Στον ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο της ψηφιακής εποχής και των μεγάλων επιδράσεων στο οικονομικό και κοινωνικο-πολιτικό γίγνεσθαι το να αναζητεί κάποιος απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα που εγείρονται – όπως αν η ψηφιακή μετάβαση σηματοδοτεί την υπέρβαση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των παραδοσιακών πολιτικών μορφών οργάνωσης της κοινωνίας ή αν συμβάλλει προς ένα μοντέλο άμεσης δημοκρατίας, ή πόσο επηρεάζει η νέα ψηφιακή πραγματικότητα τον κοινοβουλευτισμό και αν συμβάλλει ή όχι στην άνοδο του λαϊκισμού και της παραπληροφόρησης – αποτελεί μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πρόκληση. Το πρόσφατο διεθνές επιστημονικό συνέδριο του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία («Digital Technologies and the Stakes for Representative Democracy») σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κοινοβούλια της Εσθονίας, της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Κύπρου και της Πορτογαλίας, στο οποίο συμμετείχαν εξέχουσες προσωπικότητες από τον ακαδημαϊκό και κοινοβουλευτικό χώρο, επιχείρησε να δώσει κάποιες πρώτες απαντήσεις διευρύνοντας ταυτόχρονα το πεδίο προβληματισμού που υπάρχει έχοντας πλέον συσσωρευμένη εμπειρία όσον αφορά τα διακυβεύματα για την αντιπροσωπευτική δημοκρατία από την «εισβολή» των ψηφιακών μέσων.
Το πείραμα επί καραντίνας
Η περίοδος της καραντίνας αποτέλεσε ένα πρωτόγνωρο πείραμα συνύπαρξης των τεχνολογιών με τη ζώσα – πλην έγκλειστη – πραγματικότητα σε όλους τους τομείς. Για πρώτη φορά το Υπουργικό Συμβούλιο συνεδρίαζε εξ αποστάσεως και οι βουλευτές νομοθετούσαν με ελάχιστη φυσική παρουσία συμμετέχοντας μέσω τηλεδιασκέψεων στις συζητήσεις και με επιστολική ψήφο στις ψηφοφορίες, εισάγοντας νέα ήθη – και πάθη, όπως φάνηκε από τις κομματικές αντιπαραθέσεις – στις κοινοβουλευτικές λειτουργίες.
Η ούτως ή άλλως περιορισμένη συμμετοχή στις κομματικές λειτουργίες συρρικνώθηκε στο ελάχιστο και η μοναδική μορφή επικοινωνίας και διαβούλευσης ήταν οι διαδικτυακές πλατφόρμες τηλεδιασκέψεων, οι οποίες ήρθαν για να μείνουν στην κοινωνική και εργασιακή καθημερινότητα, αν και οι συνθήκες έχουν κατά πολύ ομαλοποιηθεί. Τελικά πόσο μπορούν οι νέες τεχνολογίες να υποκαταστήσουν τις συλλογικές θεσμικές λειτουργίες όπως τις γνωρίζαμε μέχρι τώρα; Πόσο άραγε θα άλλαζε η άποψη του πολίτη για την πολιτική και τους πολιτικούς αν ο βουλευτής είναι παρών στην αίθουσα της Ολομέλειας της Βουλής κατά τη διαδικασία νομοθέτησης ή του κοινοβουλευτικού ελέγχου ή συμμετέχει μέσω Webex; Μήπως η ψηφιακή μετάβαση οδηγεί σε νέες αμεσοδημοκρατικές μορφές, όπως οραματίζονται κάποιοι, και τι θα σήμαινε αυτό ως προς το συμμετοχικό σύστημα δημοκρατικής αντιπροσώπευσης; Είναι εφικτή η άμεση δημοκρατία και εν τέλει είναι προτιμητέα ή μήπως όχι, και πόσο ευνοούνται οι κάθε λογής λαϊκισμοί; Τελικά η τεχνολογική εξέλιξη καθιστά ξεπερασμένη την αντιπροσωπευτική δημοκρατία;
Προκλήσεις με σαφή απάντηση
«Το συνέδριο προσπάθησε σε πρώτη φάση να δώσει μια απάντηση σε αυτά τα πιο «θεμελιώδη» ερωτήματα, και ήταν σαφές ότι η απάντηση ήταν αρνητική: η τεχνολογική εξέλιξη δεν έχει καταστήσει απαρχαιωμένη την αντιπροσωπευτική δημοκρατία» διαπιστώνει ο γενικός γραμματέας του Ιδρύματος της Βουλής, ιστορικός Ευάνθης Χατζηβασιλείου, αλλά ακόμα κι έτσι το εξίσου σημαντικό ερώτημα που τίθεται αυτομάτως είναι «πώς πρέπει η δημοκρατία να προσαρμοστεί, να αντεπεξέλθει και να χρησιμοποιήσει αυτή τη νέα τεχνολογία προς όφελος του δημοκρατικού πολιτισμού μας». Οπως και το ερώτημα «πώς να αντιμετωπίσει ενδεχόμενους κινδύνους για την πολιτική κουλτούρα που οι πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις μπορεί να εντείνουν, όπως το φαινόμενο της ανόδου του λαϊκισμού», σημειώνει ο ίδιος, τονίζοντας ότι «οι απαντήσεις δεν είναι αυτονόητες και θα απαιτήσουν σοβαρή εργασία και πολλή σκέψη από τις κοινωνίες μας». «Είναι όμως πολύ πιθανόν ότι οι απαντήσεις θα δοθούν χάρη σε ένα μείγμα χαρακτηριστικών που θα πρέπει να αποδείξουμε ότι εξακολουθούμε να έχουμε: τόλμη, αλλά και δυνατότητα να κινητοποιήσουμε τη σωρευμένη γνώση, εμπειρία και πολιτειακή σοφία των δημοκρατικών μας κοινωνιών» υπογραμμίζει.
