Δεν απορώ που στον Πλάτωνα συναντώ το εντελέστερο παράδειγμα του παραδόξου: «Ο νεότερος καθίσταται πιο γέρος από τον πιο γέρο και ο γηραιότερος, πιο νέος από τον πιο νέο,αλλά το να βάλουν τέλος σε αυτό το γίγνεσθαι δεν είναι ικανοί να το κάνουν, γιατί αν το τελείωναν, δεν θα γίνονταν πιά. Θα ήταν.»( Φίληβος, 24, d).
Και δεν είναι τυχαίο ότι το παράδοξο βρίσκεται σε άμεση σχέση με τη γλώσσα,
«αυτή τη ροή λέξεων που δεν σταματά ποτέ να γλιστρά σε αυτό στο οποίο αναφέρεται».
Υπ’ αυτή την έννοια ο πολιτικός είναι ο μετρ του είδους. Διαστρέφει τον κοινό νου και την ίδια στιγμή αποδίδει στο νου τη δυνατότητα να πολιτεύται («κωλοτούμπα») ή κάτι αστειότερο: να σοβαρολογεί («συνέπεια»).
Αυτό το εγγενές στους πολιτικούς παράδοξο, προκρίνω ως τον κατ’ εξοχήν τρόπο που λειτουργεί η πολιτική στην Ελλάδα και που κάνει το «ελληνικό παράδοξο» να φαίνεται σαν την πιο βαρετή κανονικότητα.
Διότι,τότε, πώς «τα ζώα του βάθους θα καθίστανται δευτερεύοντα; Και πώς θα παραχωρούσαν τη θέση τους σε φιγούρες της τράπουλας, δίχως πάχος», όπως θα έλεγε ο Ντελέζ;
Πώς το νόημα που ζητάμε όλοι, θα θέτει μεταξύ του εαυτού του και του μη-νοήματος την περήφανη ψήφο μας που θα μας πείθει ότι δεν γίναμε ακόμη εντελώς ανόητοι;
Οποτε -αλλά μόνο την ημέρα των εκλογών – ο ψηφοφόρος καθίσταται πιο πολιτικός από τον πολιτικό.Αλλά «το να βάλουν τέλος σε αυτό το γίγνεσθαι » – πλατωνικά μιλώντας- δεν είναι ικανοί να το κάνουν, διότι αυτό τελειώνει από μόνο του την επόμενη των εκλογών.
Εξου και «Λαϊκή κυριαρχία», που λέμε καμιά φορά, όταν η υπέρμαχος και ίσως υποψήφια για την προεδρία, Νάνσυ Πελόζι πάει στην Ταϊβάν που παράγει τα καλύτερα τσιπάκια στον κόσμο για όλα τα λογισμικά. Και του Predator, αν δεν απατώμαι.