«Μηχανισμός Προστασίας Μετάδοσης» (Transmission Protection Instrument, TPI) είναι το μάλλον ακατάληπτο όνομα του νέου εργαλείου που ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εναντίον του «κατακερματισμού της ευρωζώνης».
Με απλά λόγια η ΕΚΤ ξεκαθαρίζει ότι, παρά το επίσημο τέλος των παρεμβάσεων στην αγορά ομολόγων, θα συνεχίσει να παρεμβαίνει όταν το κρίνει απαραίτητο, ώστε να μην απογειώνονται τα σπρεντς σε χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία.
«Προβληματικό» και «επικίνδυνο» χαρακτηρίζει τον νέο μηχανισμό o σχολιαστής της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt, που εκτιμά ότι «πολιτικοποιείται» η Τράπεζα της Φρανκφούρτης. Όπως υποστηρίζει, «αν ποτέ αρνηθεί να βοηθήσει μία χώρα, η ΕΚΤ θα αντιμετωπίσει κατηγορίες ότι της επιτίθεται, με τρόπο ακόμη πιο έξαλλο από αυτόν που επιλέγει ο λαϊκιστής Ματέο Σαλβίνι στην ιταλική κρίση. Επιπλέον η κεντρική τράπεζα γίνεται ακόμη πιο ευάλωτη απέναντι στις αιτιάσεις ότι επιδίδεται σε μία (απαγορευμένη) κρατική χρηματοδότηση. Ένα είναι ξεκάθαρο: Η ΕΚΤ δεν διάλεξε τον εύκολο δρόμο. Αναζήτησε μία ενδιάμεση λύση, ώστε να καταπολεμήσει αποτελεσματικά τον πληθωρισμό, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη συνοχή της ευρωζώνης. Αλλά όποιος δίνει υπερβολικές υποσχέσεις, διατρέχει κίνδυνο να εμπλακεί σε επικίνδυνες εξαρτήσεις».
Με κριτική διάθεση αντιμετωπίζει την πολιτική της ΕΚΤ και ο σχολιαστής της Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ): «Η ανορθόδοξη νομισματική πολιτική, η οποία ήταν εν μέρει δικαιολογημένη, απενεργοποίησε τους μηχανισμούς της αγοράς για τους δανειολήπτες και έδωσε σημαντικά λάθος κίνητρα. Αυτό προκάλεσε- και στην ευρωζώνη- ταχεία διόγκωση του κρατικού χρέους. Αλλά σε τελική ανάλυση, όταν δεν υπάρχει δημοσιονομική ένωση η συνοχή της ευρωζώνης κρίνεται από την ικανότητα να εξυπηρετήσει το χρέος της. Ακόμη και ένα τόσο μελετημένο ‘εργαλείο εναντίον του κατακερματισμού’ δίνει ένα ακόμη λάθος κίνητρο. Δεν μπορεί να συγκαλύψει ότι, με τα κριτήρια της αγοράς, η Ιταλία δεν αντέχει επίπεδα επιτοκίων που εξισορροπούν τον πληθωρισμό και το country risk».
Μομφή προς την ΕΚΤ και από τον πρώην επικεφαλής οικονομολόγο της Deutsche Bank, Τόμας Μάγερ, στην εφημερίδα Die Welt: «Επικεντρώνει την πολιτική της στη διατήρηση του ευρώ, αντί για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών. Γι αυτό οδήγησε τα επιτόκια σε ιστορικά χαμηλά, διευκολύνοντας την κρατική χρηματοδότηση. (…) Μπορεί να ισχυρίζονται οι πολιτικοί της ΕΚΤ ότι ο πληθωρισμός οφείλεται στον πόλεμο της Ουκρανίας, αλλά η βαθύτερη αιτία είναι ότι η ΕΚΤ επί οκτώ χρόνια διατηρούσε το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης σε αρνητικά επίπεδα και επί επτά χρόνια διεύρυνε συνεχώς την προσφορά χρήματος με μαζικές αγορές ομολόγων».
