Τις τελευταίες εβδομάδες ήρθε στο προσκήνιο ένα πολιτικό «αντανακλαστικό» που ήταν έντονο και στις μέρες των μνημονίων.
Είναι αυτό που θεωρεί ότι στη χώρα πρέπει να έχουμε κυβερνήσεις «αρίστων», δηλαδή κατά βάση ανθρώπων που έχουν το «φωτοστέφανο» του ειδικού ή ακόμη και του «σοφού», ανεξαρτήτως του τι θέλει ο λαός.
Στην εποχή των μνημονίων αυτό είχε θεωρητικοποιηθεί γύρω από τη λογική ότι οι μόνες κυβερνήσεις που μας αξίζουν είναι κυβερνήσεις που να ορίζονται γύρω από το «Κέντρο», δηλαδή, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, μια εκδοχή σκληρού νεοφιλελευθερισμού.
Τότε αυτή η αντίληψη περί του «Κέντρου», είχε οριστεί και μέσα από θεωρίες «δύο άκρων», που στην πραγματικότητα δεν τα έβαζαν τόσο με τα «άκρα», όσο με το να υπάρχουν μεγάλες πολιτικές και ιδεολογικές αφηγήσεις και μεγάλες πολιτικές παρατάξεις.
Μάλιστα – και στη χώρα μας και στην Ευρώπη – αυτό είχε συνδυαστεί με τη λογική ότι είναι καλύτερο να μας κυβερνούν τραπεζίτες, ακόμη και εάν αυτοί δεν εκτέθηκαν ποτέ στη δοκιμασία της λαϊκής ψήφου.
Βλέπω διάφορους να διεκδικούν να επαναφέρουν την αντίληψη αυτή στην πολιτική μας ζωή.
Να θέλουν να κυβερνήσει η δική τους εκδοχή «Κέντρου».
Να οραματίζονται νέες γεωμετρίες και ισορροπίες στο πολιτικό σκηνικό γύρω από αυτή την αντίληψη.
Ως ένα βαθμό να εκμεταλλεύονται στην εύλογη κρίση εμπιστοσύνης και νομιμοποίησης που έχει δημιουργήσει η πολύ σοβαρή υπόθεση με τις υποκλοπές.
Μιλούν για δημοκρατία, όμως ξεχνούν ότι βασική αρχή της δημοκρατίας είναι ότι τις κυβερνήσεις τις ανεβάζει και τις κατεβάζει ο λαός.
Και το κάνει κάθε φορά σταθμίζοντας αυτό που κρίνει ως πιο σημαντικό.
Γι’ αυτό και στην κορύφωση της μνημονιακής τραγωδίας αποδοκίμασε τα κόμματα που μας οδήγησαν στα μνημόνια.
Γι’ αυτό και ύστερα από την εμπειρία του μνημονίου με ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να ανοίξει το δρόμο για κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Σε καμιά περίπτωση δεν ήταν «πεπλανημένος» ο λαός.
Ήξερε τι έκανε. Και ουσιαστικά πάντα ξέρει τι κάνει.
Και έτσι ας έχουμε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη ότι και στις εκλογές που έρχονται θα σταθμίσει τα πράγματα και θα πάρει την όποια επιλογή του.
Μπορεί να αποδοκιμάσει την κυβέρνηση (και εάν το κάνει αυτό δεν θα αφορά προφανώς μόνο τις υποκλοπές), μπορεί και να της δώσει «δεύτερη ευκαιρία.
Μπορεί να ζητήσει έμπρακτα κυβερνήσεις συνεργασίας, μπορεί και να επιμείνει στη λογική της αυτοδυναμίας.
Το σίγουρο είναι ότι ο λαός, με τον δικό του τρόπο «ξέρει τι κάνει».
Πολύ περισσότερο από τους κάθε λογής αυτόκλητους «σοφούς».