Εάν κοιτάξει κανείς τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, θα δει επανειλημμένες αναφορές στη δυνατότητα της Ουκρανίας να μπορέσει να αντιστρέψει την τρέχουσα κατάσταση στα πεδία των μαχών και να μπορέσει να αντεπιτεθεί και να ανακτήσει τις εκτάσεις που τώρα ελέγχουν οι ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας των δύο «λαϊκών δημοκρατιών» του Ντονμπάς.
Στο επίκεντρο είναι η δυνατότητα της ουκρανικής κυβέρνησης να κινητοποιήσει – κατά δήλωσή της – ένα εκατομμύριο οπλίτες και αξιωματικούς (υπό την προϋπόθεση αύξησης της χρηματοδότησης / βοήθειας από τη Δύση) και οι δυνατότητες πληγμάτων πίσω από τις ρωσικές γραμμές που δίνουν τα εξελιγμένα πυραυλικά συστήματα HIMARS.
Την ίδια στιγμή έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι φωνές εκείνες από την πλευρά της Δύσης που κάνουν σαφές ότι το επίδικο της αντιπαράθεσης δεν είναι στενά η κατάσταση στην Ουκρανία, αλλά το εάν θα αποτραπεί η δυνατότητα να γίνει ηγεμονικός ένας πόλος γύρω από τη Ρωσία και την Κίνα. Αυτό έκανε σαφές και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Τραμπ Μάικ Πομπέο που μιλώντας πρόσφατα στο Hudson Institute υποστήριξε ότι «βοηθώντας την Ουκρανία υπονομεύσαμε την δημιουργία ενός ρωσοκινεζικού άξονα, που προσπαθούσε να εξασφαλίσει στρατιωτική και οικονομική ηγεμονία στην Ευρώπη, την Ασία και τη Μέση ανατολή
Ωστόσο, όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι προς το παρόν είναι μάλλον οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις που με έναν σταθερό αν και όχι ιδιαίτερα γρήγορο ρυθμό επιτυγχάνουν τους στόχους τους κυρίως στο Ντονμπάς, την ώρα που συνεχίζεται μια συστηματική προσπάθεια καταστροφής ουκρανικού πολεμικού υλικού.
Σε αυτό το φόντο, έχει ενδιαφέρον πώς η ρωσική πλευρά βλέπει την τρέχουσα φάση της συνολικής ρήξης της με τη Δύση
Πούτιν: μετάβαση σε έναν πολυπολικό κόσμο
Μια πρόσφατη ομιλία του Βλαντιμίρ Πούτιν έδωσε το στίγμα της ρωσικής στρατηγικής αυτή την περίοδο. Η αφορμή ήταν η ολοκλήρωση των εργασιών αυτής της συνόδου της Δούμας και η συνάντηση του Ρώσου προέδρου με τους επικεφαλείς των κοινοβουλευτικών ομάδων.
Ο Ρώσος πρόεδρος δεν περιορίστηκε στην ικανοποίησή του για την πρόοδο του νομοθετικού έργου της Δούμας και τον τρόπο που λήφθηκαν όλα τα μέτρα για να αντιμετωπιστούν όλες οι κυρώσεις.
Κυρίως στάθηκε στον τρόπο που βλέπει την πολιτική της Δύσης. Κατηγόρησε για άλλη μια φορά τη Δύση ότι εδώ και δεκαετίες είναι επιθετική απέναντι στη Ρωσία, ότι υποστήριξε την τρομοκρατία και αποσχιστικές τάσεις, όπως και την «πέμπτη φάλαγγα» εντός της Ρωσίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, υποστήριξε ότι η ρωσική «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» σηματοδοτεί την αρχή του τέλους μιας παγκόσμιας τάξης που στηρίζεται στην ηγεσία των ΗΠΑ και τη μετάβαση σε έναν πολυπολικό κόσμο: «Αυτή είναι η αρχή της μετάβασης από έναν φιλελεύθερο-παγκοσμιοποιητικό αμερικανικό εγωκεντρισμό, σε έναν πραγματικά πολυπολικό κόσμο που δεν στηρίζεται σε κανόνες που εξυπηρετούν τις ανάγκες αυτού που τους θέτει και πίσω τους έχουν απλώς την προσπάθεια για ηγεμονία, ούτε πάνω σε υποκριτικά “δύο μέτρα και δύο σταθμά”, αλλά πάνω στο διεθνές δίκαιο και την αυθεντική κυριαρχία των εθνών και των πολιτισμών, πάνω στη βούλησή να ζήσουν το ιστορικό πεπρωμένο τους, με τις δικές τους αξίες και παραδόσεις και να ευθυγραμμίσουν τη συνεργασία πάνω στη βάση της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της ισότητας».
Παράλληλα, κατηγόρησε τις ελίτ της Δύσης ότι χειραγωγούν τη συνείδηση του κοινού και ότι εκεί που η Δύση κάποτε υπερασπιζόταν τις αρχές της δημοκρατίας, του πλουραλισμού και της ελευθερίας του λόγου, τώρα καταλήγει «στον ολοκληρωτισμό», με «λογοκρισία, απαγορεύσεις μέσων ενημέρωσης και αυθαιρεσίες σε βάρος δημοσιογράφων και δημόσιων προσώπων, συνδέοντάς το μάλιστα και με τη λεγόμενη cancel culture.
