Η τοξικότητα του πολιτικού περιβάλλοντος, την οποία επανειλημμένως επιχείρησε να ξορκίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτού κλείσει τη σεναριολογία των πρόωρων εκλογών, αναδεικνύεται σε κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής περιόδου.
Υπό αυτή τη συνθήκη, διαφαίνεται ότι στον χρόνο που μεσολαβεί έως την εκλογική αναμέτρηση η πολιτική αντιπαράθεση θα εξελιχθεί σε υψηλούς τόνους, με ανοίκειες επιθέσεις (όπως η πρόσφατη του Χριστόφορου Βερναρδάκη σε βάρος της Νίκης Κεραμέως) και σε μια ατμόσφαιρα πολωτική, η οποία, δίχως να συντρέχουν οι υπόλοιπες προϋποθέσεις, θα θυμίζει πολύ εκείνη της περιόδου 2012-2014.
Ενταση παντού από τον ΣΥΡΙΖΑ
Το γενικότερο κλίμα έντασης στη δημόσια συζήτηση εντός και εκτός Βουλής τις προηγούμενες ημέρες ενέτεινε και την ανησυχία στο Μέγαρο Μαξίμου. Κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας για τα ΑΕΙ, η σύγκρουση εκτροχιάστηκε με αφορμή την παρέμβαση του υφυπουργού Παιδείας Αγγελου Συρίγου για τη «μυθολογία του Πολυτεχνείου», ενώ παράλληλα ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρούσε να καπηλευτεί τη δικαστική απόφαση στην υπόθεση Λιγνάδη.
Βουλή: Οξεία αντιπαράθεση για το νέο νομοσχέδιο των ΑΕΙ
Υπό αυτές τις συνθήκες, από την Ηρώδου Αττικού σημειώνεται μεν ότι η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα να υποδαυλίσουν την πολιτική και κοινωνική ένταση δεν πρόκειται να μεταβάλει τις αποφάσεις για τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, επισημαίνεται δε ότι οι υπονομευτικές απόπειρες δεν θα μένουν αναπάντητες.
Παρά ταύτα, πρωταρχικός στόχος του Πρωθυπουργού είναι η συνέχιση του κυβερνητικού έργου στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων, σε συνδυασμό με την κάλυψη της διαρκούς ανάγκης για παρεμβάσεις στήριξης και μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης και των πληθωριστικών πιέσεων. Ειδικότερα στο πεδίο της ενέργειας, σε ό,τι αφορά την επάρκεια και το κόστος, η ανησυχία στο πρωθυπουργικό περιβάλλον είναι έντονη και οι συσκέψεις διαρκείς. Με αυτό το θέμα και με ευρεία συμμετοχή συναρμόδιων υπουργών και υπηρεσιακών παραγόντων πραγματοποιήθηκε συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου το απόγευμα της Παρασκευής. Ενδεικτικό είναι ότι εξετάστηκαν ακόμη και ακραία σενάρια πλήρους διακοπής της τροφοδοσίας της ευρωπαϊκής αγοράς από τη Ρωσία. «Εφόσον αυτά επιβεβαιωθούν, το πρόβλημα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από την Ενωση» ανέφεραν κυβερνητικές πηγές.
Σταθερή εικόνα στις δημοσκοπήσεις
Εν αναμονή των εξελίξεων σε όλα τα πεδία, το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη υποδέχθηκε με ανακούφιση το τελευταίο κύμα δημοσκοπήσεων. Η πλέον πρόσφατη, της Pulse για τον Σκάι, παρουσίασε ένα προβάδισμα της κυβέρνησης κατά οκτώ ποσοστιαίες μονάδες στην πρόθεση ψήφου (με 34%, έναντι 26% του ΣΥΡΙΖΑ), ενώ στην καταλληλότητα ως προς τη διαχείριση της ενεργειακής κρίσης ο Κυριάκος Μητσοτάκης προηγείται με 34% έναντι 27% του Αλέξη Τσίπρα. Την ίδια στιγμή, ο προβληματισμός των πολιτών προξενείται κατά μείζονα λόγο από το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος, σε ποσοστό 36%. Ενα από τα αξιοσημείωτα ευρήματα της έρευνας είναι ότι ο Πρωθυπουργός θεωρείται ο αντιπροσωπευτικότερος εκφραστής του κεντρώου χώρου, με ποσοστό 28% έναντι 23% του Αλέξη Τσίπρα και 20% του Νίκου Ανδρουλάκη.
