Όταν ο Μπομπ Σίραϊτ μετακόμισε στο Σαν Ντιέγκο πριν από 27 χρόνια, το μόνο που είχε κατά νου για το νερό είχε να κάνει με την απαστράπτουσα πισίνα στην αυλή του σπιτιού του. Αυτές τις μέρες, το νερό —ή η έλλειψή του— είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής ζωής. Ο Σίραϊτ αναγκάστηκε δύο φορές να εκκενώσει το σπίτι του στο προάστιο Rancho Bernardo λόγω απειλής πυρκαγιών. Και η πλούσια βλάστηση που κάποτε κοσμούσε το γύρω τοπίο έχει δώσει τη θέση της σε γυμνό χώμα, κάποια ανθεκτική χλωρίδα και βράχια.
«Αλλάξαμε όλους τους θάμνους και τη βλάστηση για να την κάνουμε πολύ πιο ανθεκτική στη λειψυδρία», λέει ο ΣίραΙτ, επικεφαλής επενδύσεων στη Madison Avenue Securities και ένας από τους 90 εκατομμύρια Αμερικανούς που ζουν σε συνθήκες ξηρασίας.
Τα γκαζόν των Αμερικανών μπορεί να είναι το πιο προφανές θύμα της εξάντλησης των υδάτινων πόρων στις ΗΠΑ, αλλά η αυξανόμενη λειψυδρία, είτε προκαλείται από ξηρασία, μόλυνση ή υποβάθμιση των υποδομών, επεκτείνεται σε κάθε πτυχή της ζωής μας: τα ρούχα που φοράμε, τα τρόφιμα και τα ποτά που καταναλώνουμε, τα αυτοκίνητα που οδηγούμε, ακόμη και τις μηχανές αναζήτησης και τις ηλεκτρονικές συσκευές στις οποίες βασιζόμαστε.
Ούτε καν τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια δεν είναι απρόσβλητα. Η λειψυδρία αναδεικνύεται ως απειλή που θα μπορούσε να αυξήσει τα προβλήματα σε επιχειρήσεις, να μειώσει τα κέρδη και να θέσει σε κίνδυνο την ανάπτυξη – ειδικά σε υδροβόρες βιομηχανίες όπως η γεωργία, η μόδα, η κατασκευή τσιπ υπολογιστών και τα κέντρα δεδομένων.
Η κακή διαχείριση υδάτων από τον όποιο φορέα ενέχει τον πρόσθετο κίνδυνο σπίλωσης του διαχειριστή, καθώς οι ρυθμιστικές αρχές βάζουν στο μικροσκόπιο τη σπατάλη του νερού και τα περιβαλλοντικά ζητήματα αποκτούν μεγαλύτερη σημασία. Ταυτόχρονα, εταιρείες που ασχολούνται με θέματα νερού προσφέρουν νέες επενδυτικές ευκαιρίες.
Διαβάστε τη συνέχεια στον Οικονομικό Ταχυδρόμο