«Παλιές, καλές εποχές» στην Κύπρο
Ρεπορτάζ για την Κύπρο φιλοξενεί η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), με τον αρθρογράφο να υποστηρίζει ότι «η Κύπρος νοσταλγεί τους Ρώσους τουρίστες, αλλά και το ρωσικό μαύρο χρήμα». Όπως επισημαίνει, «τον Μάιο η μείωση του αριθμού των επισκεπτών πλησίασε το 50% σε σύγκριση με την τελευταία χρονιά προ της πανδημίας. Αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές στη Λεμεσό, κέντρο της ρωσικής παρουσίας στην Κύπρο. Ξενοδοχεία που είχαν ειδικευθεί στο ρωσικό κοινό αντιμετωπίζουν πλέον ‘τεράστιες δυσκολίες’, όπως δήλωσε πρόσφατα ο Χάρις Λοϊζίδης, πρόεδρος του μεγαλύτερου κυπριακού συνδέσμου ξενοδόχων. Πηγές του υπουργείου Τουρισμού υπολογίζουν τις απώλειες εσόδων σε 600 εκατομμύρια ευρώ για φέτος. Η ελπίδα ότι μεγάλος αριθμός Ρώσων επισκεπτών θα ερχόταν μέσω χωρών που διατηρούν (απευθείας) αεροπορική σύνδεση με τη Ρωσία- εκτός από την Τουρκία, αυτό ισχύει και για τη Σερβία- δεν φαίνεται να επαληθεύεται».
Στη συνέχεια, η εφημερίδα της Φρανκφούρτης εστιάζει στις ρωσικές καταθέσεις στην Κύπρο, αλλά και στην υπόθεση των «χρυσών διαβατηρίων». Μεταξύ άλλων διαβάζουμε: «Μετά την τραπεζική κρίση του 2013 οι ρωσικές καταθέσεις είχαν όλο και λιγότερη σημασία, ιδιαίτερα μετά το 2018, όταν, μετά από ισχυρές αμερικανικές πιέσεις, η Κύπρος αναγκάστηκε να καταπολεμήσει εταιρείες-σφραγίδες και άλλες επινοήσεις με σκοπό τη φοροδιαφυγή. Όμως την ίδια στιγμή το επιχειρηματικό δαιμόνιο της ελληνικής ελίτ του νησιού απεργαζόταν ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο: κυπριακή υπηκοότητα για όποιον διαθέτει δύο εκατομμύρια ευρώ για να αγοράσει ακίνητο στην Κύπρο, συνεισφέροντας 150.000 ευρώ σε ένα κυπριακό κρατικό ταμείο και πληρώνοντας κάποια πρόσθετες χρεώσεις. Με τις αμοιβές δικηγόρων και συμβολαιογράφων το συνολικό κόστος θα πλησίαζε τα τρία εκατομμύρια ευρώ,για να αποκτήσει μέσα σε λίγους μήνες κυπριακό διαβατήριο και δικαίωμα εγκατάστασης σε ολόκληρη την ΕΕ. Ο σχετικός τζίρος στο νησί ξεπέρασε τα οκτώ δισεκατομμύρια ευρώ. Χρήματα κέρδισε και το πρώην δικηγορικό γραφείο του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη, το οποίο διευθύνει η κόρη του αφότου εκείνος ανέλαβε την εξουσία».
«Δεύτερη πατρίδα» η Ελλάδα για τη βασιλική οικογένεια της Ολλανδίας
Ο επίλογος ανήκει στο ελληνικό καλοκαίρι. Το «περιοδικό των επωνύμων» Gala μας ενημερώνει, στην ηλεκτρονική του έκδοση, για τις διακοπές της ολλανδικής βασιλικής οικογένειας στην Πελοπόννησο. «Η Ελλάδα έχει γίνει δεύτερη πατρίδα της βασιλικής οικογένειας» είναι ο τίτλος στο ρεπορτάζ, που υπενθυμίζει ότι το 2012 ο βασιλιάς Γουλιέλμος-Αλέξανδρος και η σύζυγός του Μάξιμα αγόρασαν μία εξοχική έπαυλη κοντά στο Κρανίδι και έκτοτε επισκέπτονται τακτικά την περιοχή, μαζί με τις τρεις κόρες τους. «Η βίλα της οικογένειας, την οποία αγόρασαν από τον Γερμανό φωτογράφο Μάνφρεντ Ρίκερ, είναι χτισμένη σε ήσυχη τοποθεσία, με θέα στη θάλασσα», αναφέρει το περιοδικό. «Στην πραγματικότητα πρόκειται για τρία διαφορετικά σπίτια, που συνδέονται. Άλλωστε το οικόπεδο έχει συνολική έκταση τεσσάρων στρεμμάτων. Διαθέτει ιδιωτική πισίνα, ακόμη και προβλήτα για τη βασιλική θαλαμηγό. Δεν υπάρχουν καλύτερες προϋποθέσεις για τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, ώστε να έχουν αρκετό χώρο και δυνατότητες αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου».
Γιάννης Παπαδημητρίου
Πηγή DW