Η ανακοίνωση του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού ότι συνεχίζονται σε θάλασσα και αέρα οι ασκήσεις γύρω από την Ταϊβάν, ήρθε να υπογραμμίσει ότι δεν επρόκειτο για μια συμβολική χειρονομία αλλά για την εκκίνηση ουσιαστικά των βημάτων για την επανένωση με την Κίνα.
Ούτως ή άλλως τα συγκεκριμένα γυμνάσια σηματοδοτούσαν μια τομή, καθώς δεν αποτελούσαν απλώς μια επίδειξη δύναμης και μια παρουσίαση της ικανότητας της Κίνας να προχωρήσει σε μείζονα στρατιωτική επιχείρηση κατά της Ταϊβάν. Αντίθετα, τα γυμνάσια είχαν άμεσο αντίκτυπο στην ίδια την Ταϊβάν καθώς οι έξι δεσμευμένες περιοχές διαμόρφωναν ουσιαστικά ένα ναυτικό και εναέριο αποκλεισμό τα της.
Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική απερισκεψία – κατά ευρύτερη ομολογία εάν δούμε τις αντιδράσεις πρώτα απ’ όλα στις ίδιες τις ΗΠΑ – της Νάνσι Πελόζι είχε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από την όποια επιδίωξή της. Αντί να λειτουργήσει ως ένδειξη αμερικανικής αποφασιστικότητας και αποτροπή επιθετικών σχεδιασμών της Κίνας, τελικά λειτούργησε ως καταλύτης για να ξεκινήσει μια μη αντιστρέψιμη, ανεξαρτήτως του χρόνου που θα πάρει, διαδικασία επανένωσης του νησιού με την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας.
Και αυτό γιατί παρατείνοντας κατά το δοκούν μορφές αποκλεισμού η Κίνα μπορεί να ασκήσει ιδιαίτερα πραγματική πίεση στην Ταϊβάν. Ας μην ξεχνάμε ότι παρά την προσπάθεια να διαμορφώσει συνθήκη υπεροπλίας έναντι της Ταϊβάν, το Πεκίνο θα ήθελε να αποφύγει μια αμφίβια εισβολή στο νησί, που θα είχε μεγάλο κόστος, εάν αναλογιστούμε την κλίμακα των επιχειρήσεων αλλά και την υπαρκτή αντίσταση των ενόπλων δυνάμεων της Ταϊβάν που έχουν σημαντικό αμερικανικό εξοπλισμό.
Αντιθέτως, ένα αποκλεισμός μπορεί να κάμψει πιο αποτελεσματικά την αντίσταση ενός νησιού που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές ενέργειας και σημαντικών πρώτων υλών αλλά και από τη δυνατότητα να εξάγει τα προϊόντα της βιομηχανίας υψηλής τεχνολογίας που διαθέτει. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ταϊβάν διαθέτει αποθέματα φυσικού αερίου για 11 μέρες και πετρέλαιο για 146 μέρες.
Την ίδια στιγμή οι ίδιες οι ασκήσεις που πραγματοποιεί ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, σκοπό έχουν να κάνουν σαφές ότι πια είναι σε θέσεις να μπορεί να έχει πυραυλικά χτυπήματα στο σύνολο της θαλάσσιας έκτασης που περιβάλλει την Ταϊβάν και άρα να αποτρέψουν σε περίπτωση «θερμής» σύγκρουσης την προσέγγιση αμερικανικών ή ιαπωνικών σκαφών και αεροσκαφών.
Πώς η Πελόζι παραβίασε τις «κόκκινες γραμμές»
Η πολιτική της «Μίας Κίνας» αποτυπώθηκε για πρώτη φορά στο κοινό ανακοινωθέν της Σαγκάης το 1972. Σε αυτό η Κίνα δήλωνε ότι «η απελευθέρωση της Ταϊβάν είναι εσωτερική υπόθεση της Κίνας και καμιά άλλη χώρα δεν έχει το δικαίωμα να παρέμβει», ενώ οι ΗΠΑ δήλωναν ότι «αναγνωρίζουν ότι όλοι οι Κινέζοι και από τις δύο πλευρές του στενού της Ταϊβάν υποστηρίζουν ότι υπάρχει μόνο μία Κίνα και ότι η Ταϊβάν είναι μέρος της Κίνας. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν αμφισβητεί αυτή τη θέση. Επαναβεβαιώνει το ενδιαφέρον της για μια ειρηνική διευθέτηση του ζητήματος της Ταϊβάν από τους ίδιους τους Kινέζους».
