Συνεχίζοντας, ο κ. Νούλης υπεισέρχεται στα όσα διαδραματίστηκαν στο Καραμανδάνειο της Πάτρας, τον Απρίλιο του 2021, τα οποία και στοιχειοθέτησαν το αδίκημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας σε βάρος της Ρούλας Πισπιρίγκου: «Η κτητική εμμονή της κατηγορουμένης με το σύζυγό της και η προδοσία που βίωσε από τις επανειλημμένες απιστίες του και τη διαφαινόμενη οριστική απώλειά του (λόγω της πρόσφατης τότε και διαρκούσας έως και σήμερα εξωσυζυγικής σχέσης που συνήψε) την ώθησαν στην εξύφανση πρωτοφανούς φρικαλεότητας εγκληματικού σεναρίου εξόντωσης της θυγατέρας τους Γεωργίας ως μέσο εκδίκησης του Δασκαλάκη, εν όψει και της ιδιαίτερης αδυναμίας που έτρεφε αυτός προς το παιδί.
»Αμέσως μετά τον συμβάντα την 21.3.2021 θάνατο του αβάπτιστου βρέφους του ζεύγους (σ.σ.: πρόκειται για την Iριδα που έφυγε από τη ζωή ενώ ήταν μόλις έξι μηνών στις 21.3.2022) η κατηγορουμένη συνέλαβε την ιδέα να σκοτώσει την ηλικίας 8,5 ετών Γεωργία υπό συνθήκες οι οποίες δεν θα δημιουργούσαν υπόνοιες σε βάρος της, εν όψει και της πρόσφατης απώλειας του βρέφους στο σπίτι και στα χέρια της, σύμπτωση που θα την καθιστούσε αυτόματα ύποπτη για τους διαδοχικούς θανάτους και των 2 παιδιών της».
Για τον σκοπό αυτό «απεργάστηκε σχέδιο εκτέλεσης του παιδιού κατά την παραμονή του σε νοσηλευτικό ίδρυμα, στο οποίο θα εισαγόταν για ιατρικώς ανύπαρκτους λόγους». Εκεί, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του παιδιού, θα έβρισκε «την κατάλληλη ευκαιρία να το εκτελέσει» και μάλιστα «σε χώρο που θα παραπέμπει σε παθολογικά αίτια θανάτου (νοσοκομείο) και δεν θα μπορούσε να συνδεθεί με δική της ενέργεια, όπως θα συνέβαινε αν το διέπραττε στην οικία της».
«Απόφραξε με τα χέρια της τις ανώτερες έξω αεροφόρους οδούς του (μύτη και στόμα)»
Κατά την εισαγγελική πρόταση, η 33χρονη «προς υλοποίηση του ανθρωποκτόνου σχεδίου της, το πρωί της 8ης Απριλίου 2021 (σ.σ.: μόλις 18 ημέρες μετά τον θάνατο της Ιριδας) προσήλθε συνοδεύοντας την υγιέστατη Γεωργία» στο Καραμανδάνειο και «στους λαβόντες το ιστορικό του παιδιού ιατρούς ανέφερε ψευδώς ότι αυτό εμφάνισε περί ώρα 05:30 επεισόδια απώλεια συνείδησης με σπασμούς».
Ωστόσο, γιατρός της κλινικής «δεν πείστηκε για την αλήθεια του συμβάντος περί σπασμών, που της εξέθεσε η κατηγορουμένη», πλην όμως το παιδί «εισήχθη προληπτικώς στο νοσοκομείο» και λόγω της «επιμονής» της μητέρας του. Μάλιστα, η μικρή δεν απαντούσε στις ερωτήσεις της γιατρού όταν πήγε να πάρει το ιστορικό της, «συμπεριφορά που προφανώς είχε υποδειχθεί από την κατηγορουμένη για να μην αποδειχθεί το αναληθές του ιστορικού που επικαλέστηκε».
Όταν, δε, οι γιατροί αποφάσισαν ότι η 9χρονη πρέπει να πάρει εξιτήριο, η Ρούλα Πισπιρίγκου «ανέφερε ψευδές δήθεν επεισόδιο του παιδιού με εμετό, δύσπνοια, βήχα και κοιλιακό άλγος» και «αντέδρασε έντονα στην πιθανότητα εξόδου του από το νοσοκομείου». Στο σημείο αυτό, μάλιστα, ο εισαγγελέας σημειώνει πως η 33χρονη, «ενόσω το παιδί νοσηλεύονταν επιχειρούσε κυνικά συναισθηματικό εκβιασμό» στον εν διαστάσει σύζυγό της «προς επιστροφή του κοντά της με μοχλό πίεσης την υγεία της αγαπημένης του θυγατέρας».
«Απόφραξε με τα χέρια της τις ανώτερες έξω αεροφόρους οδούς του (μύτη και στόμα)»
Εν τέλει, «περί ώρα 18:50 η κατηγορουμένη βρήκε την ευκαιρία που αναζητούσε για να αφαιρέσει τη ζωή της ίδιας της θυγατέρας της». Ενώ ήταν μόνη της με το παιδί στον θάλαμο «αφαίρεσε διαδοχικά τόσο τη συσκευή ρινικού οξυγόνου που έφερε στο πρόσωπό του όσο και τη συσκευή του παλμικού οξυμέτρου, που είχε τοποθετηθεί στο δάχτυλό του προς άμεση ειδοποίηση του νοσηλευτικού προσωπικού για την πιθανή πτώση του οξυγόνου» και ». Έτσι, «εμπόδισε την ελεύθερη αναπνευστική του λειτουργία με αποτέλεσμα να προκαλέσει σε αυτό καρδιακή ανακοπή».
Και ενώ το κοριτσάκι απώλεσε πλήρως τις αισθήσεις του και ήταν σχεδόν νεκρό η κατηγορουμένη με χαρακτηριστική καθυστέρηση (εν όψει της στόχευσης της μη επιβίωσής του) ειδοποίησε τελείως «χαλαρά» το εφημερεύον νοσηλευτικό προσωπικό (χτυπώντας απλά το κουδούνι του θαλάμου και χωρίς να αποταθεί άμεσα σε αυτό) ενημερώνοντας απλά και ψύχραιμα ότι «σφυρίζει το μηχάνημα και ρίχνει κορεσμό και σφύξεις».
Αμέσως οι γιατροί έτρεξαν στον θάλαμο του παιδιού και μετά από 50 λεπτά προσπαθειών κατάφεραν να το κρατήσουν στη ζωή. Ωστόσο, για τους ίδιους η ανακοπή που υπέστη η Τζωρτζίνα ήταν αδιευκρίνιστη. Ακολούθως, μετά την «ηρωική επαναφορά» στη ζωή της 9χρονης, αυτή διακομίστηκε στη ΜΕΘ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Πατρών. Εκεί διασωληνώθηκε και η σίτισή της γίνονταν μόνο μέσω ρινογαστρικού καθετήρα.