Δεν ήταν «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού κράτους». Δεν ήταν ούτε «σκευωρία» ανάλογου ιστορικού μεγέθους και βάθους. Τότε τι ήταν η υπόθεση Novartis που απασχόλησε το πολιτικό σύστημα, τα μέσα ενημέρωσης και τη Δικαιοσύνη όπως πουθενά αλλού στον κόσμο; Γιατί οπουδήποτε αλλού περιορίστηκε στα όρια μιας υπόθεσης χρηματισμού μελών του ιατρικού προσωπικού και στελεχών του κράτους και έληξε με εξώδικους διακανονισμούς και αποζημιώσεις, ενώ εδώ καταναλώθηκε σε υπερβολικές δόσεις σπερμολογίας, καταγγελιών, απειλών και συνωμοσιολογίας;
Η Δικαιοσύνη δεν απάντησε σε αυτά τα ερωτήματα. Δεν εξήγησε ούτε πώς γίνεται μια τέτοια υπόθεση, προϊόν του ελληνικού εξαιρετισμού, να μην είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο – ούτε σκάνδαλο ούτε σκευωρία. Αλλά να που και χωρίς αυτές τις εξηγήσεις οι δικαστές ενός Δικαστικού Συμβουλίου έκαναν ό,τι και οι συνάδελφοί τους στο αμερικανικό Ανώτατο Δικαστήριο: με τις αποφάσεις τους παρήγαγαν πολιτική.
Είναι όμως κάπου εδώ που σταματούν οι λίγες ομοιότητες για να εμφανιστούν – τουλάχιστον στην ελληνική περίπτωση – οι σκιές. Η εντύπωση που δόθηκε είναι πως οι τήβεννοι δεν έφτιαξαν μια πολιτική ατζέντα, αλλά πως υπηρέτησαν μια πολιτική ατζέντα. Πως το Δίκαιο υποχώρησε απέναντι στην ανάγκη ενός κάποιου κατευνασμού ή απέναντι στις επιταγές κάποιου άγραφου νόμου της λήθης: Γιατί να τα σκαλίζουμε; Καλύτερα να ξεχάσουμε – να ξεχάσουμε μια υπόθεση που παραείναι σκοτεινή για να μη μας τυφλώσει.
Είναι η μέθοδος του χιμπατζή που κλείνει με τις παλάμες του μάτια, αφτιά και στόμα. Δεν ακούσαμε, δεν είδαμε, δεν είπαμε τίποτε. Η τυφλή Δικαιοσύνη, ο νόμος της λήθης και ο νόμος της σιωπής. Η Novartis πέρασε ξυστά ακόμη και από τη συζήτηση των αρχηγών στη Βουλή. Πέρασε και δεν ακούμπησε, όχι μόνο επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πείθει στον ρόλο του δικαιωμένου της ιστορίας αλλά και επειδή η ΝΔ πολιτεύεται σαν να μην την αφορά πια σε κανένα σκέλος της η υπόθεση.
Καθώς ο ορίζοντας των εκλογών απομακρύνεται, η Novartis μοιάζει να είναι ήδη το καμένο χαρτί στο παιχνίδι της πόλωσης. Στο τοξικό κλίμα που προβλέπει ο Πρωθυπουργός για τους επόμενους μήνες, μπορεί να χωρέσουν τα πάντα, αλλά όχι το δόγμα «για να κερδίσουμε τις εκλογές πρέπει να βάλουμε πέντε – έξι στη φυλακή» που στην περίπτωση της Novartis είδαμε στην εκδοχή της υπερπαραγωγής: Οι «πέντε – έξι» έγιναν δέκα τελικά και ανάμεσα σε αυτούς ήταν δύο πρώην πρωθυπουργοί και ένας αντιπρόεδρος κυβέρνησης.
Αν είχαν εμπλακεί όλα αυτά τα πρόσωπα στην υπόθεση, ναι, θα ήταν «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους», όπως είχε πει στο διαφημιστικό τρέιλερ της υπερπαραγωγής ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος. Δεν ήταν. Αν όμως δεν ήταν, κάποιος ενορχήστρωσε την εμπλοκή τους. Και τότε, ναι, θα είχαμε να κάνουμε με τη μεγαλύτερη πολιτική σκευωρία στη σύγχρονη ιστορία. Τελικά, τουλάχιστον δικαστικά, η περίπτωση θα εγγραφεί ως το παράδοξο μιας υπόθεσης «ούτε – ούτε». Μιας υπόθεσης που κατάπιαμε αμάσητες ακόμη και τις τοξίνες της.