Αυτό σημαίνει ότι η επίσκεψη Πελόζι παραβιάζει το πνεύμα του ανακοινωθέντος της Σαγκάης, καθώς είναι ένα ανώτατο στέλεχος της αμερικανικής διακυβέρνησης, λόγω του συνταγματικού της ρόλου στη γραμμή διαδοχής του προέδρου. Δηλαδή, η παρουσία της εκεί παραβίαζε τον κανόνα ότι τα κράτη δεν στέλνουν αρχηγούς κρατών σε κράτη που δεν αναγνωρίζουν ή δεν σκοπεύουν να αναγνωρίσουν. Μπορεί να μην παραβίασε τον κανόνα αυτό με τον τρόπο που θα τον παραβίαζε επίσκεψη αμερικανού προέδρου ή αντιπροέδρου, αλλά σίγουρα έξυσε για τα καλά την «κόκκινη γραμμή».
Η ενεργοποίηση του κινεζικού «νόμου κατά της απόσχισης»
Η Κίνα έχει από το 2005 σε ισχύ τον νόμο κατά της απόσχισης. Αυτός προβλέπει ότι σε οποιαδήποτε περίπτωση η Ταϊβάν κινηθεί προς την ανεξαρτησία – που στα μάτια του Πεκίνου είναι μια μορφή απόσχισης από την κινεζική επικράτεια – τότε το κινεζικό κράτος μπορεί να εφαρμόσει και μη ειρηνικά μέσα για να αποτρέψει την απόσχιση και να κάνει πράξη την επανένωση.
Για τους Κινέζους η επίσκεψη Πελόζι ισοδυναμεί με εγκατάλειψη μιας πολιτικής που ήταν σε ισχύ εδώ και 50 χρόνια. Δεν είναι τυχαίο ότι ανάλογες απόψεις υπάρχουν και στις ΗΠΑ και ότι υπήρξαν φωνές και στο επιτελείο εθνικής ασφαλείας του Μπάιντεν που ζήτησαν να μη γίνει η επίσκεψη, όμως ο Αμερικανός πρόεδρος απέφυγε να ζητήσει ρητά από την Πρόεδρο της Βουλής να μην πάει, θεωρώντας ότι αυτό θα τον έκανε να φανεί υποχωρητικός έναντι των Κινέζων και ότι οι Ρεπουμπλικάνοι θα το εκμεταλλεύονταν στις εκλογές του Νοεμβρίου. Βεβαίως, το τίμημα αυτού του τακτικού πολιτικού υπολογισμού ήταν να ενεργοποιηθεί μια συνολικότερη και τελικά πιο επιθετική κινεζική κίνηση.
Ο χρόνος δουλεύει υπέρ του Πεκίνου;
Σημαίνουν αυτά ότι το Πεκίνο θα πάει να επιταχύνει «βίαια» τις εξελίξεις; Αυτή είναι μια εκτίμηση που θα μπορούσε να γίνει, εάν συνυπολογίσουμε ότι στο εσωτερικό της Ταϊβάν οι νεώτερες γενιές είναι λιγότερο φιλικές προς την επανένωση σε σχέση με τις μεγαλύτερες. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει λόγο για επιτάχυνση μιας στρατιωτικής αντιμετώπισης του ζητήματος.
Όμως, την ίδια στιγμή ισχύει ότι η όλη δυναμική των οικονομικών σχέσεων στην περιοχή και ο ούτως η άλλως μεγάλος βαθμός εξάρτησης της Ταϊβάν και από την Κίνα ως εξαγωγικό προορισμό αλλά και ως πηγή αναγκαίων εμπορευμάτων, επίσης κατατείνουν εκ των πραγμάτων στην επανένωση με την Κίνα. Και τότε η επίσκεψη Πελόζι θα μείνει στην ιστορία ως απλώς ο καταλύτης για να ξεκινήσει αυτή η διαδικασία.