Το αίτημα της ανανέωσης
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος ήταν μέλος της ακαδημαϊκής επιτροπής του συνεδρίου. «Δεν αρκεί να επικαλούμαστε γενικόλογα τα «υπέρ» της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας για να τη σώσουμε. Θα πρέπει και να την ανανεώσουμε» είναι η θέση του. Και προς αυτή την κατεύθυνση, για τον ίδιο, «η σύγχρονη τεχνολογία, από την τεχνική νοημοσύνη έως και το Διαδίκτυο, μπορεί να συμβάλουν σημαντικά με δύο κυρίως τρόπους: καθιστώντας, από τη μια, πιο διάφανη τη λειτουργία των αντιπροσωπευτικών σωμάτων και ενθαρρύνοντας, από την άλλη, τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεών τους».
Ο εκτροχιασμός και η «κάστα»
Η κρίση αντιπροσώπευσης δεν είναι νέο φαινόμενο. Προϋπήρχε της οικονομικής κρίσης που όξυνε στο έπακρο την απαξίωση της πολιτικής και του κοινοβουλευτισμού ενθαρρύνοντας το φαινόμενο του λαϊκισμού. Σύμφωνα με τον κ. Αλιβιζάτο «η απουσία αποτελεσματικών ελέγχων στη διαχείριση του δημόσιου χρήματος, η οποία προκάλεσε ειδικά στην Ελλάδα τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό, και η συμπεριφορά των κυβερνώντων ως κλειστής κάστας, ήταν οι δύο βασικοί παράγοντες στους οποίους οφείλεται η άνοδος των λαϊκισμών και, κατ’ επέκταση η λεγόμενη κρίση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας σε Ευρώπη και Αμερική».
Το πρόβλημα με τα δημοψηφίσματα
«Η νεότερη Ιστορία ωστόσο διδάσκει ότι δημοκρατία χωρίς Βουλή δεν υπάρχει» σημειώνει και εξηγεί ότι «δεν είναι τόσο τεχνικοί οι λόγοι που εμποδίζουν την επανίδρυση μιας Εκκλησίας του Δήμου στον σύγχρονο κόσμο». «Τουναντίον, με μια οθόνη υπολογιστή στο σπίτι όλων μας, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί το αντίθετο» διαπιστώνει. Για τον ίδιο «είναι πρωτίστως η κραυγαλέα αποτυχία των λεγόμενων αμεσοδημοκρατικών θεσμών, όπως το δημοψήφισμα, που οδήγησαν στην επικράτηση δικτατόρων με άλλοθι τη λαϊκή ψήφο». «Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι λίγους μόλις μήνες πριν εισβάλει στην Ουκρανία, ο Πούτιν, με το «πανρωσικό» δημοψήφισμα που διεξήγαγε, εξασφάλισε για τον εαυτό του εφ’ όρου ζωής ασυλία. Το ίδιο και ο Λουκασένκο στη Λευκορωσία» υπενθυμίζει.
Το μεγάλο στοίχημα
Οι προκλήσεις είναι πολλές και το μεγάλο στοίχημα, όπως αποτυπώθηκε μεταξύ όλων των άλλων στο συνέδριο του Ιδρύματος της Βουλής, είναι πώς η ψηφιακή μετάβαση θα ενθαρρύνει και θα αποτελέσει τον «ιμάντα» ενθάρρυνσης της συμμετοχής των πολιτών στις διαδικασίες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας σε συνθήκες διαφάνειας και ελεύθερης και αντικειμενικής πληροφόρησης.
Οι κρίσιμες έννοιες της διαφάνειας, της λογοδοσίας και της συμμετοχής
Για τον Νίκο Αλιβιζάτο (φωτογραφία) οι κρίσιμες έννοιες γύρω από τις οποίες κινήθηκε ο «σφυγμός» του συνεδρίου είναι: «Διαφάνεια, λογοδοσία και συμμετοχή». Για την ενίσχυσή τους, όπως διαβεβαίωσαν οι συμμετέχοντες από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και από τα εθνικά κοινοβούλια που έλαβαν μέρος, «οι νέες τεχνολογίες μπορούν να εισφέρουν τα μέγιστα».