Ο γρίφος του ανασχηματισμού
Στα πέριξ του Μεγάρου Μαξίμου εντείνονται οι συζητήσεις, πληθαίνουν οι εισηγήσεις και διακινείται η φημολογία για παρεμβάσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη στο πολιτικό πεδίο, προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης και να αντιμετωπιστούν προβλήματα τα οποία έχουν διαπιστωθεί στο προηγούμενο διάστημα. Σε αυτόν τον κατάλογο παρεμβάσεων περιλαμβάνεται και ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης. Παρά την αιωρούμενη βεβαιότητα ως προς αυτόν πάντως, αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί, ενώ την ίδια στιγμή εκδηλώνεται προβληματισμός σχετικά με την εσωτερική αναστάτωση που θα προκαλέσει.
Εχοντας ωστόσο συμπληρώσει σχεδόν έναν χρόνο από την τελευταία αλλαγή στη σύνθεση του Υπουργικού Συμβουλίου πέρυσι το καλοκαίρι, ο Πρωθυπουργός έχει, κατά πληροφορίες, σημειώσει πολλά πεδία στα οποία οι υπουργοί του δεν έχουν φέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Υπό αυτό το πρίσμα, λέγεται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα θελήσει στον ενδεδειγμένο χρόνο να κάνει διορθωτικές παρεμβάσεις, οι οποίες σχετίζονται πρωτίστως με τις συνθήκες του αμέσως προσεχούς διαστήματος. Ειδικότερα, με την περίοδο έπειτα από το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας τον Αύγουστο, τον διαφαινόμενο δύσκολο χειμώνα λόγω της ενεργειακής κρίσης και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Από συνομιλητές του Πρωθυπουργού πάντως μεταδίδεται η αίσθηση ότι ακόμη και αν γίνουν αλλαγές, δεν θα αφορούν τα κρίσιμα υπουργεία Οικονομικών, Εξωτερικών και Αμυνας.
Οι αδύναμοι κρίκοι στην κυβέρνηση
Με αυτά τα δεδομένα, ένα υπουργείο στο οποίο λέγεται ότι θα υπάρξουν αλλαγές είναι αυτό της Ανάπτυξης. Κατά πληροφορίες, είναι πιθανή η αντικατάσταση του Αδωνη Γεωργιάδη, για τον οποίο έχει εκφραστεί δυσαρέσκεια τόσο στο πεδίο των αρμοδιοτήτων του (βλ. έλεγχοι της αγοράς, πρόσφατα παράπονα ξένων επενδυτών κ.ά.), όσο και σε ό,τι αφορά τις γενικότερες πολιτικές του παρεμβάσεις. Κατά την ίδια γραμμή πληροφόρησης, μια σκέψη είναι η αναβάθμιση του αναπληρωτή υπουργού Νίκου Παπαθανάση. Σε μια τέτοια περίπτωση ωστόσο, ο κ. Γεωργιάδης δεν θα μείνει εκτός κυβερνητικού σχήματος, αλλά θα μετακινηθεί σε άλλο υπουργείο, πιθανώς της Ναυτιλίας.
