Θυμάμαι ακόμη την εποχή που διάφοροι έγραφαν διάφορες χαζομάρες για τον όρο γυναικοκτονία.
Προσπαθώντας να τον παρουσιάσουν ως μια φεμινιστική υπερβολή.
Και αδυνατώντας να καταλάβουν ότι η άρνησή τους ήταν στην πραγματικότητα μέρος του προβλήματος.
Γιατί εάν χρειάζεται να έχουμε έναν ειδικό όρο για να περιγράφουμε τις δολοφονίες των γυναικών από τους συζύγους ή τους συντρόφους τους, δεν είναι επειδή δεν καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει ούτως ή άλλως ο όρος ανθρωποκτονία.
Είναι επειδή το θέμα των γυναικοκτονιών είναι ένα πρόβλημα ξεχωριστό, που αφορά τον τρόπο που η κοινωνία μας παραμένει σεξιστική και πατριαρχική.
Και γι’ αυτόν τον λόγο ήταν παραπλανητικό και επικίνδυνο να συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τέτοια περιστατικά είτε ως απλές ανθρωποκτονίες είτε ως απλά «εγκλήματα πάθους».
Ειδικά η τελευταία έκφραση ήταν ιδιαίτερα και επικίνδυνα παραπλανητική.
Γιατί ουσιαστικά ήταν ένα άλλοθι για τους γυναικοκτόνους.
Και πολλές φορές χρησιμοποιήθηκε για να πέσουν «στα μαλακά» στα δικαστήρια.
Μόνο που αυτό που δεν εξηγεί είναι γιατί όταν οι άνθρωποι είναι θυμωμένοι και παθιασμένοι για κάτι που αφορά τη γυναίκα και τη σύντροφό τους καταλήγουν τόσο εύκολα στη βία ή και τη δολοφονία.
Γιατί φτάνουν στη βία ακριβώς επειδή έχουν μεγαλώσει με αντιλήψεις που θέλουν τον άντρα να έχει και κάποιου τύπου εξουσία πάνω στις γυναίκες και τα σώματά τους.
Αυτές οι αντιλήψεις κάνουν τους ανθρώπους κακοποιητικούς στην καθημερινότητά τους.
Και στην οριακή στιγμή οπλίζουν το χέρι των γυναικοκτόνων.
Και μετράμε άλλη μια νεκρή.
Αν δεν καταλάβουμε πόσο βαθύ και συνάμα εκτεταμένο είναι το πρόβλημα και εάν αναμετρηθούμε με το πώς πρώτα και κύρια θα δοκιμάζουμε να αλλάξουμε αυτές τις βαθιά ριζωμένες και στρεβλές νοοτροπίες, τότε απλώς θα μετράμε θύματα.
Θα μετράμε νεκρές γυναίκες.
Όπως επίσης πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε απλώς «οικογενειακές εντάσεις» ή με «καυγάδες ζευγαριών». Οι περιγραφές αυτές χάνουν την ουσία, χάνουν τον έμφυλο χαρακτήρα της βίας, χάνουν το γεγονός τις περισσότερες φορές έχουμε να κάνουμε με βίαιες και κακοποιητικές συμπεριφορές αντρών σε βάρος γυναικών.
Και αυτό έχει σημασία γιατί ότι δεν καταλαβαίνουμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε απλώς με καυγάδες, αλλά με βία που θα μπορούσε να κλιμακωθεί επικίνδυνα, τότε δεν κάνουμε αυτά που πρέπει.
Δεν σπεύδουμε να βοηθήσουμε έγκαιρα το θύμα ώστε να πάει σε χώρο ασφαλή.
Δεν παίρνουμε τηλέφωνο έγκαιρα την αστυνομία για να έρθει να παρέμβει.
Ή ακόμη και εάν η αστυνομία λάβει μια καταγγελία, μετά δεν κάνει πολλά, καθυστερεί ή ακόμη και την υποτιμά, κάτι που μπορεί να αποδειχτεί ακόμη και μοιραίο.
Και να μετράμε ένα ακόμη θύμα.
Γι’ αυτόν τον λόγο έχει νόημα να αναδείξουμε το θέμα. Και το να έχουμε μια λέξη που προσδιορίζει αυτό ακριβώς το είδος δολοφονικής βίας σε αυτό συντελεί.
Στο να καταλάβουμε ότι έχουμε πρόβλημα.
Και να αρχίσουμε να κάνουμε βήματα για να το αντιμετωπίσουμε.
Γιατί οι γυναίκες δεν σκοτώνονται ούτε από έρωτα, ούτε από πάθος, ούτε από αγάπη.
Από τοξικές πατριαρχικές αντιλήψεις σκοτώνονται που κάνουν άντρες να πιστεύουν ότι είναι ιδιοκτήτες και κυρίαρχοι πάνω στις συντρόφους τους.
Και για να αλλάξει αυτό, να σταματήσουν άντρες να πιστεύουν ότι έχουν ιδιοκτησία και «δικαιώματα» πάνε σε γυναίκες, ένα πρώτο βήμα είναι να δείξουμε που οδηγεί αυτό.
Και να το πούμε με το όνομά του.
Γυναικοκτονία.