Δύσκολοι καιροί για «σωτήρες». Ιδίως όταν είναι μη εκλεγμένοι πρωθυπουργοί κυβερνήσεων «εθνικής ενότητας», που στηρίζονται σε κόμματα που κάθε άλλο νιώθουν άνετα με αυτή τη συμπαράταξη. Και έτσι ο Μάριο Ντράγκι οδηγήθηκε στην παραίτηση, με την Ιταλία να οδηγείται σε πρόωρες εκλογές, ύστερα από μια περίοδο που μόνο ως παρατεταμένη πολιτική κρίση μπορεί να περιγραφεί.
Θυμίζουμε εδώ ότι ο Μάριο Ντράγκι δεν ηγήθηκε κάποιου κόμματος. Ούτε ήταν υποψήφιος στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές του 2018. Για να βρεθεί στην πρωθυπουργία θα χρειαστούν δύο διαδοχικές κυβερνητικές κρίσεις στην Ιταλία.
Η κρίση ήταν αυτή της πρώτης κυβέρνησης Κόντε που είχε σχηματιστεί από τη συμμαχία, ούτως ή άλλως αντιφατική, ανάμεσα στην ακροδεξιά Λέγκα και το κίνημα των 5 Αστεριών. Η δεύτερη ήταν αυτή της δεύτερης κυβέρνησης Κόντε που στηριζόταν στη συμμαχία των 5 Αστεριών με την Κεντροαριστερά και που έπεσε ύστερα από ένα φάσμα μεθοδεύσεων κυρίως του Ματέο Ρέντσι που οδήγησαν, υπό την πίεση της πανδημίας και της ανάγκης η Ιταλία να διεκδικήσει σημαντική συμμετοχή στο Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, στην κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι. Άλλωστε, ο πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ, πιστωμένος τη διάσωση του ευρώ με εκείνο το “whatever it takes”, από καιρό αντιμετωπιζόταν ως η «χρυσή εφεδρεία» από ένα μεγάλο μέρος των ιταλικών ελίτ, ιδίως των οικονομικών.
Και όντως ο Μάριο Ντράγκι στη διάρκεια της θητείας του έκανε σαφές ότι ανεξαρτήτως του τι ήθελαν τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού είχε έρθει με μια σαφή ατζέντα που σκοπό είχε να αξιοποιήσει το «Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας» ως αφετηρία για ένα μεγάλο φάσμα αναδιαρθρώσεων και μεταρρυθμίσεων με σκοπό να κάνουν την Ιταλία πιο ανταγωνιστική. Την ίδια στιγμή στη συγκυρία του πολέμου στην Ουκρανία είχε επιμείνει ιδιαίτερα, παρά τις διαφωνίες στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού, σε μια πλήρη συμπόρευση της Ιταλίας με μια «ευρωατλαντική γραμμή», συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής απεξάρτησης της Ιταλίας από τη Ρωσία. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλα αυτά στάθηκε και στον απολογισμό που παρουσίασε μιλώντας στη Γερουσία.
Το βάθος της πολιτικής κρίσης
Όμως, αυτό ταυτόχρονα δημιουργούσε και προβλήματα στο εσωτερικό των κομμάτων σε μια περίοδο που ήταν ούτως ή άλλως προεκλογική. Το Κίνημα των 5 Αστεριών έβλεπε ότι η κατεύθυνση της κυβέρνησης δημιουργούσε προβλήματα με την εκλογική του βάση ενώ και ο Σαλβίνι ένιωθε έντονη την πίεση από τη δημοσκοπική άνοδο της Τζόρτζια Μελόνι και των «Αδελφών της Ιταλίας» που μένοντα εκτός της κυβέρνησης εθνικής ενότητας κατάφεραν να είναι στις δημοσκοπήσει ο πιο μαζικός πόλος της ευρύτερης Κεντροδεξιάς. Τελικά, ήταν το κίνημα των 5 Αστεριών που πήρε την πρωτοβουλία να πυροδοτήσει την ακολουθία που οδήγησε στην παραίτηση Ντράγκι. Άλλωστε, ήταν το κόμμα που δεχόταν και τη μεγαλύτερη πίεση από την κοινωνική του βάση για τα κυβερνητικά μέτρα. Έτσι, όμως, διευκόλυνε ουσιαστικά και τους σχηματισμούς της ευρύτερης δεξιάς και κεντροδεξιάς που ήθελαν να πάνε σε εκλογές, εκτός των άλλων και γιατί έβλεπαν να κερδίζουν διαρκώς έδαφος οι «Αδελφοί της Ιταλίας». Η συγκυρία του πολέμου και των αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομία και την κοινωνία φαίνεται ότι έστω και έμμεσα επιτάχυνε τις εξελίξεις.