Το υπουργείο Ενέργειας επίσης θεωρείται κομβικής σημασίας εν όψει της χειμερινής περιόδου και από το ευρύτερο περιβάλλον των συνομιλητών του Κυριάκου Μητσοτάκη μεταφέρεται η αίσθηση ότι η μέχρι σήμερα απόδοση του Κώστα Σκρέκα δεν ήταν η προσδοκώμενη, δεδομένων των συνθηκών. Η αντικακτάστασή του γεννά ωστόσο προβληματισμό. Μέχρι πρότινος ήταν έντονη η (βάσιμη) φημολογία περί αξιοποίησης του Γιάννη Μανιάτη. Ομως στη σημερινή συγκυρία, είναι υπό αξιολόγηση και στάθμιση το κατά πόσο θα είναι πολιτικά χρήσιμο να επιστρατευθεί ένα ακόμη στέλεχος προερχόμενο από το ΠαΣοΚ.
Στο υπουργείο Δικαιοσύνης συζητιούνται επίσης από καιρό αλλαγές. Ο Πρωθυπουργός έχει ρητά αναγνωρίσει καθυστερήσεις, επισημαίνοντας όμως παράλληλα ότι δεν είναι δυνατόν να τρέξουν με μεγάλη ταχύτητα οι αλλαγές στο συγκεκριμένο πεδίο. Είναι υπό εξέταση επομένως το αν θα προκρίνει μια αλλαγή στην ηγεσία του υπουργείου πριν από τις εκλογές ή θα προτιμήσει μια συνολικότερη παρέμβαση ύστερα από αυτές. Δυσαρέσκεια σε ηγετικά κλιμάκια της κυβέρνησης έχει εκφραστεί προσφάτως και για την ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών, με αφορμή τη διαχείριση της (συνεχιζόμενης) ομηρείας των ελληνικών τάνκερ και των πληρωμάτων τους στον Περσικό. Η δημοφιλία πάντως του Νίκου Δένδια εξακολουθεί να είναι παράμετρος η οποία επηρεάζει τις αποφάσεις του Πρωθυπουργού.
Η αλλαγή ηγεσίας στο υπουργείο Παιδείας επίσης συζητείται στα παρασκήνια επί μακρόν. Κυρίαρχη ήταν η εκτίμηση ότι έπειτα και από την ψήφιση του νομοσχεδίου για τα ΑΕΙ, η Νίκη Κεραμέως θα ήταν ένα από τα πρόσωπα υπό μετακίνηση. Ωστόσο, η πρόσφατη προσωπική επίθεση εναντίον της από τον ΣΥΡΙΖΑ διαμόρφωσε ένα νέο δεδομένο, ενώ η στήριξή της από τον Πρωθυπουργό είναι σαφής. Πιθανολογείται πάντως ότι μια μετακίνηση της υπουργού θα συνδυαστεί με αναβάθμισή της.
Οι παραπάνω περιπτώσεις είναι ενδεικτικές των συζητήσεων και τελούν υπό μελέτη και αξιολόγηση από την ηγεσία της κυβέρνησης. Εφόσον πάντως ο Πρωθυπουργός λάβει την απόφαση να προχωρήσει σε ανασχηματισμό, θα προκύψουν τα γνωστά ντόμινο και οι αναμενόμενες καραμπόλες, οι οποίες ειδικά εν όψει εκλογών μπορεί να οδηγήσουν σε εκπλήξεις.
Ο οδικός χάρτης για βιώσιμη ανάπτυξη και ευημερία χωρίς αποκλεισμούς
Για την κυβέρνηση και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τα ορόσημα της επόμενης περιόδου είναι δύο: ο τερματισμός της ενισχυμένης εποπτείας τον Αύγουστο και η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, για την οποία ορισμένοι υψηλόβαθμοι οικονομικοί και τραπεζικοί παράγοντες εκτιμούν ότι μπορεί να καταστεί εφικτή ακόμη και προς το τέλος του 2022.
