Μετά τον κορωνοϊό τα πανηγύρια επιστρέφουν

Δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας οι λαϊκές ελληνικές γιορτές στήνονται και πάλι φέτος σε κάθε χωριό, όπου υπάρχει πλατεία και λαός ανά την επικράτεια. Τα παραδοσιακά γλέντια των Ελλήνων επιστρέφουν πιο δυναμωμένα, με την υπόσχεση να προσφέρουν φθηνή διασκέδαση σε ντόπιους και επισκέπτες

 

Τα βιολιά και τα κλαρίνα βγαίνουν από τις θήκες τους για να πρωταγωνιστήσουν ξανά, δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, στις λαϊκές ελληνικές γιορτές, τα πανηγύρια, που στήνονται και πάλι φέτος σε κάθε ορεινό ή πεδινό χωριό, όπου υπάρχει πλατεία και λαός ανά την επικράτεια. Τα παραδοσιακά γλέντια των Ελλήνων επιστρέφουν πιο δυναμωμένα, με την υπόσχεση να προσφέρουν φθηνή διασκέδαση σε ντόπιους και επισκέπτες, να ξεδιψάσουν τα ντέρτια των γλεντζέδων και να αγκαλιάσουν τη νεολαία που τα τιμά, φέρνοντας φρεσκάδα σε ένα έθιμο που έρχεται από πολύ μακριά και, όπως όλα δείχνουν, θα συνεχίσει για καιρό να δίνει πνοή στο ελληνικό καλοκαίρι.

«Δεν είναι γράμμα το νερό να το ταχυδρομήσω, σου στέλνω ένα δάκρυ μου και απ’ τη μηλιά μας μήλο, όταν τα λάβεις αδερφέ να τα γλυκοφιλήσεις, να θυμηθείς τον τόπο σου και πίσω να γυρίσεις…». Για κάτι τέτοιους στίχους, οι «μπρούκληδες» – όπως αποκαλούν τους ξενιτεμένους συγγενείς τους στα χωριά της Πελοποννήσου – διασχίζουν φέτος τον Ατλαντικό για να φτάσουν στα χωριά τους και να αισθανθούν την κάθαρση που χαρίζει η μυσταγωγία της παράδοσης στη γλυκιά πατρίδα.

Στις πλατείες τα τραπέζια στήνονται και παραδοσιακοί καλλιτέχνες, όπως ο γεννημένος στο Βαλτεσινίκο Αρκαδίας Γιάννης Κατσίγιαννης, ετοιμάζονται και πάλι να προσφέρουν γνήσια διασκέδαση σε όποιον έχει ανάγκη να χορέψει, να κλάψει και να τραγουδήσει ως το πρωί.

Στα πανηγύρια της Πελοποννήσου η σχέση της ορχήστρας με το κοινό δεν είναι απρόσωπη, με αποτέλεσμα ο τραγουδιστής να ξέρει τι επιθυμεί να ακούσει και ο τελευταίος επισκέπτης. Η λεγόμενη «σειρά» του χορού έχει καταργηθεί, όπως και η «χαρτούρα», δηλαδή τα λεφτά, αλλά και τα «πιάτα».

Η βραδιά πλέον κυλά με γουρνοπούλα στη λαδόκολλα και μπίρα παγωμένη, ενώ η ύψιστη έκφραση θαυμασμού προς τον καλλιτέχνη είναι το κάψιμο των (φθηνών) μπουκαλιών ουίσκι στα τραπέζια, μέσα σε παγοθήκες με χαρτοπετσέτες. Και, βέβαια, κανείς δεν κατεβαίνει από το «πατάρι» – όπως λέγεται η πίστα όπου χορεύονται καμπίσια, καλαματιανά, συρτά και συρτοτσιφτετέλια – αν δεν βγει πρώτα ο ήλιος.

Σαλπάροντας…

Σαλπάροντας για Αιγαίο, τα σκήπτρα της παράδοσης παραλαμβάνει το βιολί που δίνει χρώμα και συναίσθημα στον ικαριώτικο, τον μπάλο και τη σούστα. Εν αντιθέσει με την Ικαρία, όπου στα πανηγύρια οι ορδές των νέων διασκεδάζουν νυχθημερόν σε ένα γλέντι διονυσιακό, στη Σαντορίνη και τα 365 εκκλησάκια της ο θεσμός του πανηγυριού είναι πρωινή υπόθεση.

Μετά τη λειτουργία, στήνονται εκατοντάδες μικρές γιορτές, όπου προσφέρεται το «μοίρασμα»: φάβα, κρέας με πατάτες και σαντορινιό κρασί. Οσο για τη γειτονική Ανάφη της άγονης γραμμής, το φετινό αυγουστιάτικο πανηγύρι είναι το γεγονός που περιμένουν όλοι, καθώς είναι η μοναδική λαϊκή γιορτή του τόπου που εγγυάται το αντάμωμα νέων και γέρων, ντόπιων και Αθηναίων, σε ένα ξέφρενο γαϊτανάκι με Σκανδιναβούς και Βορειοευρωπαίους, αποδεικνύοντας ότι η μαγική ιδιότητα του χορού ξεκλειδώνει τις ψυχές, φέρνοντας τις καρδιές κοντά.

Αμα ακούσεις το βιολί…

«Το πανηγύρι είναι πολύ σημαντικό για τη νέα γενιά της Ανάφης και για τους παλιούς. Κι είναι σημαντικό και για τον τουρισμό, είναι πολύς ο κόσμος που κανονίζει τις διακοπές του κοντά στο πανηγύρι», λέει στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Απανταχού Αναφαίων Παναγιώτης Χάλαρης.

«Αμα ακούσεις το βιολί, είναι γεγονός πως δεν μπορείς να μείνεις στην καρέκλα», αναφέρει ο δήμαρχος του νησιού Ιάκωβος Ρούσσος, που δεν λείπει ποτέ από τους κυκλωτικούς χορούς στην πλατεία του Αγίου Νικόλα, όπου στις 13 Αυγούστου καταφθάνει η τριμελής ορχήστρα με τους Αντώνη Θεολογίτη και Δημήτρη Κώνστα από την Ιο και Βασιλική Κατερίνη από τη Νάξο. «Φέτος ευελπιστούμε να τελειώσει το πανηγύρι την ώρα που θα μας ενοχλήσει ο ήλιος», αναφέρουν οι διοργανωτές, ενώ ο θρύλος λέει πως όταν χαράζει και τα βιολιά σωπαίνουν, ο άνεμος που κατεβαίνει από τον ιερό βράχο της Παναγιάς της Καλαμιώτισσας ψιθυρίζει λόγια σε όποιον θέλει να τα ακούσει, βγαλμένα απ’ την καρδιά της λαϊκής παράδοσης. «Σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα, βάλε στα ρούχα σου φωτιά, βάλε στα όργανα φωτιά, να τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα η τρομερή μας η λαλιά…».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΑ ΝΕΑ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.