Ως προς τον ίδιο τον πόλεμο, υπογράμμισε ότι έχουν ξανακούσει τη Δύση να το υποστηρίζει χωρίς αποτέλεσμα.
Σε ποιους απευθύνεται ο Πούτιν
Είναι σαφές ότι ο Πούτιν δεν απευθύνεται μόνο σε ένα «εσωτερικό» ακροατήριο για «τονώσει το ηθικό». Θεωρεί ταυτόχρονα ότι υπάρχει ένα φάσμα χωρών που θα προτιμούσαν αυτή την αντίληψη για τη διεθνή τάξη πραγμάτων προτιμότερη από αυτή που προτείνει η Δύση.
Το κλειδί είναι ο τρόπος που επιμένει σε μια ισχυρή έννοια εθνικής κυριαρχίας. Ουσιαστικά, η βάση αυτού που περιγράφει ως «πολυπολικό κόσμο» είναι ακριβώς μια αντίληψη της εθνικής κυριαρχίας που περιλαμβάνει το δικαίωμα των κρατών να αποφασίζουν το πώς αντιλαμβάνονται τους δημοκρατικούς θεσμούς ή τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Αυτό τίθεται σε αντιπαράθεση με μια «δυτική αντίληψη» που συνδέει τη δυνατότητα των κρατών να είναι κυρίαρχα με το εάν και σε ποιο βαθμό αποδέχονται μια δυτικού τύπου φιλελεύθερη δημοκρατία και τον πλήρη σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μια αντίληψη που αποδέχεται τη δυνατότητα επεμβάσεων στο εσωτερικό κρατών ή την επιβολή κυρώσεων σε βάρος τους, εάν δεν τηρούν αυτούς τους κανόνες.
Γίνεται αντιληπτό ότι αυτή η ρητορική μπορεί να συναντήσει ευήκοα ώτα σε χώρες που δεν έχουν πρόβλημα να συμμετέχουν στις οικονομικές πλευρές της παγκοσμιοποίησης, αλλά δεν επιθυμούν να υφίστανται έλεγχο για το εσωτερικό πολιτικό καθεστώς ή για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό τους.
Και βέβαια είναι μια ρητορική που όντως φέρνει πιο κοντά τη Ρωσία και την Κίνα, καθώς και το Πεκίνο τοποθετείται για τα θέματα κυριαρχίας με ανάλογο τρόπο – άλλωστε αυτή είναι και η απάντησή του σε αυτό που βλέπει ως «εργαλειοποίηση» του ζητήματος των Ουιγούρων.
Οι παράλληλες δυναμικές
Δεν είναι τυχαίο έτσι ότι αυτή τη στιγμή αναπτύσσονται παράλληλες δυναμικές μέσα στο διεθνές πεδίο.
Η διαπίστωση της σημασίας που έχει η συνεργασίας σε επίπεδο BRICS μόνο τυχαία δεν είναι. Οι χώρες αυτές αντιπροσωπεύουν το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού, το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 18% του παγκόσμιου εμπορίου.
Αντίστοιχα, στην πρόσφατη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών των G20, όπου είχε προσκληθεί και ο Σεργκέι Λαβρόφ, υπήρξε η μάλλον αμήχανη διαπίστωση ότι σε αντίθεση με τις χώρες του G7 και της ΕΕ, υπάρχουν στον κόσμο αρκετές χώρες που χωρίς να είναι «αντιδυτικές» δεν επιθυμούν να έρθουν σε κάποια ρήξη με τη Ρωσία.
Το παράδειγμα της Ινδίας είναι το πιο χαρακτηριστικό, καθώς παρά την προσπάθεια των ΗΠΑ να τη «στρατεύσουν» πλήρως στη δική τους αντίληψη, η Ινδία εξακολουθεί να επιδιώκει να έχει καλές σχέσεις και συναλλαγές και με τη Ρωσία.
Σε αυτό το φόντο έχει ενδιαφέρον ότι όχι μόνο προγραμματίζεται κανονικά η σύνοδος κορυφής των G20 για τον Νοέμβριο του 2022, που θα σήμαινε να συνυπάρξουν ο Μπάιντεν και τον Πούτιν, αλλά και η σύνοδος κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης.
Ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης έχει οκτώ μέλη (την Ινδία, το Καζακστάν, την Κίνα, η Κιργιζία, το Πακιστάν, η Ρωσία, το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν), τέσσερα κράτη παρατηρητές (Αφγανιστάν, Λευκορωσία, Ιράν και Μογγολία) και έξι κράτη που συμμετέχουν στο διάλογο (Αζερμπαϊτζάν, Αρμενία, Καμπότζη, Νεπάλ, Τουρκία, Σρι Λάνκα). Μάλιστα, αναμένεται να γίνει επισήμως μέλος και το Ιράν.
Εάν μάλιστα αναλογιστούμε ότι ήδη οι κυρώσεις απέναντι στη Ρωσία έχουν διαμορφώσει μια διαίρεση στον πλανήτη ανάλογα με το πού μπορεί να πουληθεί το ρωσικό πετρέλαιο, όπως και την επιτάχυνση των συζητήσεων για μια «αποδολαριοποίηση» τμημάτων της παγκόσμιας οικονομίας μέσα από τη διαμόρφωση συστημάτων εναλλακτικών προς το SWIFT, καταλαβαίνουμε τον τρόπο που ο πόλεμος στην Ουκρανία εξελίσσεται σε έναν συνολικότερο καταλύτη.