Εν όψει αυτών, ο υπουργός Επικρατείας Ακης Σκέρτσος μίλησε την προηγούμενη εβδομάδα στο Πολιτικό Φόρουμ Υψηλού Επιπέδου (HLPF 2022) του ΟΗΕ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, όπου παρουσίασε τη δεύτερη Εκθεση Εθελοντικής Αξιολόγησης της Ελλάδας σχετικά με την υλοποίηση της Ατζέντας 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη. «Σε έναν μήνα από τώρα κλείνει ένα οδυνηρό κεφάλαιο στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας. Η Ελλάδα παύει να τελεί υπό ενισχυμένη διεθνή επιτήρηση έπειτα από 12 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων υπήρξαν σοβαρές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές αναταράξεις, που προκάλεσαν κοινωνική και οικονομική δυστυχία, πολιτικό διχασμό και μια άνευ προηγουμένου διάβρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεμελιώδεις δημοκρατικούς θεσμούς» υπογράμμισε μεταξύ άλλων ο υπουργός Επικρατείας.
«Επανεφεύρεση του εαυτού μας»
«Για να ξεφύγει η χώρα από το αδιέξοδο του μη βιώσιμου οικονομικού μοντέλου, ήταν επιτακτική ανάγκη να επανεξετάσουμε και να επανεφεύρουμε τον εαυτό μας και τις λειτουργίες του πολιτικού και κοινωνικο-οικονομικού μας συστήματος» ανέφερε ο Ακης Σκέρτσος και συμπλήρωσε: «Το 2019 υιοθετήσαμε ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης και ένα φιλόδοξο πολιτικό σχέδιο με στόχο να υποστηριχθεί η μετάβαση της Ελλάδας σε ένα νέο οικονομικό μοντέλο δυναμικής και βιώσιμης ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς. Το διαφορετικό αυτή τη φορά ήταν ότι για πρώτη φορά είχαμε την εθνική “ιδιοκτησία” των λύσεων για την αντιμετώπιση των δομικών μας προβλημάτων».
Παρουσιάζοντας συνοπτικά την πορεία της χώρας, τόνισε ότι «κοιτάζοντας πίσω για να συγκρίνουμε το παρόν με τα τελευταία δέκα, πέντε και τρία χρόνια στην Ελλάδα, διαπιστώνουμε ότι αρκετοί δείκτες βιώσιμης ανάπτυξης έχουν βελτιωθεί, ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας:
- Οι εισοδηματικές ανισότητες έχουν περιοριστεί στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2010.
- Οι άνθρωποι που ζουν σε κακές συνθήκες στέγασης έχουν μειωθεί.
- Τα επίπεδα φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις έχουν μειωθεί στο χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων 11 ετών.
- Βρισκόμαστε πλέον στην τρίτη καλύτερη θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ ως προς τον δείκτη πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου.
- Τριπλασιάστηκαν οι γυναίκες σε ανώτερες διευθυντικές θέσεις σε εισηγμένες εταιρείες.
- Η διαφορά αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων είναι σημαντικά μικρότερη.
- Η συμμετοχή των ΑΠΕ στην κατανάλωση ενέργειας έχει διπλασιαστεί και η χώρα βρίσκεται πλέον στην έβδομη θέση παγκοσμίως στην παραγωγή ηλιακής και αιολικής ενέργειας».
Ο κ. Σκέρτσος υπογράμμισε ότι «η Εκθεση Εθελοντικής Αξιολόγησης 2022 είναι ο οδικός χάρτης της χώρας προς τη βιώσιμη ανάπτυξη. Περιλαμβάνει και τους 17 Στόχους του ΟΗΕ, με 270 συγκεκριμένες δημόσιες πολιτικές οι οποίες ήδη παρακολουθούνται και 110 δεσμευτικές πρωτοβουλίες στο εγγύς μέλλον, πολλές με ορόσημα και κατανεμημένους προϋπολογισμούς». Οπως τόνισε δε, η Ελλάδα είναι μια από τις τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες, μαζί με την Ολλανδία, την Ιταλία και την Ελβετία, που έχει υιοθετήσει και παρακολουθεί ενεργητικά τους στόχους του Οργανισμού.
Αναφερόμενος στο μέλλον, ο υπουργός Επκρατείας σημείωσε ότι «προφανώς χρειάζεται να βελτιώσουμε πολλούς άλλους δείκτες για την προώθηση της ευημερίας χωρίς αποκλεισμούς στην Ελλάδα».