Όλα αυτά αποτυπώνουν και τη συνθετότητα της πολιτικής κρίσης στην Ιταλία, που παίρνει τη μορφή μιας αδυναμίας να μπορεί να σχηματιστεί ένας ευρύτερος κοινωνικός και πολιτικός συνασπισμός δυνάμεων, που να θεωρηθεί ότι όντως έχει ένα «ηγεμονικό σχέδιο» για να χειριστεί τα πολλαπλά προβλήματα της ιταλικής οικονομίας και κοινωνίας. Αυτό αποτυπώνεται στον κατακερματισμό και τις ανακατατάξεις στο εσωτερικό των πολιτικών πόλων, τη δυσκολία σχηματισμού κυβερνήσεων με σταθερότητα, τις διαρκείς ταλαντεύσεις των κομμάτων, τα πολλαπλά φαινόμενα «μεταμορφισμού» των κομμάτων.
Όμως στο βάθος όλων αυτών βρίσκονται οι βαθύτερες αντιφάσεις που εξακολουθούν να διαπερνούν την ιταλική κοινωνία. Μια χώρα με μεγάλο βιομηχανικό βάθος, μέλος του G7, ιδρυτικό μέλος της ΕΕ, που την ίδια στιγμή έχει ένα πολύ μεγάλο (και ως ένα βαθμό επισφαλές) χρέος, εσωτερικές πολώσεις (ένα μέρος της ανήκει όντως στον «ευρωπαϊκό Νότο»), ταλαντεύσεις απέναντι στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση (συμπεριλαμβανομένης και μεγαλύτερης επιφύλαξης απέναντι στο ευρώ σε σχέση με άλλες χώρες), πολλαπλά και συχνά αντιφατικά κύματα κοινωνικής δυσαρέσκειας και μια πολιτική σκηνή που από τη στιγμή που αποδιαρθρώθηκε ο πόλος που της επέβαλε μια ορισμένη διανοητική πειθαρχία, δηλαδή το Κομμουνιστικό Κόμμα, βρίθει μετατοπίσεων, καιροσκοπισμών, προσωπικών στρατηγικών, συμμαχιών χωρίς πολλές αρχές.
Σε αυτό το φόντο ήταν και παραμένει εμφανής η προσπάθεια να υπάρξει ένα είδος «εξωτερικής» παρέμβασης που τρόπο τινά να αναδεικνύει έναν άφθαρτο «Καίσαρα» που θα μπορούσε να βγάλει τη χώρα από την κρίση. Αυτό ακριβώς ήταν το στοίχημα γύρω από την πρωθυπουργία Ντράγκι και την ελπίδα, που εξακολουθεί να διατυπώνεται, ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για μια συσπείρωση των «υπεύθυνων» δυνάμεων που ήθελαν να στηρίξουν το δικό του μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Ούτε ήταν τυχαία σε αυτό το φόντο η προσπάθεια να φανεί ότι υπάρχει ένα «λαϊκό ρεύμα» υπέρ Ντράγκι, με συγκεντρώσεις σε διάφορες πόλεις. Μόνο που φάνηκε ότι η προσπάθεια είχε όρια.
Η επόμενη μέρα – δεξιά στροφή;
Η Ιταλία πηγαίνει σε εκλογές στις 25 Σεπτεμβρίου
Οι δημοσκοπήσεις δίνουν μια εικόνα της εκλογικών τάσεων αυτή τη στιγμή. Πρώτο κόμμα στις δημοσκοπήσεις, γύρω στο 22% είναι οι «Αδελφοί της Ιταλίας», με δεύτερο πολύ κοντά το Δημοκρατικό Κόμμα. Η Λέγκα είναι κάτω από το 15% και το Κίνημα των 5 Αστεριών γύρω στο 10%. Η Forza Italia του Μπερλουσκόνι στην πέμπτη θέση – σε κάποιες δημοσκοπήσεις στην τέταρτη.
Ωστόσο το ερώτημα των εκλογών, δεν αφορά μόνο τις δυναμικές των ίδιων των κομμάτων αλλά και αυτές των εκλογικών συνασπισμών με βάση και τις ιδιαιτερότητες του εκλογικού νόμου. Εάν η κεντροδεξιά κατέβει ενωμένη (δηλαδή υπάρξει συμφωνία και με τη Μελόνι και τους «Αδελφούς της Ιταλίας») εμφανίζεται να οδεύει σε μια εκλογική νίκη, την ώρα που είναι ασαφές εάν θα υπάρξει ένας αντίστοιχα πλατύς πόλος της κεντροαριστεράς καθώς ο τρόπος που έπεσε η κυβέρνηση Ντράγκι έχει προκαλέσει και ένα ρήγμα ανάμεσα στο Κίνημα των 5 Αστεριών και το Δημοκρατικό Κόμμα. Σε κάθε περίπτωση, εάν οι «Αδελφοί της Ιταλίας», ένα κόμμα ακροδεξιό και με ευθεία αναφορά στην παράδοση του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος (δηλαδή του μεταπολεμικού διαδόχου του Φασιστικού Κόμματος), βρεθούν στην πρώτη θέση στις εκλογές, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις αυτό θα σηματοδοτεί μια συνολικότερη πίεση για μια πιο δεξιά και πιο αυταρχική πολιτική.