Ζούμε στην εποχή όπου για να είναι κάτι «πραγματικό» θα πρέπει πρώτα να γίνει viral στο facebook.
Στην εποχή που η πραγματικότητα είναι απλώς ένα thread στο twitter.
Στην εποχή που τα συνθήματα τα υποκαθιστούν τα hashtags.
Στην εποχή που είτε μιλάμε για… ξεκατίνιασμα στη σόου μπιζ είτε για αντιπαραθέσεις σε πολιτικούς χώρους, η αισθητική είναι συχνά η ίδια.
Τα σκεφτόμουν αυτά βλέποντας τις νέες αντιπαραθέσεις στο χώρο της ελληνικής ακροδεξιάς.
Πιο σωστά τις αντιπαραθέσεις σε εκείνο το πολιτικό «οικοσύστημα» όπου πολιτικοί που έχουν περάσει κατά βάσει από τα συστημικά κόμματα και που υπογραμμίζουν με κάθε ευκαιρία ότι «δεν είναι χρυσαυγίτες», προσπαθούν να (ξανα)φτιάξουν πολιτικές καριέρες παίζοντας με τα χειρότερα ρατσιστικά, ξενόφοβα και αντιμεταναστευτικά αντανακλαστικά μιας μερίδας του εκλογικού σώματος.
Με το βλέμμα στραμμένο στις κάλπες και το ενδεχόμενο τώρα που η ηγεσία της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης είναι στη φυλακή, να διεκδικήσουν ένα μέρος της ακροδεξιάς ψήφου.
Άλλωστε, υπάρχει πάντα το παράδειγμα της «Ελληνικής Λύσης» που θα ήθελαν να μιμηθούν, αποφεύγοντας βέβαια τις πολλές θεωρίες συνωμοσίας και τις σκιές για φιλορωσική στάση.
Και βεβαίως σε τέτοιους χώρους περισσεύουν τα μεγάλα «εγώ» και φυσικά οι καυγάδες.
Για τη θέση στη μαρκίζα για να θυμηθούμε τα παλιά λαϊκά μαγαζιά, ή απλώς για το ποιος θα έχει επάνω χέρι.
Από κοντά και διάφορες φιλόδοξες περσόνες, χωρίς καμία πολιτική παρουσία, πέραν του να γράφουν ακροδεξιές και ρατσιστικές χοντράδες στα social media με μόνη επιδίωξη να κάνουν θόρυβο και να αυξήσουν τον αριθμό των «ακολούθων».
Όλα αυτά θα ήταν απλώς φαιδρά, εάν δεν ήταν με τον τρόπο τους σοβαρά και επικίνδυνα.
Μέσα σε ένα κλίμα κρίσης αξιών, «ρευστοποίησης» των παραδοσιακών πολιτικών ταυτοτήτων, κυριαρχίας της αισθητικής των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και πάντα ενεργών στοιχείων ρατσισμού, σεξισμού και ομοφοβίας στην κοινωνία, η ακροδεξιά πάντα μπορεί να βρει ακροατήριο.
Ένα ακροατήριο αποπροσανατολισμένο, που μπορεί να θεωρήσει ότι έτσι ρίχνει και «ψήφο διαμαρτυρίας» και που δεν έχει κανένα πρόβλημα να διαλέξει κάποια τέτοια περσόνα για να ρίξει την ψήφο του.
Διατηρώντας, όμως, έτσι την τοξική παρουσία της ακροδεξιάς στην ελληνική πολιτική ζωή.
Η συζήτηση για το πώς ξεριζώνουμε την ακροδεξιά από την πολιτική και την κοινωνία είναι δύσκολη και μεγάλη.
Ένα πράγμα, όμως, θέλω να υπογραμμίσω: όσο περισσότερο αντιμετωπίζουμε την πολιτική και τη δημοσιογραφία και τη δημοσιότητα ως ένα πεδίο όπου πρέπει να κυριαρχεί η σκέψη, η τεκμηρίωση, οι ιδεολογίες με επιχειρήματα και όσο λιγότερο θα αφήνουμε να κυριαρχεί η λογική και η αισθητική της εικόνας, της τρολιάς και του viral, τόσο θα περιορίζουμε το έδαφος για να φυτρώνουν διάφορα ακροδεξιά φυντάνια.